Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

8 Ιουλίου 2025

Θυμωμένος αλλά χωρίς …ακροατήριο o Νίκος Ανδρουλάκης

Ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίζεται το τελευταίο διάστημα σε υψηλούς τόνους, ανεβάζοντας την ένταση και επιχειρώντας να αναδείξει έναν ρόλο «θεσμικού καταγγέλλοντα» της κυβέρνησης, σε μια τακτική που θυμίζει περισσότερο τον αντιπολιτευτικό λόγο του Αλέξη Τσίπρα παρά το μετριοπαθές ύφος που κάποτε υποσχόταν το ΠΑΣΟΚ του 21ου αιώνα. Οι συγκρίσεις δεν είναι τυχαίες – ακόμα και στα κείμενα και τις εκφράσεις, πολλοί παρατηρούν μια ύποπτη ομοιότητα, με φήμες να κάνουν λόγο για πρώην «πένες» του ΣΥΡΙΖΑ που μετακόμισαν στη Χαριλάου Τρικούπη.

Το μοτίβο επαναλαμβάνεται: όπως στην υπόθεση των Τεμπών, έτσι και τώρα, ο Ανδρουλάκης επιλέγει μια ρητορική καταγγελίας και ηθικής αγανάκτησης, η οποία όμως δεν φαίνεται να πείθει ούτε τους πολίτες ούτε καν το ακροατήριό του. Οι αναφορές σε «συγκάλυψη» και «κάθαρση» ηχούν άτοπες όταν προέρχονται από ένα κόμμα με βαρύ κυβερνητικό παρελθόν, που κουβαλά τη δική του ιστορία αδιαφάνειας, σπατάλης και πολιτικών συμβιβασμών.

Η εικόνα του «θυμωμένου ηγέτη» μοιάζει πιο πολύ με επικοινωνιακή κατασκευή παρά με αυθεντική πολιτική στάση. Κι αυτό, οι πολίτες φαίνεται πως το αντιλαμβάνονται.

Οι δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών: Το ΠΑΣΟΚ πασχίζει να κρατηθεί πάνω από την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου – και όχι γιατί ανεβαίνει, αλλά γιατί η Πλεύση υποχωρεί. Στην τελευταία έρευνα της Opinion Poll για το Action24, το ΠΑΣΟΚ προηγείται με οριακή διαφορά μόλις 0,2%.

Ακόμη πιο ενδεικτική είναι η εικόνα στο ερώτημα περί καταλληλότερου πρωθυπουργού: Ο Ανδρουλάκης κατατάσσεται τρίτος, όχι μόνο πίσω από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που διατηρεί ισχυρό προβάδισμα, αλλά και πίσω από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία λειτουργεί εκτός κεντρικού πολιτικού συστήματος. Μια θέση που δείχνει ότι η ηγετική εικόνα που προσπαθεί να χτίσει, δεν «περνά» στην κοινωνία.

Αντί για ανερχόμενος πρωταγωνιστής του πολιτικού σκηνικού, ο Νίκος Ανδρουλάκης μοιάζει περισσότερο με θεατή που διαμαρτύρεται για τον ρόλο που δεν του δόθηκε. Κι όσο το κοινό δεν χειροκροτεί, τόσο ανεβαίνει ο τόνος — αλλά όχι και η απήχηση.