«Δεν μπορώ να πω με σιγουριά, φίλοι αθηναίοι, πώς έχετε επηρεαστεί από τα λόγια των κατηγόρων μου, αυτό που γνωρίζω με βεβαιότητα είναι ότι μίλησαν τόσο πειστικά ώστε κατάφεραν σχεδόν να με κάνουν να ξεχάσω ποιος ήμουν», λέει μια φωνή που αντηχεί στην αίθουσα, καθώς βρισκόμαστε στην αρχαία αθήνα του 399 π.χ., όπου ο Σωκράτης, ξυπόλυτος και με φθαρμένο μανδύα, σηκώνεται για να απευθυνθεί σε ένα πολυάριθμο σώμα ενόρκων στριμωγμένο στην ηλιαία, την ώρα που τα βλέμματα πολλών, ενοχλημένα από την όψη του και καχύποπτα προς τον λόγο του, δυσκολεύονται να συγκρατήσουν την οργή τους, ενώ εκείνος τους κοιτάζει ευθεία και μιλά με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση.

Οι κατηγορίες εναντίον του, έπειτα από μήνυση του ποιητή Mέλητου που ζήτησε την εσχάτη των ποινών, περιλαμβάνουν την ασέβεια προς τους θεούς και την άρνηση της επίσημης θρησκείας, την εισαγωγή νέων, ψευδών θεών μέσω του περίφημου «δαιμονίου» του και τη διαφθορά των νέων με ανατρεπτική διδασκαλία που τάχα υπονομεύει τα ήθη της πόλης. Όλα δείχνουν ότι η απολογία δεν αρκεί για να τον αθωώσει, καθώς οι πεντακόσιοι συν ένας ένορκοι που προέκυψαν με κλήρωση ετοιμάζονται να ψηφίσουν ενοχή κατά πλειοψηφία, και το ερώτημα που αιωρείται είναι αν ο μέγιστος φιλόσοφος μπορεί να αποφύγει τη θανατική ποινή της κώνειας, την οποία θα μπορούσε να υπεκφύγει προτείνοντας εναλλακτική τιμωρία ή ζητώντας εξορία, επιλογές που ο νόμος επιτρέπει αλλά εκείνος προτιμά να μην ασκήσει.

Το χρονικό της απόφασης και το σκεπτικό της δραματικής του στάσης, που κόστισε τη ζωή του και έγινε υπόδειγμα συνεπούς ήθους, καταγράφονται στο νέο βιβλίο «πώς να σκέφτεσαι σαν τον σωκράτη – η αρχαία φιλοσοφία ως τρόπος ζωής στον σύγχρονο κόσμο» του Σκωτσέζου ψυχοθεραπευτή Ντόναλντ Τζ. Ρόμπερτσον από τις εκδόσεις key books, όπου ο συγγραφέας καλεί τον αναγνώστη να φανταστεί ότι στέκει απέναντι στον θάνατο και να αναρωτηθεί τι θα ήθελε να αντιπροσωπεύει η ζωή του όταν όλα τελειώνουν. Ο ρόμπερτσον θέτει ευθείες ερωτήσεις για τον πλούτο και τη φήμη, επισημαίνοντας ότι ένα εκατομμύριο δολάρια ή ένα εκατομμύριο ακόλουθοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απογυμνώνονται από νόημα στο κατώφλι του θανάτου αν δεν χρησιμοποιήθηκαν ως μέσα για έναν ουσιαστικό σκοπό, και μεταφέρει τη σκέψη του στο πεδίο της γνώσης, όπου δεν είναι όλες οι γνώσεις ισοδύναμες, αφού αξία έχει εκείνη που εφαρμόζεται για το καλό, σε πράξεις και με σύνεση, πριν ο χρόνος μας εξαντληθεί.
Η ίδια η ζωή του Σωκράτη μαρτυρεί αυτή την προτεραιότητα, καθώς ο φιλόσοφος διάλεξε τη σχετική φτώχεια και τον κίνδυνο να δημιουργήσει εχθρούς για να παραμείνει πιστός στην αποστολή της αναζήτησης σοφίας, θεωρώντας ότι έχουμε συχνά εξαπατηθεί να υπερτιμούμε τα εφήμερα και να υποτιμούμε τα ουσιώδη, και καλώντας μας να εξετάζουμε διαρκώς τις αξίες μας γιατί «μια ανεξέταστη ζωή δεν αξίζει να τη ζεις». Όταν ήρθε η ώρα της ποινής δεν ικέτευσε, δεν έφερε την οικογένειά του να προκαλέσει οίκτο, δεν πρότεινε εξορία, αλλά μίλησε ήρεμα από το εδώλιο εξηγώντας ότι δεν θα ταπεινωθεί για να σώσει τη ζωή του, λέγοντας το μνημειώδες «καλύτερα να πεθάνω μιλώντας με τον δικό μου τρόπο παρά να ζήσω εκφραζόμενος με λόγια που δεν μου ανήκουν», και μάλιστα πρότεινε ως «δίκαιη τιμωρία» τη σίτισή του στα δημόσια συσσίτια, τιμή για τους ευεργέτες της πόλης, πρόταση που ακούστηκε προκλητική και οδήγησε σε βαρύτερη ψήφο υπέρ της κώνειας παρά την εκ των υστέρων αποδοχή ενός προστίμου τριάντα ασημένιων νομισμάτων.

Τις τριάντα περίπου ημέρες του εγκλεισμού του, όπως διασώζει ο «κρίτων», απέρριψε κάθε σχέδιο απόδρασης παρότι οι φίλοι του μπορούσαν να δωροδοκήσουν τον φρουρό, επιμένοντας ότι έζησε εβδομήντα χρόνια υπό τους νόμους της πόλης και δεν θα τους παραβιάσει τώρα επειδή στράφηκαν εναντίον του, αφού η αδικία πρέπει να αποφεύγεται πάντα, είτε μας συμφέρει είτε όχι. Για πολλούς από τους ενόρκους του ήταν ένας προκλητικός γέροντας που αμφισβητούσε τα ιερά και τα όσια, προϊόν φημών, σατιρών και καχυποψίας προς την κριτική σκέψη, όμως στην ουσία η καταδίκη του υπήρξε σύγκρουση ανάμεσα στις συμβάσεις του φόβου και στην ελευθερία της αμφισβήτησης, και ο σωκράτης επέλεξε να μείνει πιστός στον λόγο του μέχρι τέλους, μετατρέποντας τον θάνατό του όχι σε σιωπή αλλά σε αφετηρία μιας διαρκούς παρουσίας στη σκέψη του κόσμου, που μας υπενθυμίζει ότι η αληθινή αξία μετριέται από το πώς ζούμε και τι υπερασπιζόμαστε όταν το τίμημα γίνεται οριστικό.

Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
Παγωμένο χαμόγελο στα crypto: Από την ευφορία στο ψυχρό ξύπνημα
Σφαίρες και καραμπίνα στο φονικό των Βοριζίων: Τι «μαρτυρά» το αυτοκίνητο