Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Τραμπ προτείνει την επαναλειτουργία του Αλκατράζ ως φυλακή υψίστης ασφαλείας

«Το Αλκατράζ είναι ένα μέρος όπου το παρελθόν συναντά το παρόν»

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, τάχθηκε υπέρ της επαναλειτουργίας και της επέκτασης του Αλκατράζ, του πρώην ομοσπονδιακού σωφρονιστικού καταστήματος που βρίσκεται σε ένα μικρό νησί στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο. Η πρότασή του περιλαμβάνει τη μετατροπή του χώρου, που εδώ και δεκαετίες λειτουργεί ως τουριστικό αξιοθέατο και ιστορικό ορόσημο, ξανά σε φυλακή, με στόχο τη φιλοξενία επικίνδυνων κρατουμένων και την ενίσχυση της εικόνας του κράτους ως προστάτη της έννομης τάξης.

Το Αλκατράζ, γνωστό ευρύτερα ως «ο Βράχος», χρησιμοποιήθηκε ως ομοσπονδιακή φυλακή από το 1934 έως το 1963. Στη διάρκειά του λειτούργησε ως κατάστημα κράτησης για τους πλέον διαβόητους εγκληματίες της εποχής, όπως ο Αλ Καπόνε, ο Μίκι Κοέν και ο Τζορτζ «Machine Gun» Κέλι. Η απομόνωσή του, περίπου δύο χιλιόμετρα από τις ακτές του Σαν Φρανσίσκο, σε συνδυασμό με τα ισχυρά ρεύματα και τα παγωμένα νερά του κόλπου, το κατέστησαν σχεδόν απρόσιτο και θεωρητικά απόρθητο για οποιονδήποτε επιχειρούσε απόδραση.

Πριν γίνει φυλακή, το Αλκατράζ είχε χτιστεί στα μέσα του 19ου αιώνα ως στρατιωτικό φρούριο και αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτική φυλακή. Σήμερα, ανήκει στην Υπηρεσία Εθνικών Πάρκων των ΗΠΑ και λειτουργεί ως μουσείο, προσελκύοντας περισσότερους από ένα εκατομμύριο επισκέπτες ετησίως. Η φήμη του ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο μετά την κυκλοφορία της κινηματογραφικής ταινίας «Απόδραση από το Αλκατράζ» το 1979, με πρωταγωνιστή τον Κλιντ Ίστγουντ, που βασίστηκε στην πραγματική απόπειρα δραπέτευσης τριών κρατουμένων το 1962.

Η πρόταση Τραμπ αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από ειδικούς και αξιωματούχους, οι οποίοι χαρακτηρίζουν το σχέδιο μη ρεαλιστικό. Η ανακαίνιση των παλαιών και ερειπωμένων εγκαταστάσεων θεωρείται εξαιρετικά δαπανηρή και τεχνικά δύσκολη, ενώ εγείρονται ερωτήματα και για τη σκοπιμότητα χρήσης ενός ιστορικού χώρου ως ενεργής φυλακής. Παρ’ όλα αυτά, η ιδέα εντάσσεται στο γενικότερο αφήγημα του Αμερικανού προέδρου για αυστηροποίηση της ποινικής πολιτικής και ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας μέσω συμβολικών και αποφασιστικών παρεμβάσεων.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, πρότεινε την επαναλειτουργία και την επέκταση του Αλκατράζ, της άλλοτε διαβόητης ομοσπονδιακής φυλακής που βρίσκεται σε ένα μικρό νησί στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο. Σύμφωνα με τον ίδιο, το Αλκατράζ θα μπορούσε να επανέλθει σε λειτουργία για τη φιλοξενία ιδιαίτερα επικίνδυνων κρατουμένων και να λειτουργήσει ως ισχυρό σύμβολο νόμου και τάξης στη χώρα.

Το Αλκατράζ, γνωστό και ως «ο Βράχος», χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή από το 1934 έως το 1963. Φιλοξένησε μερικούς από τους πιο διαβόητους εγκληματίες της εποχής, όπως τον Αλ Καπόνε και τον «Machine Gun» Κέλι, και έγινε θρύλος λόγω της υποτιθέμενης αδυναμίας απόδρασης, εξαιτίας των παγωμένων νερών και των ισχυρών ρευμάτων του κόλπου. Πριν τη μετατροπή του σε ομοσπονδιακή φυλακή, το νησί είχε χρησιμοποιηθεί ως φρούριο ναυτικής άμυνας και στη συνέχεια ως στρατιωτική φυλακή.

Η λειτουργία του Αλκατράζ κρίθηκε οικονομικά μη βιώσιμη: σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Γραφείο Φυλακών (BOP), το κόστος λειτουργίας του ήταν σχεδόν τριπλάσιο σε σύγκριση με άλλες ομοσπονδιακές φυλακές. Η απόφαση για το κλείσιμό του ελήφθη το 1963 από τον τότε γενικό εισαγγελέα των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Κένεντι. Από τότε, το Αλκατράζ παραμένει κλειστό ως σωφρονιστικό κατάστημα και λειτουργεί πλέον ως μουσείο υπό τη διαχείριση της Υπηρεσίας Εθνικών Πάρκων, προσελκύοντας περισσότερους από 1,4 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως.

Η φυλακή έχει μείνει ζωντανή στη συλλογική μνήμη μέσω του κινηματογράφου και της ποπ κουλτούρας. Η απόπειρα απόδρασης του 1962 ενέπνευσε την ταινία «Απόδραση από το Αλκατράζ» του 1979 με πρωταγωνιστή τον Κλιντ Ίστγουντ, ενώ το 1996 το νησί αποτέλεσε το σκηνικό για την επιτυχημένη ταινία δράσης «The Rock» με τους Σον Κόνερι και Νίκολας Κέιτζ.

Παρά την πρόθεση του Τραμπ, ειδικοί και αξιωματούχοι εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για την υλοποίηση του σχεδίου, χαρακτηρίζοντάς το μη ρεαλιστικό λόγω του μεγάλου κόστους ανακαίνισης και της υποδομής που έχει υποστεί σημαντικές φθορές με την πάροδο των δεκαετιών.

Όπως δήλωσε η Κριστίν Λένερτζ, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Golden Gate National Parks Conservancy, «το Αλκατράζ είναι ένα μέρος όπου το παρελθόν συναντά το παρόν» και προσθέτει πως «μας προκαλεί να ακούσουμε, να μάθουμε και να μεταφέρουμε τις ιστορίες που εξακολουθούν να διαμορφώνουν τον κόσμο μας σήμερα».

Η πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ για την επαναλειτουργία και την επέκταση του Αλκατράζ ως φυλακής υψίστης ασφαλείας δεν είναι η πρώτη φορά που το ιστορικό νησί επανέρχεται στο προσκήνιο με σκοπό τη χρήση του ως κέντρο κράτησης. Το 1981, η κυβέρνηση του Ρόναλντ Ρίγκαν είχε εξετάσει την πιθανότητα μετατροπής του Αλκατράζ σε κέντρο υποδοχής για έως και 20.000 Κουβανούς πρόσφυγες που είχαν φτάσει στις ακτές της Φλόριντα. Ωστόσο, το σχέδιο εγκαταλείφθηκε, καθώς κρίθηκε ακατάλληλο εξαιτίας της ανυπαρξίας βασικών υποδομών και της σημασίας του ως ιστορικού και τουριστικού χώρου.

Μετά τις δηλώσεις Τραμπ που προκάλεσαν παγκόσμιο ενδιαφέρον, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Δικαιοσύνης, Τσαντ Γκίλμαρτιν, ανακοίνωσε πως το Ομοσπονδιακό Γραφείο Φυλακών (BOP) εργάζεται για την ανοικοδόμηση και επαναλειτουργία της φυλακής, με σκοπό να καταστεί «σύμβολο του νόμου και της τάξης». Παρά τη στήριξη της κυβέρνησης, η πρόταση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από ειδικούς και πρώην αξιωματούχους του σωφρονιστικού συστήματος.

Ο Hugh Hurwitz, πρώην υπηρεσιακός διευθυντής του BOP, χαρακτήρισε την ιδέα ανεφάρμοστη. Σε δήλωσή του στο BBC ανέφερε χαρακτηριστικά: «Για να είμαι ειλικρινής, στην αρχή νόμιζα ότι επρόκειτο για αστείο. Δεν είναι ρεαλιστικό να πιστεύεις ότι μπορείς να το επισκευάσεις. Θα έπρεπε να το διαλύσεις και να ξεκινήσεις από την αρχή». Η δήλωσή του αντανακλά την ευρύτερη άποψη μεταξύ ειδικών ότι οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις είναι τόσο φθαρμένες και ανεπαρκείς, ώστε οποιαδήποτε προσπάθεια ανακαίνισης θα ισοδυναμούσε πρακτικά με πλήρη ανοικοδόμηση.

Παρά την ιστορική του αξία και τη συμβολική βαρύτητα που έχει αποκτήσει μέσα από τον κινηματογράφο και τη συλλογική μνήμη, το Αλκατράζ σήμερα λειτουργεί κυρίως ως μουσείο και τουριστικό αξιοθέατο υπό τη διαχείριση της Υπηρεσίας Εθνικών Πάρκων, προσελκύοντας πάνω από 1,4 εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο. Οι εκκλήσεις για αξιοποίηση του χώρου ως φυλακή προσκρούουν στην αντίφαση μεταξύ της ανάγκης διατήρησης της ιστορικής του ταυτότητας και των πρακτικών δυσκολιών που συνεπάγεται μια τέτοια μετατροπή.

Τραμπ προτείνει την επαναλειτουργία του Αλκατράζ ως φυλακή υψίστης ασφαλείας v475699902

Ο Hugh Hurwitz, πρώην υπηρεσιακός διευθυντής του Ομοσπονδιακού Γραφείου Φυλακών (BOP), επισημαίνει ότι τα προβλήματα των υποδομών είναι εκτεταμένα και σοβαρά. Τα κτίρια βρίσκονται σε προχωρημένη αποσύνθεση, με πολλά να «καταρρέουν κυριολεκτικά», ενώ τα κελιά είναι τόσο μικρά ώστε ένας άνθρωπος μετρίου ύψους δεν μπορεί καν να σταθεί όρθιος. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία υποδομή σύγχρονης ασφάλειας – ούτε κάμερες, ούτε περίφραξη, ούτε οποιοδήποτε σύστημα παρακολούθησης.

Η ιστορικός Jolene Babyak, που έζησε στο νησί ως παιδί όταν ο πατέρας της υπηρετούσε ως διοικητής της φυλακής, στάθηκε σε δύο βασικά σημεία: την παροχή νερού και τη διαχείριση των λυμάτων. Όπως εξήγησε, στην εποχή της ακμής του Αλκατράζ τα λύματα απλώς πετιούνταν στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο. Σήμερα, οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί απαιτούν τη μεταφορά τους εκτός νησιού, με κόστος και πολυπλοκότητα που καθιστούν τη διαχείριση μη βιώσιμη. «Δεν είναι καθόλου ρεαλιστικό. Αλλά αιχμαλωτίζει τη φαντασία όλων», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η οικονομική διάσταση αποτελεί επίσης ισχυρό επιχείρημα κατά της πρότασης. Το 1963, όταν το Αλκατράζ έκλεισε οριστικά, το BOP υπολόγισε πως το κόστος λειτουργίας του ήταν σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με άλλες ομοσπονδιακές φυλακές – περίπου 10 με 13 δολάρια ανά κρατούμενο, όταν το αντίστοιχο κόστος αλλού κυμαινόταν μεταξύ 3 και 5 δολαρίων. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι κάθε προμήθεια – από τρόφιμα μέχρι υλικά συντήρησης – έπρεπε να μεταφέρεται στο νησί με πλοίο.

Σήμερα, το κόστος φύλαξης σε σύγχρονες φυλακές κυμαίνεται μεταξύ 120 και 164 δολαρίων ανά κρατούμενο ημερησίως. Οι ειδικοί εκτιμούν πως στο Αλκατράζ αυτό το ποσό θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 500 δολάρια ανά άτομο, για μια εγκατάσταση που στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε να στεγάσει μέχρι 340 κρατούμενους.

Ο ιστορικός John Martini, πρώην δασοφύλακας της Υπηρεσίας Εθνικού Πάρκου, τονίζει ότι το κόστος ήταν και παραμένει απαγορευτικό. Η κατάσταση των υποδομών είναι τέτοια που απαιτούνται εκ νέου εγκαταστάσεις για νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, θέρμανση και αποχέτευση – τίποτα από αυτά δεν λειτουργεί σήμερα. Όπως λέει, η πρόταση Τραμπ δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ακόμη επεισόδιο στην παράξενη ιστορία του Αλκατράζ.