Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Η Δικαιοσύνη ξανανοίγει τον φάκελο των «Σπαρτιατών»

Με μια κίνηση-καταπέλτη που δεν επιδέχεται παρερμηνειών, η Εισαγγελία Εφετών Αθηνών αποφάσισε να ασκήσει έφεση κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης του Μονομελούς Εφετείου, το οποίο είχε κηρύξει αθώους τους 13 κατηγορούμενους στη δίκη των «Σπαρτιατών». Ανάμεσά τους και ο Ηλίας Κασιδιάρης, που εμφανίζεται ως ο ηθικός αυτουργός της υπόθεσης εξαπάτησης του εκλογικού σώματος.

Η απόφαση αυτή, που έρχεται λίγες μόλις εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της αθώωσης, επαναφέρει το ζήτημα στην πρώτη γραμμή της πολιτικοδικαστικής επικαιρότητας. Κι αυτό διότι δεν πρόκειται για μια απλή ένσταση επί διαδικαστικών θεμάτων. Η Εισαγγελία, όπως αναφέρουν δικαστικές πηγές, υποστηρίζει με ρητό τρόπο ότι το σύνολο του κατηγορητηρίου αποδείχθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία. Οι επισκέψεις βουλευτών των «Σπαρτιατών» στις φυλακές του Δομοκού, τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές του 2023, όπου κρατείται ο Ηλίας Κασιδιάρης, αποτελούν τον πυρήνα του κατηγορητικού λόγου.

Εκεί όπου το δικαστήριο είδε ασάφειες, η Εισαγγελία βλέπει συνέργεια. Εκεί που η έδρα μίλησε για αδυναμία απόδειξης εξαπάτησης του εκλογικού σώματος, οι εισαγγελικές αρχές διαβάζουν μεθοδευμένες ενέργειες πίσω από κλειστές πόρτες, διαδρομές εξουσίας μέσα από σκιώδεις μηχανισμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σκεπτικό της έφεσης γίνεται αναφορά στην αρχική κατάθεση του αρχηγού του κόμματος, Βασίλη Στίγκα, ενώπιον της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου – μια κατάθεση η οποία στην πορεία… ανασκευάστηκε.

Η μεταστροφή του Στίγκα και το βάρος των ευθυνών

Η μεταστροφή αυτή δεν πέρασε απαρατήρητη. Αντίθετα, αποτέλεσε –κατά πληροφορίες– το κεντρικό σημείο κριτικής από την Εισαγγελία Εφετών. Κατά την άποψη της εισαγγελικής αρχής, η ανασκευασμένη κατάθεση του Στίγκα φέρει εμφανή ίχνη σκοπιμότητας. Κι αυτό γιατί, όπως όλα δείχνουν, προήλθε υπό την πίεση της εκκρεμούς διαδικασίας ενώπιον του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου για πιθανή ακύρωση της εκλογής των βουλευτών των «Σπαρτιατών». Εδώ πλέον η έννοια της ηθικής αυτουργίας διαστέλλεται και αποκτά πολιτικό βάθος – και ουσία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αρμόδιος εισαγγελέας θεωρεί πως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν προέβη σε επαρκή διερεύνηση των δηλώσεων του Στίγκα στο ακροατήριο. Υπενθυμίζεται πως ο Στίγκας, μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας, κατά την ακροαματική διαδικασία αναίρεσε όσα είχε καταθέσει δημοσίως και ενόρκως νωρίτερα, αποδίδοντας τα περί «Greek Mafia», «Don Corleone» και εξωκοινοβουλευτικών παρεμβάσεων σε εσφαλμένη πληροφόρηση.

Το ζήτημα, όμως, δεν είναι μόνο νομικό. Είναι και βαθύτατα θεσμικό. Η ίδια η δημοκρατική τάξη δεν μπορεί να ανεχθεί μια υποψία, έστω, ότι αλλοιώθηκε η λαϊκή βούληση με αδιαφανή μέσα. Η απόφαση της 14ης Μαΐου, που είχε δεχθεί την πρόταση του εισαγγελέα για απαλλαγή, είχε δημιουργήσει ερωτηματικά. Όχι επειδή η αθώωση δεν είναι θεμιτή σε μια Δημοκρατία, αλλά επειδή το βάθος των καταγγελιών ήταν τέτοιο, ώστε δεν μπορούσε να παρακαμφθεί τόσο εύκολα.

Πλέον, με την έφεση, οι κατηγορούμενοι –ανάμεσά τους πρώην και νυν βουλευτές– επιστρέφουν στο εδώλιο. Η δίκη αποκτά δεύτερη ζωή, με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερες θεσμικές απαιτήσεις. Κι εκεί, δεν θα αρκεί ένα «δεν αποδείχθηκε η εξαπάτηση». Θα χρειαστεί καθαρή απάντηση για το αν πράγματι υπήρξε συντονισμένη απόπειρα εκλογικής παραπλάνησης υπό τις οδηγίες ενός κρατούμενου.

Το διακύβευμα είναι διπλό: αφενός η απονομή της Δικαιοσύνης σε ένα ιδιαίτερα φορτισμένο πολιτικό σκηνικό, αφετέρου η αποκατάσταση ή όχι της αξιοπιστίας του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Γιατί τελικά, σε υποθέσεις όπως αυτή, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι ποιος έχει δίκιο, αλλά αν το δίκιο μπορεί να ακουστεί μέσα στον θόρυβο των ψιθύρων και των υπόγειων διαδρομών.