Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

26 Σεπτεμβρίου 2025

Ο κρυφός εκβιασμός του Ερντογάν πίσω από τη ρητορική της «ειρήνης»

Επιστρέφοντας από τη Νέα Υόρκη, ο Ταγίπ Ερντογάν δεν περιορίστηκε σε διπλωματικούς τόνους· αξιοποίησε τη σκηνή για να κλιμακώσει την προκλητική του ρητορική απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο και να παρουσιάσει, υπό τον μανδύα της «ειρήνης» και της «σταθερότητας», ένα νέο-οθωμανικό όραμα που στην πράξη λειτουργεί ως σχέδιο εκβιασμού για ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Οι δηλώσεις του, προσαρμοσμένες ώστε να λειτουργούν θελκτικά στη διεθνή σκηνή, αποκρύπτουν την πραγματική τους στόχευση: την απαίτηση αναδιανομής δικαιωμάτων, την αμφισβήτηση διεθνώς αναγνωρισμένων κυριαρχιών και την προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων.

Πρώτο και σαφές μήνυμα προς την Ελλάδα: ο Ερντογάν δεν θεωρεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα αδιαπραγμάτευτα, αλλά αντικείμενο «μοιράσματος». Το περίφημο δόγμα «καζάν-καζάν» παύει να είναι απλώς οικονομική ρητορική και μετατρέπεται σε μοχλό πίεσης — συνεκμετάλλευση υπό το βάρος στρατηγικών διεκδικήσεων. Η Αθήνα, σύμφωνα με τη νέα αφήγηση της Άγκυρας, θα κληθεί να καθίσει σε τραπέζι «διαπραγμάτευσης» όχι με ίσους όρους αλλά με όρους που επιβάλει ο ισχυρός γείτονας.

Δεύτερον, το μήνυμα προς τη Δύση και κυρίως προς την Ουάσινγκτον: ο Ερντογάν επιδιώκει να παρουσιαστεί ως μοναδικός ρυθμιστής και εγγυητής περιφερειακής σταθερότητας. Φράσεις περί «ειρήνης στη Λιβύη» και «ναυτικής συνεργασίας με την Αίγυπτο» έχουν διττό σκοπό — να κερδίσουν διεθνή αποδοχή για την ενισχυμένη παρουσία της Τουρκίας και ταυτόχρονα να νομιμοποιήσουν διευρυμένο ρόλο στην περιφερειακή αρχιτεκτονική, παράλληλα με την υπονόμευση του Δικαίου της Θάλασσας που υπερασπίζονται Ελλάδα και Κύπρος.

Τρίτο, το μήνυμα προς το Κάιρο: η αναφορά σε πιθανή νέα συμφωνία με την Αίγυπτο, ανάλογη του τουρκολιβυκού μνημονίου, δεν ήταν τυχαία. Η Άγκυρα επιχειρεί να σπάσει τη στρατηγική επικοινωνία Ελλάδας–Αιγύπτου, προσφέροντας στο Κάιρο «συνεργασίες» που μεθοδικά αλλάζουν τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο και τοποθετούν την Τουρκία ως κεντρικό παράγοντα στον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών.

Τέταρτο, η Κύπρος: η κατηγορηματική θέση Ερντογάν ότι η λύση της ομοσπονδίας «έχει κλείσει» και ότι μοναδική οδός είναι η αποδοχή δύο κρατών αποτελεί ευθεία πρόκληση. Πέρα από ρητορική, το μήνυμα αυτό ανοίγει το δρόμο για προσπάθειες διεθνούς νομιμοποίησης του ψευδοκράτους, με ό,τι αυτό σημαίνει για την αποσταθεροποίηση της περιοχής και την υπονόμευση θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου.

Πέμπτο, η Ευρωπαϊκή Ένωση: ο Ερντογάν απέδειξε με τη στάση του ότι δεν πτοείται από τις καταδικαστικές δηλώσεις ή αποφάσεις των Βρυξελλών. Η ουσία του μηνύματός του είναι πως η ΕΕ περιορίζεται σε συμβολικές αντιδράσεις, χωρίς να διαθέτει εργαλεία ή πολιτική βούληση που να επιφέρουν πραγματικό κόστος στην Τουρκία. Αυτό δίνει στην Άγκυρα την αίσθηση της ασυλίας για τη δημιουργία τετελεσμένων.

Το συνολικό συμπέρασμα είναι ανησυχητικό: ο Ερντογάν εξωραΐζει με όρους «ειρήνης» έναν σχεδιασμό που κατά βάθος επιδιώκει αναθεώρηση, συνεκμετάλλευση και γεωστρατηγική επανατοποθέτηση στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ρητορική του λειτουργεί ως κάλυψη για επιθετικές πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη διάβρωση της ελληνικής και της κυπριακής κυριαρχίας, στην αποσταθεροποίηση περιφερειακών συμμαχιών και στην αναδιανομή ισχύος υπέρ της Άγκυρας. Η απειλή πλέον δεν περιορίζεται στη ρητορική· είναι στρατηγική, μεθοδική και στοχευμένη, σχεδιασμένη να εγκλωβίσει την Ελλάδα σε μόνιμες υποχωρήσεις και σε παζάρι που δεν έχει καμία σχέση με τις αρχές του διεθνούς δικαίου.