Την ώρα που στην Ολομέλεια της Βουλής κορυφωνόταν η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2026, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να απευθυνθεί στην κοινωνία από την Πάτρα, στην πρώτη παρουσίαση της «Ιθάκης» εκτός Αθηνών. Από νωρίς έγινε σαφές ότι η βραδιά δεν θα έμενε στα στενά όρια μιας βιβλιοπαρουσίασης, αλλά εξελίχθηκε σε ανοιχτή πολιτική τοποθέτηση. Ο πρώην πρωθυπουργός αξιοποίησε το βήμα για να εκπέμψει πολλαπλά σήματα, προς την κυβέρνηση αλλά και προς το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνοντας ότι επιχειρεί πιο καθαρά να εμφανιστεί ως το βασικό αντίπαλο δέος απέναντι στη σημερινή κυβερνητική πολιτική.
Η επιλογή της Πάτρας δεν θεωρήθηκε τυχαία, καθώς πρόκειται για πόλη με ιδιαίτερο συμβολισμό για τη δημοκρατική παράταξη και περιοχή όπου ο Αλέξης Τσίπρας είχε καταγράψει ισχυρές επιδόσεις ήδη από το 2012. Η παρουσία του στην αχαϊκή πρωτεύουσα διαβάστηκε ως προσπάθεια επανασύνδεσης με κοινωνικά στρώματα που πιέζονται, αλλά και ως υπενθύμιση του πολιτικού του αποτυπώματος στην περιφέρεια.

Στο κέντρο της ομιλίας του βρέθηκαν η οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης. Με εμφανή ένταση και βραχνιασμένη φωνή, ο πρώην πρωθυπουργός ανέφερε ότι «σεβαστήκαμε το τελευταίο ευρώ από τις θυσίες του ελληνικού λαού», επιχειρώντας να αντιπαραβάλει τη δική του διακυβέρνηση με τις σημερινές επιλογές. Στη συνέχεια άσκησε σφοδρή κριτική για τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στον πρωτογενή τομέα, λέγοντας ότι «η επιλογή τους ήταν να αφήσουν τους αγρότες μόνους τους» και ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός πατά «σε ένα θνησιγενές παραγωγικό μοντέλο, σαν αυτό που μας οδήγησε στην κρίση».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, υποστηρίζοντας πως «ο πρωτογενής τομέας είναι στον αυτόματο πιλότο» και ότι «τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης πήγαν σε 30 επιχειρήσεις». Με αυτό το σκεπτικό επιδίωξε να αναδείξει, όπως είπε, τις ανισότητες που ενισχύονται από την κυβερνητική πολιτική και να εμφανιστεί ως εκπρόσωπος όσων μένουν εκτός στήριξης.
Αναφερόμενος στις κινητοποιήσεις αγροτών και κτηνοτρόφων, τόνισε ότι «δίκαια βρίσκονται στους δρόμους» και ότι «η κυβέρνηση οφείλει να δώσει λύση τώρα», σημειώνοντας πως υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία και πόροι. Κάλεσε, μάλιστα, σε άμεση οικονομική ενίσχυση, ακόμη και με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, ώστε να υπάρξει συμψηφισμός σε μεταγενέστερο χρόνο.
Η επίθεσή του, ωστόσο, δεν έμεινε μόνο στην οικονομία. Σε υψηλούς τόνους έκανε λόγο για «καθεστώς διαφθοράς με κανόνες μαφίας», υποστηρίζοντας ότι η κοινωνία είναι οργισμένη και αναζητά διέξοδο. Όπως είπε, ο κόσμος ζητά «οξυγόνο και πολιτική αλλαγή» και πως «χρειάζεται ένα σοκ εμπιστοσύνης», επιχειρώντας να χτίσει προφίλ φορέα μιας ευρύτερης πολιτικής ανατροπής. Στο ίδιο πλαίσιο επανέφερε την πρότασή του για «πατριωτικό φόρο» στους οικονομικά ισχυρούς, συνδέοντάς την με την ανάγκη ενός νέου πατριωτισμού, ενώ χρησιμοποίησε και τη διαχωριστική φράση ότι «εκτός από την Ελλάδα του “Φραπέ”, υπάρχει η Ελλάδα του φιλότιμου και της αλληλεγγύης», σκιαγραφώντας δύο διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά πρότυπα.

Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η κινητικότητα γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα φαίνεται να προκαλεί αναταράξεις. Στελέχη και βουλευτές που επιδιώκουν να βρεθούν πολιτικά κοντά του πιέζουν για ταχύτερες αποφάσεις και για τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα. Στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, το βαρύ κλίμα στην Κουμουνδούρου δεν αποτυπώθηκε ανοιχτά, ωστόσο ο νυν πρόεδρος Σωκράτης Φάμελλος άφησε αιχμές προς τον πρώην πρωθυπουργό και επανέλαβε τη θέση του υπέρ της συγκρότησης κοινού ψηφοδελτίου των προοδευτικών δυνάμεων, επιλογή που δεν δείχνει να εντάσσεται στους σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα. Όσοι θεωρούν ότι ο κύκλος των συνεργασιών έχει κλείσει είτε δεν πήραν τον λόγο είτε απουσίασαν.
Στο ίδιο του το βιβλίο, πάντως, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται να θέτει σαφείς «κόκκινες γραμμές» για την πολιτική του επόμενη ημέρα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν σκοπεύει να μοιραστεί το μέλλον με συγκεκριμένα πρόσωπα και ότι σε μια νέα προσπάθεια όσοι από το παλιό δυναμικό συμμετάσχουν δεν θα έχουν προνόμια. Το 2026 θεωρείται κομβικό έτος για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως η αυτοοργάνωση που περιγράφεται παραμένει ασαφής και δύσκολη στην εφαρμογή, ενώ οι τοπικές οργανώσεις του κόμματος ενδέχεται να βρεθούν υπό αυξανόμενη πίεση, ειδικά αν ο πρώην πρωθυπουργός διευρύνει τον κύκλο των περιοδειών του. Ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει δεχθεί προσκλήσεις από όλη την Ελλάδα αλλά και από την Κύπρο, με τις αποφάσεις των επόμενων μηνών να θεωρούνται κρίσιμες, καθώς η σταδιακή «απογύμνωση» της Κουμουνδούρου μπορεί να αρχίσει να γίνεται ορατή και σε επίπεδο νομαρχιακών επιτροπών.