Νιγηρία: Ο Νούχου Ντάουντα βρισκόταν σε αποστολή εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του, στην Πολιτεία Πλατό της Νιγηρίας, όταν το τηλέφωνο χτύπησε απελπισμένα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο μικρότερος αδελφός του, πανικόβλητος, για να του πει ότι ένοπλοι τζιχαντιστές είχαν περικυκλώσει το οικογενειακό τους σπίτι και απειλούσαν να σκοτώσουν όποιον βρισκόταν μέσα.
Όπως αφηγήθηκε αργότερα στην εφημερίδα The Epoch Times, η αστυνομία πρόλαβε να διασώσει πέντε συγγενείς του, πριν βαριά οπλισμένοι άνδρες παραδώσουν το σπίτι στις φλόγες και σκοτώσουν έναν νεαρό συνεργάτη του στον ευαγγελισμό. Ήταν το 2005, ένα σημείο καμπής στη ζωή του.
Στα είκοσι χρόνια που ακολούθησαν, ο Ντάουντα, σήμερα 67 ετών, είδε τον κόσμο του να διαλύεται. Συγγενείς και φίλοι δολοφονήθηκαν, κοινότητες αφανίστηκαν, και ο ίδιος κουβάλησε και έθαψε τα σώματα ανθρώπων που γνώριζε από παιδί. Για χρόνια, η μοίρα των χριστιανών της Νιγηρίας έμενε σχεδόν αόρατη διεθνώς.
Αυτό άρχισε να αλλάζει μόλις πρόσφατα, όταν, ύστερα από μια νέα έξαρση βίας, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει παρέμβαση για να αποτραπούν μαζικές δολοφονίες που, κατά την εκτίμησή της, προσεγγίζουν τα όρια της γενοκτονίας.
Η επίσημη γραμμή της κυβέρνησης της Νιγηρίας, ωστόσο, απορρίπτει τις κατηγορίες περί θρησκευτικών διώξεων. Περιγράφει τη βία ως μια πολυπαραγοντική κρίση ασφάλειας, με κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αιτίες, που πλήττει ανθρώπους κάθε θρησκείας.
Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται σαφής αύξηση επιθέσεων εναντίον χριστιανικών κοινοτήτων από ριζοσπαστικοποιημένους αντάρτες, σε μια πορεία που συμπίπτει, και συχνά διασταυρώνεται, με την ευρύτερη άνοδο του βίαιου ισλαμιστικού εξτρεμισμού στην περιοχή.
Ο ίδιος ο Ντάουντα θυμάται μια διαφορετική Νιγηρία. Μεγάλωσε ειρηνικά, πλάι σε μουσουλμάνους φίλους και γείτονες, στην εύφορη Κεντρική Ζώνη της χώρας. Κάπου γύρω στο 2001, όπως λέει, άρχισε να γίνεται φανερό ότι κάτι αλλάζει.
Για ανθρώπους που δεν είχαν ξαναδεί τέτοια ωμότητα, ήταν αδιανόητο να δολοφονούνται κάτοικοι σε περιοχές όπου οι μουσουλμάνοι ήταν μειονότητα, αλλά διέθεταν βαρύ οπλισμό. Οι πρώτες επιθέσεις εκτόπισαν χριστιανικούς πληθυσμούς και διέλυσαν κοινότητες.
Αναλυτές εντοπίζουν τις ρίζες της σημερινής βίας στην άνοδο του σουνιτικού τζιχαντιστικού κινήματος που εμφανίστηκε πριν από περισσότερες από δύο δεκαετίες και ταυτίστηκε με τη Μπόκο Χαράμ, την οργάνωση που έγινε γνωστή ως «οι Νιγηριανοί Ταλιμπάν».
Ο Εμπενέζερ Ομπαντάρε, ανώτερος ερευνητής στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, θεωρεί ότι η αφετηρία των σημερινών δεινών βρίσκεται εκεί. Όπως σημειώνει, πρόκειται για μια θρησκευτική εκστρατεία, με την έννοια ότι η Μπόκο Χαράμ εξαπέλυσε τις πρώτες μαζικές δολοφονίες, στοχοποιώντας χριστιανούς, μουσουλμάνους και κάθε άλλον που θεωρεί άπιστο ή αποστάτη.
Η οργάνωση, που ιδρύθηκε το 2002, πρεσβεύει μια εξαιρετικά στενή ερμηνεία του Ισλάμ και απορρίπτει τη δυτική εκπαίδευση. Από το 2009, όταν ξεκίνησε ένοπλη εξέγερση κατά της νιγηριανής κυβέρνησης, εδραίωσε την παρουσία της στα βορειοανατολικά και εξαπλώθηκε σε γειτονικές χώρες.

Με τα χρόνια, το τοπίο περιπλέχθηκε: παρακλάδια της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους, ένοπλοι ληστές, εθνοτικές πολιτοφυλακές και νέες διασυνοριακές ομάδες συνυπάρχουν σε ένα ρευστό πλέγμα συμμαχιών και συγκρούσεων. Από το 2013, η Μπόκο Χαράμ παραμένει επισήμως καταγεγραμμένη ως τρομοκρατική οργάνωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σήμερα, η Νιγηρία βρίσκεται στην έκτη θέση του Δείκτη Παγκόσμιας Τρομοκρατίας για το 2025. Οι εκτιμήσεις για τα θύματα ποικίλλουν, από δεκάδες χιλιάδες έως πάνω από εκατό χιλιάδες νεκρούς από το 2009, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί.
Δεδομένα δείχνουν ότι η βία που στοχοποιεί χριστιανούς έχει αυξηθεί απότομα από το 2020, αν και συνολικά η πολιτική βία στη χώρα έχει πλήξει ακόμη περισσότερους μουσουλμάνους αμάχους. Ο Ομπαντάρε επιμένει ότι, πέρα από τους αριθμούς, ένα στοιχείο δεν αμφισβητείται: άνθρωποι σκοτώνονται μαζικά και, σε πολλές περιπτώσεις, για θρησκευτικούς λόγους.
Το φθινόπωρο, η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά. Η Ουάσινγκτον επανέφερε τη Νιγηρία στη λίστα των «Χωρών Ιδιαίτερου Ενδιαφέροντος» για παραβιάσεις θρησκευτικής ελευθερίας. Λίγες ώρες μετά από σχετική ακρόαση στο Κογκρέσο, ένοπλοι εισέβαλαν σε καθολικό σχολείο στην Κεντρική Ζώνη, απαγάγοντας εκατοντάδες μαθητές και εκπαιδευτικούς, σε μία από τις μεγαλύτερες μαζικές απαγωγές στην ιστορία της χώρας. Το ίδιο διάστημα, επιθέσεις σε εκκλησίες, χωριά και σχολεία άφησαν νεκρούς, δεκάδες απαχθέντες και κοινότητες σε απόγνωση.
Παράλληλα με τη δράση τζιχαντιστικών οργανώσεων, στο προσκήνιο έχουν έρθει και οι πολιτοφυλακές των Φουλάνι. Αν και η κυβέρνηση αποδίδει τις συγκρούσεις σε διαμάχες για γη και πόρους μεταξύ γεωργών και κτηνοτρόφων, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταγράφουν χιλιάδες θανάτους, κυρίως σε περιοχές με χριστιανική πλειοψηφία. Σύμφωνα με διεθνείς παρατηρητές, οι επιθέσεις αυτές έχουν σαφή θρησκευτική και εθνοτική διάσταση, ακόμη κι αν το φαινόμενο δεν μπορεί να εξηγηθεί μονοδιάστατα.
Η καρδιά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας
Η κυβέρνηση της Νιγηρίας παρουσιάζει τις επιθέσεις σε χριστιανικές κοινότητες, όπως εκείνη που βίωσε ο Ντάουντα στην Κεντρική Ζώνη, ως εθνοτικές διαμάχες για τη χρήση γης, ξεχωριστές από την τρομοκρατία των τζιχαντιστών στα βορειοανατολικά ή την αναρχία των συμμοριών στα βορειοδυτικά.
Ωστόσο, εν μέσω της διακρατικής επέκτασης του ισλαμιστικού εξτρεμισμού, με όπλα και μαχητές να κινούνται μέσα από διάτρητα σύνορα, ορισμένοι αναλυτές λένε ότι τέτοιες διακρίσεις είναι ολοένα και λιγότερο ουσιαστικές και λειτουργούν ως αντιπερισπασμός από την αυξανόμενη απειλή του βίαιου φονταμενταλισμού.
Η Κεντρική Περιοχή του Σαχέλ στην υποσαχάρια Αφρική, η οποία περιλαμβάνει τη Νιγηρία και εκτείνεται από τον Βόρειο Ατλαντικό έως την Ερυθρά Θάλασσα, έχει αντικαταστήσει τη Μέση Ανατολή ως το επίκεντρο της παγκόσμιας σαλαφιστικής-τζιχαντιστικής βίας, αντιπροσωπεύοντας πλέον το 51% όλων των θανάτων από τρομοκρατία παγκοσμίως, σύμφωνα με την έκθεση Global Terrorism Index 2025: Measuring the Impact of Terrorism («Δείκτης Παγκόσμιας Τρομοκρατίας 2025: Μέτρηση του αντίκτυπου της τρομοκρατίας») του Ινστιτούτου Οικονομικών και Ειρήνης .
Έρευνες της οργάνωσης Conflict Armament Research, ενός βρετανικού φορέα που παρακολουθεί τα παράνομα όπλα, έχουν υποδείξει ότι η εξάπλωση όπλων σε όλο το Σαχέλ επιταχύνθηκε από την πτώση, το 2011, του βαριά οπλισμένου καθεστώτος του Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη.
Στοιχεία από την Υπηρεσία Δεδομένων Τοποθεσίας και Συμβάντων Ένοπλων Συγκρούσεων δείχνουν ότι οι τζιχαντιστικές ομάδες έχουν εισέλθει σε «μια νέα φάση επέκτασης» στο Σαχέλ. Σε έκθεση του Δεκεμβρίου, ο φορέας σημειώνει ότι, καθώς οι τζιχαντιστικές ομάδες εδραιώνουν τις επιχειρήσεις τους, οι διακρίσεις μεταξύ περιφερειακών συγκρούσεων δίνουν τη θέση τους σε μια ευρύτερη, ενιαία απειλή.
Ο ίδιος φορέας αναφέρει ότι το 79% των επιχειρήσεων του Ισλαμικού Κράτους πραγματοποιήθηκε στην Αφρική το 2025, από 49% το 2024. Η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος-Επαρχία Δυτικής Αφρικής «ελέγχει εκτεταμένες περιοχές και έχει σκοτώσει ή εκτοπίσει χιλιάδες ανθρώπους στη Νιγηρία και σε γειτονικές χώρες», σύμφωνα με τον Αντιτρομοκρατικό Οδηγό του Γραφείου του Διευθυντή Εθνικών Πληροφοριών των ΗΠΑ.

Η συνεργασία μεταξύ τζιχαντιστικών ομάδων αυξάνεται, επισημαίνει ο Νσαϊμπία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέφερε, ομάδες της Νιγηρίας έχουν ενσωματωθεί σε ευρύτερες διεθνείς δομές, όπως το Ισλαμικό Κράτος ή σε ομάδες που συνεργάζονται με την Αλ Κάιντα, ή συντονίζονται με περιφερειακές ομάδες πέρα από τα σύνορα, ώστε να μοιράζονται όπλα, προπαγάνδα και μαχητές.
Καθώς το Σαχέλ έχει εξελιχθεί σε παγκόσμιο επίκεντρο τζιχαντιστικής δράσης, εξήγησε ότι ομάδες της Νιγηρίας επεκτείνονται από την ιστορική τους βάση στη Λεκάνη της Λίμνης Τσαντ προς τα παράκτια κράτη της Δυτικής Αφρικής, και ότι οι συναντήσεις των διαφόρων ομάδων σχηματίζουν ένα είδος κόμβου ανάμεσα σε δύο πολύ διαφορετικά πεδία συγκρούσεων.
Ο Ομπαντάρε είπε ότι γνωρίζουν με βεβαιότητα πως όλες αυτές τις ομάδες τις ενώνει ένας τουλάχιστον κοινός στόχος: θέλουν να καταστρέψουν το σύγχρονο κράτος όπως το γνωρίζουμε.
Στο γειτονικό Μάλι, οι τζιχαντιστές κοντεύουν να καταλάβουν τη χώρα, σύμφωνα με έκθεση του περασμένου μήνα από το Κέντρο Σουφάν.
Σαρία και βλασφημία
Τα χρόνια που ακολούθησαν τη μετάβαση της Νιγηρίας, το 1999, σε συνταγματική δημοκρατία, δώδεκα βόρειες Πολιτείες ενσωμάτωσαν ξανά το ισλαμικό ποινικό δίκαιο. Θεωρητικά, η σαρία εφαρμόζεται μόνο στους μουσουλμάνους, αλλά στην πράξη, όπως υποστηρίζουν υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει βία από όχλους και θανατικές ποινές με κρατική κάλυψη.
Ο Νέλσον είπε ότι ο νόμος περί βλασφημίας επί ποινή θανάτου στις δώδεκα βόρειες πολιτείες είναι κάτι το εξωφρενικό, και ανέφερε ότι η οργάνωση Alliance Defending Freedom παρεμβαίνει υπέρ ατόμων που αντιμετωπίζουν κατηγορίες βλασφημίας και αποστασίας στα δικαστήρια σαρία της Νιγηρίας. Όπως σημείωσε, πρόκειται για ένα από τα μόλις επτά μέρη στον κόσμο με νόμο αυτού του είδους.
Το 2024, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε κλιμάκωση της βίας από όχλο σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών που σχετίζονται με κατηγορίες βλασφημίας, όπου τα θύματα λιντσαρίστηκαν, λιθοβολήθηκαν, βασανίστηκαν και κάηκαν ζωντανά.

Η οργάνωση ανέφερε ότι η προφανής ενθάρρυνση δολοφονιών για βλασφημία από θρησκευτικούς ηγέτες δημιουργεί ένα περιβάλλον στο οποίο ο όχλος αισθάνεται ότι δικαιούται να πάρει τον νόμο στα χέρια του, ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι σπάνια καταδικάζουν δημόσια τη βία του όχλου για βλασφημία.
«Ένας θρησκευτικός παράγοντας»
Ο Ομπαντάρε από το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων είπε ότι η συζήτηση για τη βία στη Νιγηρία έχει γίνει όλο και πιο θολή και ότι παλαιότερα συμφωνούσαν πως η απειλή ήταν ο φονταμενταλισμός.
Υποστήριξε δε ότι η ιδέα πως οι ισλαμιστές αντάρτες δεν πρέπει να περιγράφονται ή να παρουσιάζονται ως αυτό που είναι, επειδή δεν θέλουν να προσβάλουν τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους, είναι, κατά την άποψή του, συγκαταβατική απέναντι στους μετριοπαθείς μουσουλμάνους.
Είπε ότι όσο περισσότερο η Μπόκο Χαράμ δηλώνει πως ο στόχος της είναι θρησκευτικός, ότι θέλει να αντικαταστήσει τη Νιγηρία με ένα ισλαμικό κράτος, ότι μισεί τη δημοκρατία και ότι το πρόβλημα είναι η απιστία, τόσο περισσότερο κάποιοι από την άλλη πλευρά επιμένουν να λένε ότι δεν ξέρουν για τι μιλούν, ότι πρόκειται για την κλιματική αλλαγή και ότι δεν έχει καμία σχέση με τη θρησκεία.
Παρά τη διαρκή απειλή, ο Ντάουντα είπε ότι δεν σκέφτεται να ζήσει οπουδήποτε αλλού. Ζητούν από τον Θεό να παρέμβει και γι’ αυτό έχουν ακόμη την ευκαιρία να μιλούν γι’ αυτό.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Πιο Πρόσφατα
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά.