Κουρουπάκη: «Οι μεγάλες δωρεές δεν υποκαθιστούν το κράτος στην υγεία»
Στην κοινοβουλευτική συζήτηση για την κύρωση της σύμβασης δωρεάς που αφορά την ανέγερση νέου κτιρίου της Μονάδας Ημερήσιας Νοσηλείας «Νίκος Κούρκουλος» στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών, η βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθηνών της ΝΙΚΗΣ, Ασπασία Κουρουπάκη, ανέπτυξε μία ολοκληρωμένη και κριτική τοποθέτηση γύρω από την ογκολογική φροντίδα στη Δυτική Ελλάδα, τον ρόλο των μεγάλων δωρεών στην υγεία και τα όρια ανάμεσα στο κοινωνικό κράτος και τον ιδιώτη ευεργέτη.
Η βουλευτής της ΝΙΚΗΣ, αναγνώρισε εξαρχής τη μεγάλη σημασία του έργου, επισημαίνοντας ότι το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών αποτελεί ήδη μία από τις μεγαλύτερες νοσηλευτικές μονάδες της χώρας, με περίπου 700 κλίνες και κρίσιμο ρόλο για ολόκληρη τη Δυτική Ελλάδα. Η εκτίμηση ότι τα ογκολογικά περιστατικά θα φτάσουν τις 4.000 ετησίως μέχρι το 2035 καθιστά –όπως τόνισε– απολύτως επιτακτική την ενίσχυση των υποδομών. Ωστόσο, υπογράμμισε ότι η ανάγκη αυτή δεν πρέπει να λειτουργεί ως πρόσχημα για παρακάμψεις εις βάρος της θεσμικής διαφάνειας.
Στο επίκεντρο της κριτικής της βρέθηκε η δομή της σύμβασης, καθώς η δωρήτρια αναλαμβάνει όχι μόνο τη χρηματοδότηση αλλά και τις μελέτες, την κατασκευή, τις προμήθειες εξοπλισμού και την επιλογή των αναδόχων και υπεργολάβων. Το δημόσιο περιορίζεται –όπως ανέφερε– ουσιαστικά σε ρόλο αποδοχής και διευκόλυνσης, γεγονός που αφαιρεί από το κράτος σημαντικούς μηχανισμούς ελέγχου. Η κα Κουρουπάκη σημείωσε ότι τέτοιες πρακτικές απομακρύνουν τη διαδικασία από το πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων, ενώ δεν προβλέπεται ούτε ανεξάρτητη επιτροπή παρακολούθησης ούτε δημόσια ανάρτηση χρονοδιαγραμμάτων, προϋπολογισμών και πορείας υλοποίησης σε ψηφιακή πλατφόρμα.
Η βουλευτής θύμισε ότι το ίδιο το Υπουργείο Οικονομικών έχει εξαγγείλει μητρώο ευεργετών και ψηφιακό σύστημα παρακολούθησης των δωρεών για λόγους λογοδοσίας. Παρ’ όλα αυτά, στην προκειμένη περίπτωση αυτές οι διακηρύξεις δεν ενσωματώνονται δεσμευτικά στη σύμβαση. Στο επιχείρημά της επικαλέστηκε και προηγούμενες εμπειρίες από άλλες μεγάλες δωρεές –όπως του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος– όπου η έλλειψη ώριμων προτάσεων από την πλευρά του κράτους είχε οδηγήσει σε καθυστερήσεις ή αναθεωρήσεις έργων.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην πλήρη φορολογική απαλλαγή που προβλέπεται για όλες τις παραδόσεις αγαθών και υπηρεσιών που σχετίζονται με το έργο, από τον ΦΠΑ έως το ψηφιακό τέλος συναλλαγών. Αν και χαρακτήρισε εύλογη τη φοροαπαλλαγή για δωρεές προς το ΕΣΥ, σημείωσε ότι σε αυτή την περίπτωση η Βουλή καλείται να εγκρίνει ένα πλαίσιο «εν λευκώ», χωρίς να υπάρχει υποχρέωση δημόσιας αποτίμησης του πραγματικού δημοσιονομικού κόστους και του οφέλους για την υγεία. Επισήμανε ότι σε άλλες αντίστοιχες δωρεές η δημόσια συζήτηση είχε επικεντρωθεί ακριβώς στη σχέση κράτους και μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων και στα όρια ανάμεσα στην ιδιωτική προβολή και το δημόσιο συμφέρον.
Η κα Κουρουπάκη επεσήμανε ότι το νομοσχέδιο αντιμετωπίζει αποσπασματικά το ζήτημα της ογκολογικής φροντίδας, τη στιγμή που το Υπουργείο Υγείας αναγνωρίζει ότι πολλοί ασθενείς αναγκάζονται να μετακινούνται στην Αθήνα για χημειοθεραπείες. Υπογράμμισε ότι χωρίς παράλληλη μέριμνα για τη στελέχωση με ογκολόγους, νοσηλευτές, ψυχολόγους και φαρμακοποιούς, η νέα μονάδα κινδυνεύει να αποτελεί απλώς «ένα υπερσύγχρονο κέλυφος χωρίς επαρκές ανθρώπινο δυναμικό». Υπενθύμισε δε ότι η ελληνική εμπειρία έχει δείξει πως η ανέγερση νέων κτιρίων δεν συνοδεύεται πάντα από τις απαραίτητες προσλήψεις.
Έθεσε επίσης θέμα συμμετοχής των ασθενών, των τοπικών φορέων και της πανεπιστημιακής κοινότητας στον σχεδιασμό και την παρακολούθηση της μονάδας, τονίζοντας ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τέτοια έργα εντάσσονται σε διευρυμένα δίκτυα αξιολόγησης και εποπτείας. Στην Πάτρα, όπως σημείωσε, «λειτουργεί μία από τις πιο ισχυρές ιατρικές σχολές της χώρας, η οποία θα έπρεπε να έχει θεσμικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων».
Ένα ακόμη ζήτημα που ανέδειξε η βουλευτής της ΝΙΚΗΣ, αφορά την απουσία εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με το πώς η νέα μονάδα θα επηρεάσει τον συνολικό σχεδιασμό της ογκολογικής φροντίδας, όπως τη μείωση των χρόνων αναμονής ή τη μετακίνηση ασθενών από άλλες περιοχές. «Χωρίς συγκεκριμένους δείκτες», υπογράμμισε, «δεν μπορεί να αξιολογηθεί αν το έργο θα επιτύχει τους υγειονομικούς στόχους που έχει θέσει».
Κλείνοντας την ομιλία της, η κα Κουρουπάκη τόνισε ότι η Ελλάδα έχει βαθιά παράδοση ευεργετών, όμως η αναγνώριση της προσφοράς τους δεν μπορεί να υποκαθιστά τον ρόλο του κράτους και τον στρατηγικό σχεδιασμό του ΕΣΥ. Προειδοποίησε ότι η δημόσια συζήτηση συχνά περιορίζεται σε ένα δίπολο υπέρ ή κατά των δωρητών, απομακρύνοντας την προσοχή από τα ουσιώδη ερωτήματα για την υγεία, την ορθή αξιοποίηση των πόρων και την πραγματική ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών.
Με προσωπική αναφορά στην εργασιακή της εμπειρία ως βιολόγος επί δύο δεκαετίες σε παθολογοανατομικό εργαστήριο του ΕΣΥ, σημείωσε ότι «κανείς δεν κατέχει το μονοπώλιο της ευαισθησίας απέναντι στους καρκινοπαθείς και στις οικογένειές τους». Παρά τις ενστάσεις της –όπως είπε– τόσο η ίδια όσο και το πολιτικό της κόμμα αναγνωρίζουν τη σημασία του έργου και θα υπερψηφίσουν την κύρωση της σύμβασης.
Δείτε εδώ την ομιλία της:
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»