Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

18 Σεπτεμβρίου 2025

Κουρουπάκη: «Η κυβέρνηση επιβάλλει βίαια την ψηφιοποίηση, παραβλέποντας σοβαρούς κινδύνους»

Στο στόχαστρο της κριτικής βρέθηκε η κυβερνητική πολιτική ψηφιοποίησης από την βουλευτή της ΝΙΚΗΣ, Ασπασία Κουρουπάκη, σε πρόσφατη ανάρτησή της στο X (πρώην Twitter). Η κ. Κουρουπάκη καταγγέλλει ότι η κυβέρνηση, υπό το πρόσχημα του εκσυγχρονισμού, προωθεί με βίαιο τρόπο την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών και την καθιέρωση υποχρεωτικών ψηφιακών ταυτοτήτων και προσωπικού αριθμού, αγνοώντας τις σοβαρές απειλές που αυτή η διαδικασία συνεπάγεται για την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των πολιτών.

Η βουλευτής της ΝΙΚΗΣ επικαλείται το πρόσφατο περιστατικό στη Βόρεια Ιταλία, όπου επιτήδειοι κατάφεραν να αποσπάσουν δάνειο ύψους 50.000 ευρώ στο όνομα πολίτη, χρησιμοποιώντας πλαστή ψηφιακή ταυτότητα. «Αυτό το γεγονός αποδεικνύει την ευαλωτότητα των ψηφιακών συστημάτων και αναδεικνύει τον κίνδυνο απάτης και κατάχρησης προσωπικών δεδομένων», τόνισε.

Η κα Κουρουπάκη υπογραμμίζει πως αντί η ψηφιοποίηση να λειτουργεί προς όφελος και προστασία των πολιτών, στην πράξη τους εκθέτει σε νέους κινδύνους, ενώ παράλληλα η έλλειψη διαφάνειας και ουσιαστικού διαλόγου γύρω από τα ψηφιακά αυτά μέτρα «υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος».

«Η τεχνολογία πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι να γίνεται εργαλείο καταπίεσης», καταλήγει η βουλευτής, καλώντας για επανεξέταση των πολιτικών ψηφιακού εκσυγχρονισμού με σεβασμό στα δικαιώματα και την ασφάλεια των πολιτών.

Η τοποθέτηση της κ. Κουρουπάκη ανοίγει μια κρίσιμη συζήτηση γύρω από την ψηφιακή μετάβαση στην Ελλάδα, θέτοντας στο επίκεντρο τις ανησυχίες για την προστασία προσωπικών δεδομένων και την κυβερνητική ευθύνη στην εφαρμογή τεχνολογικών καινοτομιών.

Τι συνέβη στην Ιταλία

Ο 72χρονος Τζουζέπε Μαρκόν, συνταξιούχος καθηγητής Πληροφορικής από το Τρεβίζο, γνώρισε από πρώτο χέρι τι σημαίνει να πέσεις θύμα μιας καλά οργανωμένης ψηφιακής απάτης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να εκδοθεί στο όνομά του δάνειο ύψους 50.000 ευρώ, χωρίς την παραμικρή του γνώση ή συγκατάθεση.

Η περιπέτεια του καθηγητή ξεκίνησε στις 5 Αυγούστου, όταν έλαβε ταχυδρομικά ένα ύποπτο δέμα. Μέσα σε αυτό βρισκόταν μια πιστωτική κάρτα, συνδεδεμένη με έναν νέο τραπεζικό λογαριασμό, που είχε ανοιχτεί εν αγνοία του. Ο Μαρκόν, ανήσυχος, επικοινώνησε αμέσως με την τράπεζά του και ενημερώθηκε ότι είχε ενεργοποιηθεί ένα αντίγραφο της ψηφιακής του ταυτότητας. Συνειδητοποιώντας πως πρόκειται για κλοπή ψηφιακής ταυτότητας, απευθύνθηκε στην Αστυνομία για να υποβάλει επίσημη καταγγελία.

Η ταλαιπωρία του, όμως, δεν σταμάτησε εκεί. Στις 12 Αυγούστου προσπάθησε να έρθει σε επαφή με την ταχυδρομική αστυνομία του Τρεβίζο, η οποία ήταν η καθ’ ύλην αρμόδια για θέματα διαδικτυακής απάτης. Όμως, αντιμετώπισε την απίστευτη –για τα ευρωπαϊκά δεδομένα– απάντηση ότι το γραφείο ήταν κλειστό λόγω διακοπών. Η αντίστοιχη υπηρεσία της Βενετίας τον παρέπεμψε και πάλι στο τοπικό γραφείο του Τρεβίζο, οδηγώντας τον σε έναν γραφειοκρατικό λαβύρινθο χωρίς ουσιαστική βοήθεια.

Εν τω μεταξύ, οι απατεώνες είχαν ήδη προχωρήσει το σχέδιό τους. Είχαν αποκτήσει πρόσβαση στην ψηφιακή του ταυτότητα και προχώρησαν στην έκδοση τραπεζικού δανείου ύψους 50.000 ευρώ. Το δάνειο ήταν δομημένο έτσι ώστε να αποπληρώνεται μέσω κρατήσεων από τη σύνταξή του — συγκεκριμένα, με παρακράτηση του ενός πέμπτου της μηνιαίας του αποδοχής. Ο Μαρκόν πληροφορήθηκε την ύπαρξη του δανείου όταν έλαβε ένα ενημερωτικό e-mail από τον ιταλικό ασφαλιστικό οργανισμό INPS, τον αντίστοιχο e-ΕΦΚΑ της Ελλάδας. Το μήνυμα αποκάλυπτε πως είχε ενεργοποιηθεί η διαδικασία είσπραξης του δανείου μέσω της σύνταξής του.

Σοκαρισμένος και ευρισκόμενος σε διακοπές στις αρχές Σεπτεμβρίου, επικοινώνησε εκ νέου με την εμπλεκόμενη τράπεζα. Ο διευθυντής του καταστήματος κατάφερε να εντοπίσει τον μηχανισμό της απάτης και να παγώσει αμέσως τη διαδικασία αποπληρωμής. Ωστόσο, έως εκείνη τη στιγμή, οι δράστες είχαν ήδη προλάβει να αποσπάσουν περίπου 10.000 ευρώ από τον λογαριασμό που είχαν ανοίξει στο όνομά του.

Ένα κρίσιμο λάθος των δραστών αποδείχθηκε σωτήριο για τον συνταξιούχο. Κατά τη διαδικασία ενεργοποίησης του ψεύτικου λογαριασμού και της κάρτας, οι απατεώνες φρόντισαν να αλλάξουν αρκετά από τα προσωπικά του στοιχεία, μεταξύ αυτών και τη διεύθυνση κατοικίας του. Επίσης, κατέγραψαν έναν αριθμό κινητού τηλεφώνου που ανήκε σε έναν άνδρα από τη Γκάνα, κάτοικο Ρώμης. Όμως παρέλειψαν κάτι βασικό: δεν τροποποίησαν την αρχική πιστοποιημένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του καθηγητή. Έτσι, όταν το INPS έστειλε ειδοποίηση σχετικά με την ενεργοποίηση του δανείου, αυτή έφτασε απευθείας στον Μαρκόν, ο οποίος και ενημερώθηκε εγκαίρως για την απάτη.

Η έγκαιρη αποκάλυψη τού επέτρεψε να ανακόψει την οικονομική ζημία, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο, η ψυχική και γραφειοκρατική ταλαιπωρία του συνεχίζεται. Η υπόθεση βρίσκεται πλέον στα χέρια της Δικαιοσύνης και των αρμόδιων Αρχών, ενώ η Ιταλία καλείται να αναλογιστεί πόσο θωρακισμένα είναι τα ψηφιακά της συστήματα – ειδικά σε μια εποχή που οι κρατικές παροχές και οι τραπεζικές υπηρεσίες βασίζονται όλο και περισσότερο στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Η περίπτωση του Μαρκόν αποκαλύπτει με σκληρό τρόπο τα τρωτά σημεία ακόμη και των πιο ανεπτυγμένων κρατών. Η ευκολία με την οποία οι κυβερνοεγκληματίες κατάφεραν να σφετεριστούν την ψηφιακή του ταυτότητα, να δημιουργήσουν λογαριασμό, να εκδώσουν δάνειο και να αποσπάσουν χρήματα μέσα σε λίγες ημέρες, προκαλεί ανησυχία. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι ο ίδιος ο πολίτης δεν είχε καμία ειδοποίηση, ούτε από την τράπεζα, ούτε από το κράτος, μέχρι να φτάσει το κρίσιμο e-mail.