Πολιτική και νομική συναίνεση στη Γερμανία για τις επιστροφές προσφυγών στην Ελλάδα
Με εμφανή ικανοποίηση υποδέχονται πολιτικοί και μέσα ενημέρωσης στη Γερμανία την επανέναρξη των επιστροφών αιτιών άσυλο προς την Ελλάδα. Η φράση «Στείλτε τους στην Ελλάδα!» κυριαρχεί στους τίτλους και τα ρεπορτάζ, αντικατοπτρίζοντας τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης αλλά και της ευρύτερης κοινής γνώμης, που βλέπουν τη χώρα μας ως τον κατάλληλο προορισμό για να αποσυμφορηθεί η πίεση στα δικά τους συστήματα ασύλου.
Το Βερολίνο βασίζεται στη ρύθμιση του Δουβλίνου, η οποία επιτρέπει την επιστροφή προσφυγών στην πρώτη χώρα εισόδου στην Ε.Ε., εφόσον εκεί καταγράφηκε για πρώτη φορά. Για χρόνια η Γερμανία είχε σταματήσει να εφαρμόσει αυτή τη ρύθμιση ως προς την Ελλάδα, επικαλούμενη τις συνθήκες διαβίωσης των αιτούντων άσυλο. Όμως η απόφαση να ξεκινήσει ξανά οι επιστροφές βασίζεται σε μια πολιτική αλλαγή στάσης απέναντι στη διαχείριση του μεταναστευτικού, με τον περιορισμό των νέων αφίξεων και την επιτάχυνση των διαδικασιών απέλασης.
Σύμφωνα με δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων, η Ελλάδα θεωρείται πλέον «ασφαλής χώρα» για τους αιτούντες άσυλο, κάτι που επιτρέπει τη μεταφορά τους εκεί χωρίς να θεωρείται παραβίαση των δικαιωμάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το μήνυμα που στέλνει το Βερολίνο είναι σαφές: όσοι δεν έχουν ελπίδες να πάρουν άσυλο στη Γερμανία, θα επιστρέφουν άμεσα στην πρώτη ευρωπαϊκή χώρα από την οποία πέρασαν – με την Ελλάδα να είναι η βασική πύλη.
Η πολιτική αυτή προκαλεί αντιδράσεις, κυρίως στην Ελλάδα, καθώς οι δομές φιλοξενίας και το σύστημα ασύλου της χώρας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Παρ’ όλα αυτά, η Ε.Ε. αποδέχεται τη θέση ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί επαρκώς ώστε να επιτρέπεται η επανεφαρμογή του Κανονισμού του Δουβλίνου.
Η είδηση καλύπτεται με έντονο θετικό πρόσημο από τον γερμανικό, ο οποίος παρουσιάζει την εξέλιξη Τύπος ως επιτυχία της μεταναστευτικής πολιτικής της κυβέρνησης Σολτς. Η γραμμή που κυριαρχεί είναι ότι η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίσει να σηκώνει δυσανάλογο βάρος στο προσφυγικό, και ότι ήρθε η ώρα να τηρηθούν οι κανόνες που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη.
Η στάση αυτή φέρνει ξανά στο προσκήνιο τις χρόνιες ανισότητες στην κατανομή των μεταναστευτικών ροών στην Ευρώπη και την έλλειψη ενίας, λειτουργικής στρατηγικής σε επίπεδο ΕΕ. Ενώ η Γερμανία χειροκροτεί την «επιστροφή στην κανονικότητα», η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί ξανά ένα πρόβλημα που ποτέ δεν έπαψε να υφίσταται.
Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της Γερμανίας, η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), έσπευσαν να δηλώσουν την πλήρη στήριξη τους στην απόφαση του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Λειψίας, η οποία θεωρείται καθοριστική σημασία για τη Γερμανία για τη μελλοντική πορεία των απελευθέρων προσφύγων και των μεταναστών της Ελλάδας. Η απόφαση αυτή ορίζει ότι όσοι ενήλικοι έχουν ήδη λάβει άσυλο και έχουν καταγραφεί αρχικά στην Ελλάδα, οφείλουν να επιστρέψουν στη χώρα πρώτης υποδοχής. Πρόκειται ουσιαστικά για μια απόφαση-πιλότο, ικανή να αποφέρει νομικό προηγούμενο για παρόμοιες υποθέσεις στο εξής.
Η εξέλιξη αυτή θεωρείται νίκη για τις πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν αυστηρότερη γραμμή στο μεταναστευτικό και ταυτόχρονα ενισχύει τη θέση της Γερμανίας ως χώρας που εφαρμόζει στο πλαίσιο του Κανονισμού του Δουβλίνου. Στην πράξη, όμως, πρόκειται για μια απόφαση που ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για την Ελλάδα, η οποία δεν θα μπορούσε να δεχθεί νέο κύμα επιστροφών αιτιών άσυλο υπό το βάρος της ευρωπαϊκής πολιτικής ισορροπίας.
Στο σκεπτικό του δικαστηρίου περιλαμβάνεται η άποψη ότι η Ελλάδα πλέον διαθέτει οικονομική σταθερότητα, ιδιαίτερα μετά την έξοδό της από το καθεστώς των Μνημονίων, άρα δεν δικαιολογείται η παραμονή προσφύγων και μεταναστών στη Γερμανία με το επιχείρημα ότι χρειάζονται προστασία. Ειδική αναφορά γίνεται στους «νέους, υγιείς, ικανούς και άγαμους άνδρες», οι οποίοι, σύμφωνα με τους δικαστές, δεν εμπίπτουν σε ευάλωτες κατηγορίες και άρα δεν έχουν λόγο να αιτηθούν άσυλο στη Γερμανία.
Η προσέγγιση αυτή, πέρα από νομική διάσταση, φέρει έντονο πολιτικό φορτίο, αφού η συναίνεση του CDU και του SPD αναδεικνύει πως στο ζήτημα του μεταναστευτικού υπάρχει κοινή γραμμή πλεύσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Το βάρος μεταφέρεται στην Ελλάδα, με το ερώτημα πλέον δεν είναι κατά πόσο οι ελληνικές υποδομές και οι θεσμοί είναι έτοιμοι να διαχειριστούν την επαναφορά των ανθρώπων, τη στιγμή που οι συνθήκες στο εσωτερικό της χώρας παραμένουν οριακές.
Keine unmenschliche oder erniedrigende Aufnahmesituation für nichtvulnerable anerkannte Flüchtlinge in Griechenland: https://t.co/KcJ4Yov307
— BVerwG.de (@BVerwG_de) April 16, 2025
Με ικανοποίηση υποδέχθηκαν οι κορυφαίοι εκπρόσωποι των δύο μεγάλων κομμάτων της Γερμανίας, CDU και SPD, την πρόσφατη απόφαση του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Λειψίας, η οποία έκρινε ότι οι αιτούντες άσυλο που έχουν περάσει πρώτα από την Ελλάδα πρέπει να επιστρέφουν εκεί, εφόσον αυτή ήταν η πρώτη χώρα υποδοχής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη Γερμανία, η απόφαση αυτή δεν αντιμετωπίζεται απλώς ως μια τυπική δικαστική ετυμηγορία, αλλά ως σημείο καμπής, μια «νομιμοποιητική βάση» για την επανεκκίνηση των επιστροφών προς την Ελλάδα.
Ο Μάνφρεντ Πεντς, Χριστιανοδημοκράτης Υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του κρατιδίου της Έσσης, χαρακτήρισε την απόφαση «ετυμηγορία που δείχνει τον δρόμο», καθώς –όπως είπε– αποκαθιστά θεμελιώδεις αρχές της ευρωπαϊκής συνεργασίας στο προσφυγικό. Τόνισε ότι το κοινό δίκαιο είναι ξεκάθαρο: η πρώτη χώρα υποδοχής είναι υπεύθυνη για την εξέταση του αιτήματος ασύλου. Όπως ανέφερε, αυτός ο κανόνας είχε αγνοηθεί για χρόνια, δημιουργώντας προβλήματα όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά συνολικά στην Ε.Ε.
Ακόμα πιο ευθέως υποστηρικτικός εμφανίστηκε ο Κρίστοφ ντε Βριές, βουλευτής του CDU με αρμοδιότητα στα θέματα εσωτερικής πολιτικής. Ο ντε Βριές χαρακτήρισε την απόφαση «game changer», δηλαδή μια καθοριστική εξέλιξη που αλλάζει το τοπίο, καθώς –όπως σημείωσε– επιτρέπει την επανέναρξη των επιστροφών προς την Ελλάδα. Για τον ίδιο, αυτή η εξέλιξη μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της παράνομης εσωτερικής μετανάστευσης εντός της Ε.Ε., καθώς και στην κατάληψη της κατάχρησης του δικαιώματος ασύλου στη Γερμανία.
Από την πλευρά των Σοσιαλδημοκρατών, ο Ραλφ Στάιγκνερ συντάχθηκε με τη δικαστική κρίση, δηλώνοντας ότι «το δίκαιο είναι δίκαιο» και πως η Γερμανία οφείλει να αποδεχτεί τη νομολογία του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: η εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου δεν είναι θέμα πολιτικής επιλογής αλλά υποχρέωση.
Ωστόσο, η πανηγυρική αποδοχή αυτής της απόφασης από το πολιτικό κατεστημένο της Γερμανίας εγείρει εύλογες αμφιβολίες ως προς το πώς θα αντιδρούσε το Βερολίνο αν η ετυμηγορία ήταν υπέρ της Ελλάδας. Η ειρωνική παράταξη για τον πρώην Υπουργό Εσωτερικών του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, ο οποίος τώρα επικαλείται με βεβαιότητα το δίκαιο, αφήνει να εννοηθεί ότι η υπεράσπιση των «ευρωπαϊκών αρχών» είναι συχνά επιλεκτική και εξαρτάται από τα συμφέροντα του εκάστοτε κράτους. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση ενισχύει τη γερμανική πολιτική γραμμή υπέρ της αυστηρότερης εφαρμογής των κανόνων του Δουβλίνου, μεταφέροντας ξανά το βάρος στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, το ζήτημα της λεγόμενης «δευτερογενούς μετανάστευσης» να επιστρέψει στην πολιτική ατζέντα της Γερμανίας με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, προκαλώντας νέο κύμα αντιπαραθέσεων μεταξύ Βερολίνου και Αθήνας. Δεν είναι η πρώτη φορά που το θέμα αυτό αναδεικνύεται, καθώς στο παρελθόν αποτέλεσε αιτία σύγκρουσης ανάμεσα στις δύο χώρες, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο στόχαστρο για τον ρόλο της ως «πρώτης χώρας υποδοχής» και τη Γερμανία να ζητήσει την αυστηρή εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων.
Η «δευτερογενής μετανάστευση», όπως περιγράφεται στο σχετικό ρεπορτάζ, αφορά δεκάδες χιλιάδες άτομα που είχαν λάβει καθεστώς διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα, αλλά στη συνέχεια μετέβη στη Γερμανία, όπου υπέβαλαν νέο αίτημα ασύλου. Παρέμειναν εκεί, αφού τα γερμανικά δικαστήρια δεν επέτρεψαν την επιστροφή τους στην Ελλάδα, επικαλούμεθα τις συνθήκες διαβίωσης και το ασταθές πλαίσιο υποδοχής στη χώρα. Ωστόσο, η πρόσφατη απόφαση του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Λειψίας έρχεται να αλλάξει τα δεδομένα, ανοίγοντας τον δρόμο για μαζικές επιστροφές. Μόνο για το 2024, εκτιμάται ότι πάνω από 25.000 άτομα εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία και θεωρούνται πλέον «επιστρεπτείς».
Η αλλαγή στάσης των γερμανικών δικαστηρίων αλλά και η πολιτική βούληση της κυβέρνησης και η αντιπολίτευση να περιορίσουν τη λεγόμενη «κατάχρηση του συστήματος ασύλου» για την Ελλάδα ένα νέο, πιεστικό τοπίο. Όσο η Γερμανία επιμένει στην εφαρμογή της συμφωνίας του Δουβλίνου, η χώρα μας καλείται να διαχειριστεί ξανά τις συνέπειες μιας ευρωπαϊκής πολιτικής που παραμένει άνιση και αποσπασματική.
Οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί και η πολιτική δυναμική ξεκάθαρη: το Βερολίνο θέλει να απαλλαγεί από όσους δεν πληρώνουν τις προϋποθέσεις παραμονής, και η Ελλάδα καλείται να περιορίσει το βάρος. Αν μέχρι τώρα η κατάσταση ήταν δύσκολη, όλα δείχνουν ότι τα χειρότερα έπονται.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»
Σαμαράς: «Το 2026 απαιτεί αλήθεια και ευθύνη»