Στην Ελλάδα της Νέας Δημοκρατίας, κάθε συζήτηση που αγγίζει τις πυρκαγιές, τα δάση και την «πράσινη ανάπτυξη» μοιάζει καταδικασμένη να εγκλωβιστεί σε μια προπαγανδιστική δίνη. Όσοι τολμούν να αναδείξουν τη σκοτεινή πλευρά των ανεμογεννητριών – τη διαπλοκή τους με τις καμένες εκτάσεις, το οικονομικό παιχνίδι πίσω από τις άδειες, τη σιωπή για τις περιβαλλοντικές καταστροφές – στιγματίζονται ως «συνωμοσιολόγοι», «εχθροί της προόδου» ή, το τελευταίο αγαπημένο της κυβερνητικής γραμμής, «ασφαλίτες».
Αυτό το κυνήγι μαγισσών έχει μια συγκεκριμένη στόχευση: να αποσιωπήσει το γεγονός ότι οι πυρκαγιές και η βιομηχανία των ΑΠΕ είναι όψεις του ίδιου νομίσματος. Στο ένα χέρι κρατούν τη ρητορική για την «κλιματική κρίση», στο άλλο τις συμβάσεις με πολυεθνικές που στήνουν αιολικά πάρκα εκεί που χθες υπήρχαν δάση.
Το προφίλ των «ειδικών»
Τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίστηκαν διάφοροι «ειδικοί περί ανεμογεννητριών», που με σημαία τη Νέα Δημοκρατία έσπευσαν να καθησυχάσουν την κοινή γνώμη: «οι φωτιές δεν έχουν σχέση με τα αιολικά», «οι καμένες εκτάσεις προστατεύονται», «οι ανεμογεννήτριες σώζουν το περιβάλλον». Ομολογουμένως, πρόκειται για βολικό αφήγημα – τόσο βολικό όσο και το «ανθρώπινο λάθος» στα Τέμπη.
Όμως πίσω από το επιστημονικό προσωπείο, πρόκειται για ανθρώπους που, αντί να μιλούν ως ανεξάρτητοι μηχανικοί, δικηγόροι ή επιστήμονες, λειτουργούν ως άτυποι λομπίστες του κυβερνώντος κόμματος. Στην πράξη, υπερασπίζονται το δόγμα μιας πολιτικής εξουσίας που έχει κανονικοποιήσει την ατιμωρησία (από το «μπάζωμα» των Τεμπών έως τις σκανδαλώδεις ΣΔΙΤ) και αντιμετωπίζει κάθε κριτική ως απειλή.
Κι όμως, όσοι γνωρίζουν πραγματικά από τεχνικά έργα – μηχανικοί που έχουν δουλέψει για δεκαετίες σε διεθνείς κατασκευαστικούς κολοσσούς όπως η Bechtel, η Saipem, η Skanska ή η Bouygues – ξέρουν καλά ότι η σχέση καμένων εκτάσεων και αιολικών πάρκων δεν είναι φαντασίωση. Είναι σκληρή πραγματικότητα, που τεκμηριώνεται σε κάθε στάδιο: από το χαμηλότερο κόστος εγκατάστασης, μέχρι την ευκολότερη αδειοδότηση.
Όχι, κάθε φωτιά δεν οδηγεί αυτόματα σε τοποθέτηση ανεμογεννήτριας. Η απόφαση βασίζεται σε δεκάδες παραμέτρους. Όμως στην Ελλάδα, αντί για 32 παραμέτρους όπως ορίζει η διεθνής πρακτική, συνυπολογίζονται μόλις 8 έως 12. Και όταν το ρεύμα από τις ΑΠΕ αμείβεται με τιμή φυσικού αερίου – δηλαδή σε πλασματικά υψηλά επίπεδα – τότε ο χρόνος απόσβεσης μιας επένδυσης μειώνεται στο ένα τέταρτο. Η εξίσωση είναι απλή: περισσότερη καύση, περισσότερη κερδοφορία.
Στην πράξη, 5% έως 7% των καμένων εκτάσεων σήμερα ταυτίζεται με περιοχές που ήδη έχουν ανεμογεννήτριες ή είναι υποψήφιες για μελλοντική εγκατάσταση. Και το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί. Διότι, πολύ απλά, και οι δύο «δραστηριότητες» έχουν το ίδιο προαπαιτούμενο: αέρα.
«Το κόστος είναι το ίδιο παντού»
Αντίθετα, σε καμένες εκτάσεις το κόστος εγκατάστασης μειώνεται κατά 17% έως 32%. Γιατί;
- Δεν χρειάζονται εκτεταμένες αποψιλώσεις και εκριζώσεις.
- Η κατασκευή θεμελίων είναι απλούστερη.
- Η πρόσβαση με βαριά μηχανήματα γίνεται χωρίς εμπόδια.
- Η νομοθεσία θεωρεί τις εκτάσεις «αναδασωτέες», άρα η αδειοδότηση είναι ευκολότερη.
Η ουσία είναι ότι μια φωτιά καθαρίζει το πεδίο: λιγότερη βλάστηση, χαμηλότερο κόστος, πιο γρήγορες άδειες.
Οι μέθοδοι μείωσης κόστους
Στις καμένες εκτάσεις, οι κατασκευαστές εκμεταλλεύονται:
- Μηχανική κοπή υπορόφου με απλά εργαλεία.
- Ελεγχόμενα καψίματα για να απομακρυνθεί φθηνά η νεκρή βλάστηση.
- Διάνοιξη δρόμων και αντιπυρικών ζωνών που διπλασιάζονται ως διάδρομοι πρόσβασης.
- Χρήση πιο φθηνών υλικών θεμελίωσης.
- Εγκατάσταση αντιπυρικών μέτρων που μειώνουν το μελλοντικό κόστος συντήρησης
Εδώ βρίσκεται το πραγματικό σκάνδαλο. Αντί η πολιτεία να λειτουργεί ως θεματοφύλακας των δασών, νομοθετεί με τρόπο που διευκολύνει την επέλαση των ΑΠΕ. Οι καμένες εκτάσεις αντί να προστατεύονται, μετατρέπονται σε «ευκαιρίες». Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κλείνει τα μάτια και αφήνει το παιχνίδι να εξελίσσεται υπέρ των μεγάλων εταιρειών – είτε πρόκειται για εγχώριες όπως η ΤΕΡΝΑ, είτε για πολυεθνικές που διαχειρίζονται κολοσσιαία κεφάλαια.
Η πρόσβαση στις ανεμογεννήτριες δεν λειτουργεί ως αντιπυρική ζώνη. Στα πευκοδάση, οι ζώνες αυτές πρέπει να έχουν πλάτος τουλάχιστον 50 μέτρων. Οι δρόμοι που ανοίγονται για τις βάσεις των ανεμογεννητριών είναι πολύ στενότεροι. Ούτε βοηθούν στην κατάσβεση: χωρίς δίκτυο υδροληψίας, τα πυροσβεστικά δεν έχουν κανένα όφελος από την ύπαρξη δρόμων.
Όσοι τολμούν να πουν αυτά τα αυτονόητα, βρίσκονται στο στόχαστρο. Κατηγορούνται για «ασφαλίτικες πρακτικές», για «προπαγάνδα». Η πραγματικότητα όμως δεν μπορεί να κρυφτεί: οι φωτιές και οι ανεμογεννήτριες συνδέονται μέσα από ένα πλέγμα οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων. Το αφήγημα περί «πράσινης ανάπτυξης» λειτουργεί ως φύλλο συκής για μια ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία.
Το ευρύτερο πλαίσιο
Η συζήτηση αγγίζει την καρδιά της πολιτικής ηθικής. Μπορεί μια κυβέρνηση που συγκάλυψε το έγκλημα των Τεμπών, που ανέχεται τα σκάνδαλα των υπουργών της, να πείσει ότι ενδιαφέρεται για το περιβάλλον; Μπορεί μια κοινωνία που βλέπει τους λόφους της να καίγονται κάθε καλοκαίρι να αποδεχτεί ότι η λύση είναι περισσότερες ανεμογεννήτριες στις ίδιες πλαγιές;
Η αλήθεια είναι σκληρή: η Ελλάδα μετατρέπεται σε πειραματικό πεδίο μιας στρεβλής «πράσινης ανάπτυξης», όπου οι φωτιές καθαρίζουν τον δρόμο για επενδύσεις, οι πολίτες αποπροσανατολίζονται με θεωρίες περί «ανθρώπινου λάθους», και οι κυβερνήσεις λειτουργούν ως εργολάβοι συμφερόντων.
Το ζητούμενο δεν είναι αν οι ανεμογεννήτριες είναι καλές ή κακές τεχνολογικά. Είναι αν η εγκατάστασή τους γίνεται με όρους δημόσιου συμφέροντος ή με όρους λεηλασίας. Και εκεί η απάντηση είναι σαφής: σήμερα κυριαρχεί η λεηλασία.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Ο Αλαντίν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2026
Ζαχαράκη: Απολογισμός ζωής και πολιτικής με το βλέμμα στην Παιδεία
Στο φως το σκοτεινό παρασκήνιο της μητροκτονίας στο Κολωνάκι