Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Πόλεμος στο ΠΑΣΟΚ: Δούκας και Γερουλάνος στήνουν σκηνικό ανατροπής στον Ανδρουλάκη που θέλει συνεργασία με τη ΝΔ

Η πιθανότητα το ΠΑΣΟΚ να αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις επόμενες εθνικές εκλογές και να εκθρονίσει τη Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζεται από κορυφαία στελέχη του κόμματος ως ένα όνειρο που δύσκολα μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Σύμφωνα με δηλώσεις έμπειρου στελέχους, ακόμη και στην περίπτωση που η σημερινή κυβέρνηση καταρρεύσει πρόωρα, δεν προκύπτουν ρεαλιστικά δεδομένα που να επιβεβαιώνουν ένα τέτοιο σενάριο. Η πολιτική πραγματικότητα δείχνει πως η Νέα Δημοκρατία θα διατηρήσει την πρωτιά, έστω και αν το ποσοστό της δεν θα της επιτρέψει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποκλείεται η ανάγκη για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, όπου το ΠΑΣΟΚ θα κληθεί να παίξει σημαντικό ρόλο. Η ίδια άποψη διατυπώνεται και από τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος, θέλοντας να απομακρύνει τις φήμες περί μετεκλογικής συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία και ειδικά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επιλέγει να καλλιεργήσει την εικόνα μιας ανέφικτης, όμως ελκυστικής για το κόμμα του, προοπτικής: ότι δηλαδή το ΠΑΣΟΚ μπορεί να βγει πρώτο κόμμα και να ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης.

Παράλληλα, η πολιτική σκηνή δεν κινείται μόνο μέσα από τα κόμματα και τις δημόσιες δηλώσεις. Υπάρχουν και εξωθεσμικοί παράγοντες, επιχειρηματικά κέντρα και επιρροές που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις. Αυτοί οι παράγοντες επιδιώκουν έντονα τη δημιουργία μιας κυβέρνησης συνεργασίας ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, όχι απλώς για να εξασφαλίσουν πολιτική σταθερότητα, αλλά κυρίως για να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο ευρείας διακομματικής πλειοψηφίας. Ένα τέτοιο σχήμα θα τους επιτρέψει να προωθούν πιο εύκολα νομοθετικές ρυθμίσεις που εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα, αποφεύγοντας τη σοβαρή κοινοβουλευτική αντίδραση. Ωστόσο, η επιδίωξη αυτή έχει και μια πιο προσωπική πολιτική διάσταση: την απομάκρυνση του Κυριάκου Μητσοτάκη από το πρωθυπουργικό αξίωμα.

Για τα επιχειρηματικά αυτά κέντρα, ο σημερινός πρωθυπουργός έχει σταδιακά καταστεί πρόβλημα, όχι γιατί έχει διαφοροποιηθεί από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που υποστηρίζουν, αλλά επειδή έχει αποξενωθεί από σημαντικές προσωπικότητες και επιχειρηματίες που τον στήριξαν στο παρελθόν. Δεν επιθυμούν την πτώση της Νέας Δημοκρατίας ως πολιτικού φορέα, αλλά στόχος τους είναι ο ίδιος ο Μητσοτάκης να απομακρυνθεί και να αντικατασταθεί από ένα πρόσωπο που θα εγγυάται καλύτερη συνεργασία μαζί τους. Με αυτό το δεδομένο, η προοπτική συγκυβέρνησης ΝΔ και ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ως ένας μηχανισμός όχι μόνο πολιτικής σταθερότητας, αλλά και εκκαθάρισης της ηγεσίας της ΝΔ.

Η εκλογική δυναμική της Νέας Δημοκρατίας, από την άλλη πλευρά, φαίνεται να παραμένει σε καθοδική τροχιά. Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών του 2024, όπου το κυβερνών κόμμα συγκέντρωσε μόλις το 28% των ψήφων, έχουν εξελιχθεί σε μια ουσιαστική οροφή που δύσκολα θα ξεπεραστεί. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ακόμα και μικρότερη εκλογική επιρροή για τη ΝΔ, με την προοπτική της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης το 2027 να φαντάζει δύσκολη υπόθεση για το κυβερνών κόμμα. Σε τρία χρόνια, η Νέα Δημοκρατία θα κληθεί να διαχειριστεί την πολιτική φθορά, αποκαλύψεις, κοινωνική δυσαρέσκεια και σημαντικές οικονομικές πιέσεις. Η καθημερινότητα των πολιτών, η ακρίβεια και η επίπτωση της τραγωδίας στα Τέμπη, που επανέρχεται με την έρευνα της δικογραφίας, διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πολιτικό περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, η αυτοδυναμία της ΝΔ φαντάζει μάλλον ανέφικτη και η αύξηση των ποσοστών της πολύ δύσκολη.

Μέσα σε αυτό το πολιτικό τοπίο, ο ρόλος του Νίκου Ανδρουλάκη διαγράφεται ως ιδιαίτερα κρίσιμος, αλλά όχι ως αυτόνομος παίκτης με ανεξάρτητη δυναμική εξουσίας. Αντιθέτως, πολλές φωνές τον αντιμετωπίζουν ως εργαλείο των επιχειρηματικών κύκλων που επιδιώκουν την αλλαγή στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Η στήριξη που λαμβάνει δεν προκύπτει από την πεποίθηση για την πολιτική του ικανότητα ή το όραμά του, αλλά επειδή θεωρείται ο κατάλληλος για να διευκολύνει την απομάκρυνση του Μητσοτάκη από το Μέγαρο Μαξίμου και να βοηθήσει στη δημιουργία μιας νέας ισορροπίας εξουσίας, με τη Νέα Δημοκρατία να παραμένει κυβέρνηση αλλά με διαφορετική ηγεσία. Έτσι, η μετεκλογική συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ δεν είναι μόνο μια πολιτική αναγκαιότητα, αλλά και εργαλείο εκκαθάρισης της σημερινής ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας.

Η συγκεκριμένη στρατηγική δεν είναι κρυφή από τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Πολλοί μέσα στο κόμμα γνωρίζουν τη στοχοθεσία και τη στήριξη που έχει ο Ανδρουλάκης από τα επιχειρηματικά κέντρα και προσπαθούν να τον πιέσουν να δεσμευτεί δημόσια ότι δεν πρόκειται να εμπλακεί σε καμία μετεκλογική συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία. Παράλληλα, το ίδιο το πολιτικό μέλλον του προέδρου του ΠΑΣΟΚ εξαρτάται άμεσα από την επιτυχία ή την αποτυχία αυτού του σχεδίου. Αν δεν καταφέρει να οδηγήσει το κόμμα σε ποσοστά που θα του επιτρέψουν να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην επόμενη κυβέρνηση και να προκαλέσει ρήγμα στην ηγεσία της ΝΔ, θα περιπέσει σε πολιτική ανυποληψία και πιθανά θα αναγκαστεί να παραιτηθεί.

Ωστόσο, αν το σχέδιο εξαναγκασμού της ΝΔ σε μια κυβέρνηση συνεργασίας χωρίς την ηγεσία του Μητσοτάκη ευοδωθεί, ο Ανδρουλάκης θα βρεθεί σε θέση ρυθμιστή, ικανό να τοποθετήσει πρόσωπα της επιρροής του σε κομβικές κυβερνητικές και διοικητικές θέσεις. Θα έχει τη δυνατότητα να φέρει πίσω στελέχη που είχαν εγκαταλείψει το ΠΑΣΟΚ για τη ΝΔ και να επανατοποθετήσει το κόμμα του στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων. Αυτή είναι η πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώνεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, εκεί όπου οι ισχυροί παίκτες γράφουν τα σενάρια και καθορίζουν τους ρόλους.

Τα συνεχή πλήγματα που δέχεται ο Ανδρουλάκης το τελευταίο διάστημα, και ιδιαίτερα τις τελευταίες 24 ώρες, αποκαλύπτουν την ύπαρξη ενός οργανωμένου πολιτικού σχεδιασμού που υπερβαίνει τις προσωπικές φιλοδοξίες και αφορά στρατηγικά συμφέροντα. Οι κινήσεις και οι δηλώσεις προσώπων όπως ο Παύλος Γερουλάνος και ο Χάρης Δούκας δείχνουν ότι πίσω από τις επικρίσεις προς τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κρύβεται μια ευρύτερη προσπάθεια να τεθεί το κόμμα ενώπιον των ευθυνών του, με ξεκάθαρες αποφάσεις εν όψει των κρίσιμων πολιτικών εξελίξεων. Οι παρεμβάσεις αυτές δεν αποτελούν στιγμιαία εσωκομματική διαφωνία, αλλά ένα έμμεσο τελεσίγραφο που δίνει στον Ανδρουλάκη περίπου δύο μήνες για να αναστρέψει το κλίμα και να ανακτήσει την πολιτική πρωτοκαθεδρία εντός του κόμματος.

Γερουλάνος και Δούκας δεν είναι άπειρα πρόσωπα στην πολιτική και γνωρίζουν σε βάθος τον τρόπο που λειτουργεί το πολιτικό σύστημα και τις ισχυρές διασυνδέσεις με τον επιχειρηματικό κόσμο. Αντιλαμβάνονται πως η πορεία υπό την ηγεσία του Ανδρουλάκη οδηγεί το ΠΑΣΟΚ σε περιθωριοποίηση, με το κόμμα να διαδραματίζει δευτερεύοντα ρόλο και όχι ως βασικός ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων. Επιπλέον, η ανησυχία τους αυξάνεται στην περίπτωση που ο Ανδρουλάκης δεχτεί πιέσεις — πιθανώς μέσω της Άννας Διαμαντοπούλου — για να συναινέσει σε συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία υπό τον Μητσοτάκη. Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε μια νέα πολιτική πραγματικότητα, όπου το ΠΑΣΟΚ θα εντασσόταν σε μια συντηρητική κυβερνητική συμμαχία.

Η παρέμβαση της Διαμαντοπούλου, η οποία προειδοποίησε το ΠΑΣΟΚ να μην μετατραπεί ούτε σε κόμμα τύπου Καρυστινού ούτε σε Κωνσταντοπούλου, ήταν μια σαφής δήλωση ετοιμότητας συμμετοχής σε μια κυβέρνηση σταθερότητας που θα αποτρέπει τις πολιτικές αβεβαιότητες. Το μήνυμα αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από όσους παρακολουθούν στενά τις πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα από τους επιχειρηματικούς κύκλους που απαιτούν από τον Ανδρουλάκη ξεκάθαρη τοποθέτηση κατά οποιασδήποτε συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία.

Οι ίδιοι επιχειρηματίες, που σκοπεύουν να υποστηρίξουν πολιτικές πρωτοβουλίες στο μέλλον, επιμένουν στην ανάγκη το ΠΑΣΟΚ να αποφασίσει σε συνέδριο πως δεν θα συμπράξει με τη Δεξιά. Αυτό το αίτημα, αν και φαίνεται ιδεολογικό, στην πραγματικότητα κρύβει έναν πολιτικό εκβιασμό. Η μη συμμόρφωση με αυτή τη γραμμή θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω εσωκομματικές τριβές, σε αποχωρήσεις στελεχών και ενδεχομένως σε απώλεια οικονομικής υποστήριξης, που είναι κρίσιμη για τη συνέχεια του κόμματος.

Τελικά, το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα μοιάζει να μπαίνει σε μια νέα περίοδο αβεβαιότητας, όπου τα παρασκήνια και οι πίσω συμφωνίες αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα από τις δημόσιες ανακοινώσεις. Το ΠΑΣΟΚ και ο Νίκος Ανδρουλάκης βρίσκονται σε μια καμπή όπου καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε πολιτική αυτονομία και τον ρόλο ενός συνεργάτη που θα καθορίσει το μέλλον της κυβέρνησης. Την ίδια ώρα, η Νέα Δημοκρατία προσπαθεί να διατηρήσει την κυριαρχία της, αλλά το μέλλον του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου φαίνεται πλέον αμφίβολο.

Αυτή η περίοδος ίσως αποδειχθεί καθοριστική για το μέλλον της ελληνικής πολιτικής σκηνής, καθώς οι ισορροπίες εξουσίας επαναπροσδιορίζονται, οι συμμαχίες αλλάζουν και οι πολιτικοί παίκτες αναζητούν νέους δρόμους επιβίωσης και επιρροής.

Ετικέτες: