Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

18 Φεβρουαρίου 2025

Ευρωπαϊκή πολιτική και ασφάλεια με την Ελλάδα να μένει εκτός

Η μίνι Σύνοδος Κορυφής του Emmanuel Macron που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι είχε ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία, αλλά και επειδή υποδεικνύει τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την ανάγκη για αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής πολιτικής και στρατηγικής. Η σύνοδος αυτή, αν και δεν αποτελούσε επίσημο θεσμό της ΕΕ, ανέδειξε την απογοήτευση των ευρωπαϊκών ηγετών από τις αργές και συχνά αναποτελεσματικές διαδικασίες του μπλοκ και τη στασιμότητα που μπορεί να προκαλέσει η ανάγκη για ομόφωνες αποφάσεις στις συνόδους κορυφής της ΕΕ.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα συμμετείχε ενεργά στην υποστήριξη της Ουκρανίας με στρατιωτικό εξοπλισμό και βοήθεια, δεν προσκλήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Παρισιού. Η αποχώρησή του από την ηγετική ομάδα της ΕΕ αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου πλαισίου μιας στρατηγικής που επιδιώκει να ξεφύγει από το παραδοσιακό μοντέλο συναίνεσης της ΕΕ. Η απόφαση αυτή ήταν ιδιαίτερα συμβολική, δεδομένων των σοβαρών διπλωματικών και πολιτικών ζυμώσεων που εξελίσσονται, ειδικά σχετικά με την υποστήριξη της Ουκρανίας και τη διαχείριση της ρωσικής απειλής.

Το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης δεν συμμετείχε, και αντ’ αυτού οι ηγέτες της Γερμανίας, Ιταλίας, Ισπανίας, Πολωνίας, Δανίας, και του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν παρόντες, υπογραμμίζει την τάση για την υιοθέτηση μιας πιο μικρής, ελίτ προσέγγισης στην αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων, τα οποία ξεπερνούν τη διαδικασία των 27 κρατών-μελών της ΕΕ.

Η παραδοσιακή διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ συχνά χαρακτηρίζεται από καθυστερήσεις και αποτυχία να φτάσουν σε ουσιαστικές συμφωνίες, καθώς οι 27 χώρες του μπλοκ αναζητούν πάντα συναίνεση, με αποτέλεσμα τα θέματα εξωτερικής πολιτικής να μένουν σε εκκρεμότητα ή να αποδυναμώνονται. Αυτό έχει αποδειχτεί ιδιαίτερα προβληματικό στην περίπτωση της Ρωσίας και των κυρώσεων, με την Ουγγαρία, για παράδειγμα, να αποτελεί συχνά εμπόδιο σε νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Η πρωτοβουλία του Macron, επομένως, για τη συγκέντρωση μιας μικρής ομάδας ηγετών που θα μπορούσαν να δράσουν γρήγορα και αποφασιστικά, έδειξε την απογοήτευση από την αργή και αναποτελεσματική διαδικασία της ΕΕ. Το γεγονός ότι η Σύνοδος του Παρισιού επικεντρώθηκε σε συγκεκριμένες χώρες, ενώ δεν υπήρξε η συμμετοχή των υψηλότερων αξιωματούχων της ΕΕ, όπως η Ursula von der Leyen και ο António Costa, υπογραμμίζει την αντίληψη ότι η ΕΕ, ως θεσμικό όργανο, είναι αργή και δύσκαμπτη για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες μιας έκτακτης ανάγκης, όπως αυτή που δημιουργείται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την απειλή της Ρωσίας.

Η ουσία της συζήτησης στη Σύνοδο Κορυφής αφορούσε τη στρατηγική για την Ουκρανία, ειδικά για το πώς η Ευρώπη μπορεί να την υποστηρίξει καλύτερα στην αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας, καθώς και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας. Η έλλειψη αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος, ενόψει της αλλαγής στη διοίκηση των ΗΠΑ και της αναμενόμενης αποχώρησης της Ουάσινγκτον από τον άμεσο στρατηγικό ρόλο στην περιοχή, σημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλεια της περιοχής.

Οι ηγέτες του Παρισιού συζήτησαν πώς η Ευρώπη μπορεί να προστατεύσει την Ουκρανία και να εξασφαλίσει μια βιώσιμη ειρηνική συμφωνία, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τη δική της άμυνα. Ο Macron τόνισε τη σημασία να προετοιμαστεί η Ευρώπη για έναν κόσμο χωρίς την αμερικανική προστασία, κάτι που απαιτεί στρατηγική ανεξαρτησίας και ενίσχυσης των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων.

Αν και οι ηγέτες της ΕΕ δεν κατέληξαν σε ένα οριστικό στρατηγικό σχέδιο, η συζήτηση άνοιξε το δρόμο για το θέμα της στρατιωτικής δράσης. Το νομικό και θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, το οποίο επικεντρώνεται κυρίως σε οικονομικά και εμπορικά ζητήματα, δεν είναι κατάλληλο για την έγκριση στρατιωτικών δράσεων ή τη λήψη αποφάσεων σε στρατηγικό επίπεδο. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις της Ευρώπης τείνουν να γίνονται μέσω συνασπισμών προθύμων (όπως για παράδειγμα η στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη το 2011), ή μέσω της συνεργασίας με το ΝΑΤΟ.

Το γεγονός ότι ορισμένοι ηγέτες, όπως ο Πολωνός Donald Tusk και ο Γερμανός Olaf Scholz, δεν επιθυμούν να στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία ως ειρηνευτές δείχνει τις αντιφάσεις στην ευρωπαϊκή στρατηγική. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Keir Starmer, προσφέροντας την αποστολή στρατιωτών στην Ουκρανία, καταδεικνύει την προθυμία του Ηνωμένου Βασιλείου να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην περιοχή, ενώ άλλοι ηγέτες παραμένουν επιφυλακτικοί, λόγω των κινδύνων και των πολιτικών αντιφάσεων που συνεπάγεται μια τέτοια εμπλοκή.

Η Σύνοδος Κορυφής του Παρισιού ανέδειξε την ανάγκη για μία στρατηγική αναθεώρηση της ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία να είναι πιο ευέλικτη και αποφασιστική. Παρόλο που η Ευρώπη επιδιώκει να ενισχύσει τη δική της άμυνα και να παράσχει υποστήριξη στην Ουκρανία, η έλλειψη συμφωνίας για τις στρατιωτικές ενέργειες και η διχασμένη στρατηγική δείχνουν ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο και ότι η ανάγκη για συντονισμό και αποφασιστικότητα παραμένει επιτακτική.

Ο χρόνος πιέζει και η ανάγκη για δράση είναι άμεση, με τις αμυντικές προμήθειες να απαιτούν χρόνια και την οικονομία της Ρωσίας να είναι ήδη έτοιμη για πόλεμο. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Anand Menon, «αν θέλαμε να προετοιμαστούμε για τον Trump 2, θα έπρεπε να το είχαμε κάνει κατά τη διάρκεια του Trump 1», τονίζοντας την καθυστέρηση στην προετοιμασία της Ευρώπης για τις μελλοντικές προκλήσεις.

Ετικέτες: