Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

2 Δεκεμβρίου 2025

Οι μάσκες αλλάζουν, το σύστημα μένει

Το 2019 παρουσιάστηκε σαν χρονιά ανατροπής. Νέα κυβέρνηση, νέα αφήγηση, υπόσχεση «κανονικότητας». Κι όμως, σήμερα, μεγάλο μέρος των πολιτών αισθάνεται πως το μόνο που πραγματικά άλλαξε ήταν το πρόσωπο που φορούσε τη μάσκα της εξουσίας. Όχι η πολιτική κατεύθυνση.

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η Συμφωνία των Πρεσπών. Η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την προώθησε παρά τις κοινωνικές αντιδράσεις. Η Νέα Δημοκρατία αντιτάχθηκε προεκλογικά, αλλά ως κυβέρνηση όχι μόνο δεν την αμφισβήτησε, αλλά την εφάρμοσε, την υπερασπίστηκε και την ενσωμάτωσε πλήρως στη διεθνή της πολιτική. Για όσους περίμεναν μετεκλογική «διόρθωση», η πραγματικότητα απέδειξε πως τα περιθώρια διαφοροποίησης ήταν στην πράξη ελάχιστα.

Παρόμοια συνέχεια εμφανίζεται και στο μεταναστευτικό. Το 2015 η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κρίση χωρίς προηγούμενο. Η τότε κυβέρνηση επέλεξε μια πολιτική που πολλοί θεώρησαν άναρχη, ένα άνοιγμα συνόρων χωρίς σαφή στρατηγική. Το 2019 η Νέα Δημοκρατία ήρθε με τη σημαία της «τάξης και ασφάλειας». Στην πράξη, ωστόσο, οι νόμιμες άδειες διαμονής εκτοξεύθηκαν, νέες δομές δημιουργήθηκαν και η Ελλάδα συνέχισε να αποτελεί πύλη εισόδου και εγκατάστασης. Σε μια χώρα που γερνάει και αδειάζει δημογραφικά, με πάνω από 16.000 χωριά σε πληθυσμιακή κατάρρευση, η συζήτηση για την αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού φούντωσε περισσότερο από ποτέ.

Το ίδιο μοτίβο συναντάται και στα εθνικά θέματα. Από τις διερευνητικές επαφές μέχρι τις κοινές δηλώσεις περί «ηρεμίας στο Αιγαίο» και «αναζήτησης λύσεων», δημιουργείται το υπόβαθρο για μια μελλοντική συμφωνία που πολλοί προεξοφλούν ήδη: μια «Συμφωνία Σταθερότητας» με την Τουρκία, που θα περιλαμβάνει συνεκμετάλλευση, ρυθμίσεις για θαλάσσιες ζώνες και χαλάρωση της άμυνας στα νησιά. Ακόμη κι αν δεν υπάρχει επίσημη ανακοίνωση, η κινητικότητα και η πίεση των συμμάχων για «ηρεμία στο ΝΑΤΟ» δημιουργούν μια εικόνα προδιαγεγραμμένης εξέλιξης.

Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η μεγάλη αιμορραγία των νέων. Πάνω από 650.000 νέοι Έλληνες αναγκάστηκαν να φύγουν την τελευταία δεκαετία για μια αξιοπρεπή ζωή στο εξωτερικό. Μισθοί χαμηλοί, φόροι υψηλοί, ελάχιστες ευκαιρίες. Η χώρα χάνει το πιο παραγωγικό της κομμάτι, ενώ ταυτόχρονα το κενό καλύπτεται με φθηνή εργασία από το εξωτερικό. Αυτή η σύγκλιση — μαζική φυγή Ελλήνων και μαζική είσοδος ξένου εργατικού δυναμικού — διαμορφώνει μια νέα δημογραφική πραγματικότητα που θα καθορίσει το μέλλον για δεκαετίες.

Το ίδιο συμβαίνει και στα οικονομικά. Το τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015 παρουσιάστηκε ως «αναγκαστική επιλογή». Παρ’ όλα αυτά, η μεταμνημονιακή εποχή αποδείχθηκε μια παραλλαγή του ίδιου πλαισίου: αυστηρή δημοσιονομική εποπτεία, υψηλή φορολογία, περικοπές και σταθερή πίεση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η «καθαρή έξοδος» αποδείχθηκε, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι οικονομολόγοι, περισσότερο λεκτικό τέχνασμα παρά ουσιαστική ανεξαρτησία.

Οι ιδιωτικοποιήσεις συνεχίστηκαν με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα. Λιμάνια, αεροδρόμια, υποδομές υψηλής στρατηγικής σημασίας περνούν σταδιακά σε ξένα χέρια. Οι υποστηρικτές μιλούν για επενδύσεις και ανάπτυξη. Οι επικριτές αντιτείνουν ότι η Ελλάδα χάνει κρίσιμα εργαλεία που καθορίζουν την εθνική της κυριαρχία.

Παράλληλα, η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κύμα σκάνδαλων και κρίσεων: υποκλοπές που κλόνισαν την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, η τραγωδία στα Τέμπη που αποκάλυψε δομικές ανεπάρκειες, οι καταγγελίες για προβλήματα στον ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς και πλήθος υποθέσεων κακοδιαχείρισης σε δημόσιες υπηρεσίες. Η συσσώρευση αυτών των γεγονότων φθείρει τη δημοτικότητα της κυβέρνησης και δημιουργεί μια αίσθηση ότι το κράτος λειτουργεί σε κατάσταση μόνιμης δυσλειτουργίας.

Σε αυτό το περιβάλλον, η ξαφνική επανεμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα — με βιβλίο, περιοδείες και νέο κόμμα — μοιάζει σε πολλούς περισσότερο με σκηνοθετημένη συγκυρία παρά με οργανική πολιτική εξέλιξη. Η ίδια στιγμή κατά την οποία φθείρεται η κυβέρνηση, εμφανίζεται το παλιό πρόσωπο της αντιπολίτευσης για να αναζωπυρώσει φόβους και μνήμες του παρελθόντος. Κάποιοι αναλυτές το ερμηνεύουν ως ανακύκλωση ενός γνωστού διπόλου που εξυπηρετεί το σύστημα: ο ένας επαναφέρει τον φόβο, ο άλλος διατηρεί την «ασφάλεια» της συνέχειας.

Δεν είναι τυχαίο ότι στο δημόσιο διάλογο κυκλοφορεί το σενάριο του 2026: μια κυβέρνηση που, υπό την πίεση των εξελίξεων, θα προχωρήσει σε συμφωνία με την Τουρκία για το Αιγαίο. Μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει ρυθμίσεις για υφαλοκρηπίδα, περιοχές μειωμένης στρατιωτικής παρουσίας, αυξημένη τουρκική κινητικότητα σε ελληνικά νησιά και κοινή διαχείριση σε κρίσιμες θαλάσσιες ζώνες. Ακόμη κι αν δεν γνωρίζουμε το τελικό περιεχόμενο, η κατεύθυνση μοιάζει προκαθορισμένη από χρόνια.

Η μεγάλη εικόνα, αυτή που δύσκολα αποτυπώνεται σε συνθήματα και μικροπολιτική, δείχνει μια χώρα που δεν αλλάζει πραγματικά πορεία. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις μοιάζουν να λειτουργούν ως διαφορετικοί διαχειριστές της ίδιας στρατηγικής, της ίδιας ιδεολογικής υποδομής, των ίδιων δεσμεύσεων προς εταίρους, αγορές και γεωπολιτικές ισορροπίες.

Για πολλούς πολίτες, δεν πρόκειται πια για σύγκρουση Αριστεράς και Δεξιάς. Πρόκειται για μια επιτελική συνέχεια που δεν διακόπτεται, για ένα σύστημα που αναπαράγεται με διαφορετικά πρόσωπα αλλά με την ίδια φιλοσοφία. Το χέρι που κινεί τις εξελίξεις δεν αλλάζει — μόνο η μάσκα που φορούν όσοι το υπηρετούν.

Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, η Ελλάδα χάνει τον πληθυσμό της, τα παιδιά της μεταναστεύουν, τα σύνορά της πιέζονται, οι συμμαχίες της αναδιαμορφώνονται και οι πολιτικές της επιλογές φαίνεται να χαράζονται αλλού. Το διακύβευμα των επόμενων χρόνων δεν είναι απλώς ποιο κόμμα θα κυβερνήσει. Είναι αν η χώρα θα καταφέρει να ξαναορίσει τη μοίρα της ή αν θα μείνει θεατής σε ένα έργο που παίζεται ξανά και ξανά με μικρές παραλλαγές.

Οι πολίτες καλούνται — ίσως για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες — να κοιτάξουν πίσω από τις μάσκες. Γιατί αν κάτι μένει σταθερό στην πολιτική ιστορία της χώρας, είναι ότι οι μάσκες αλλάζουν… αλλά το χέρι, συχνά, όχι.

Ετικέτες: