Τον έντονο προβληματισμό του για την πορεία του θεσμού των εκπτώσεων μετά τη λήξη της περιόδου της Black Friday εκφράζει ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιά, επισημαίνοντας ότι οι προωθητικές ενέργειες έχουν πλέον εδραιωθεί στην αγορά, ακολουθώντας διεθνείς τάσεις και σύγχρονες συνήθειες των καταναλωτών. Παρά τη δυναμική που μπορούν να προσφέρουν, η διαρκής επέκταση των «ειδικών» εκπτωτικών περιόδων και η απουσία ενιαίας στρατηγικής έχουν προκαλέσει σύγχυση στο κοινό, πιέζοντας τα περιθώρια κέρδους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και υποβαθμίζοντας σταδιακά την αξία του θεσμού. Την ίδια ώρα, όλο και περισσότερες έρευνες δείχνουν ότι σημαντικό τμήμα των καταναλωτών αντιμετωπίζει τις εκπτώσεις με δυσπιστία, αμφισβητώντας το πραγματικό ύψος των μειώσεων και θεωρώντας ότι οι προσφορές δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την αγοραστική συμπεριφορά και υπονομεύει τον ανταγωνισμό.
Για τον λόγο αυτό, ο Σύλλογος ζητά να ξεκινήσει ένας θεσμικός και ουσιαστικός διάλογος με την Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς, με στόχο τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου πλαισίου εκπτώσεων που θα ενισχύει τη διαφάνεια, θα προστατεύει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και θα προσφέρει στους καταναλωτές ξεκάθαρη εικόνα για την πραγματική αξία των μειώσεων. Δεν πρόκειται μόνο για επαναπροσδιορισμό ημερομηνιών και ποσοστών, αλλά για την ανάγκη ενός σταθερού περιβάλλοντος εμπιστοσύνης, μέσα στο οποίο οι επιχειρήσεις δεν θα εξαναγκάζονται σε συνεχή απαξίωση των προϊόντων τους και οι καταναλωτές θα γνωρίζουν ότι οι εκπτώσεις είναι ουσιαστικές και αληθινές.
Ο πρόεδρος του ΕΣΠ, Θοδωρής Καπράλος, τονίζει ότι οι εκπτώσεις πρέπει να λειτουργούν ως γέφυρα εμπιστοσύνης μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών και όχι ως μια ατελείωτη μάχη επιβίωσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή ως μια θολή υπόσχεση ευκαιριών για το κοινό. Καλεί την Πολιτεία και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς σε ανοιχτό διάλογο για τη δημιουργία ενός πλαισίου που θα επιτρέπει στην αγορά να σταθεροποιηθεί, στους καταναλωτές να νιώσουν ασφάλεια και στην επιχειρηματικότητα να αναπτυχθεί, ώστε να οικοδομηθούν τα θεμέλια μιας αγοράς που ευδοκιμεί με διαφάνεια και εμπιστοσύνη.