Ωμή επιβεβαίωση της ελλιπούς και προβληματικής εκπαίδευσης των σταθμαρχών της σειράς του μοιραίου Βασίλη Σαμαρά στα Τέμπη, κατά την περίοδο πριν από τη Σιδηροδρομική Τραγωδία που κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, αποτελεί η νέα απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, με την οποία επιβάλλεται στον ΟΣΕ πρόστιμο συνολικού ύψους 1.040.000 ευρώ για σωρεία παραβάσεων στη διαδικασία εκπαίδευσης προσωπικού κρίσιμων καθηκόντων ασφάλειας. Η απόφαση, που εκδόθηκε την τετάρτη 12 Νοεμβρίου από την ολομέλεια της αρχής, σε συνέχεια προηγούμενης απόφασής της ήδη από τον Μάρτιο του 2023, λίγες ημέρες μετά το δυστύχημα, περιγράφει ένα διάτρητο και επικίνδυνο σύστημα εκπαίδευσης, το οποίο άφηνε σοβαρά κενά στη δημόσια ασφάλεια, καθώς επέτρεπε σε άτομα με αμφισβητούμενη και ελλιπή κατάρτιση να τοποθετούνται σε θέσεις όπου λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις για την κυκλοφορία των τρένων.
Η ΡΑΣ διαπιστώνει ότι ο ΟΣΕ παρέκαμψε το εγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών, παρέλειψε κρίσιμα στάδια της θεωρητικής και πρακτικής εκπαίδευσης, δεν τήρησε τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και αρχεία και συνέχισε να χρησιμοποιεί σταθμάρχες για τους οποίους δεν τεκμηριώνεται η ολοκλήρωση της προβλεπόμενης εκπαίδευσης, τοποθετώντας τους σε πραγματικά καθήκοντα παρά τη ρητή απαγόρευση της ίδιας της αρχής ήδη από τον Μάρτιο του 2023. Η ΡΑΣ είχε τότε επισημάνει ότι η κατάρτιση που παρασχέθηκε από τον ΟΣΕ στον συγκεκριμένο θεωρητικό και πρακτικό κύκλο εκπαίδευσης, ο οποίος αφορούσε προσωπικό που εκτελεί κρίσιμα καθήκοντα ασφάλειας (σταθμάρχες), ήταν ελλιπής και ως εκ τούτου ανεπαρκής, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την ίδια τη νομιμότητα της τοποθέτησής τους σε ενεργή υπηρεσία.
Η έρευνα της αρχής κατέδειξε ότι η εκπαίδευση αυτής της σειράς εργαζομένων οργανώθηκε και υλοποιήθηκε με βιασύνη, συνεχείς αλλαγές στα προγράμματα και διαφοροποιήσεις στον τρόπο αξιολόγησης, που αλλοίωναν τον συνολικό σχεδιασμό. Η υπόθεση αφορά συνολικά 75 σταθμάρχες, για τους οποίους από το 2023 είχε διαπιστωθεί αδυναμία επιβεβαίωσης της ολοκλήρωσης του προβλεπόμενου β΄ κύκλου θεωρητικής εκπαίδευσης διάρκειας 177 ωρών, καθώς ο οσε δεν προσκόμισε τα απαιτούμενα έγγραφα που θα αποδείκνυαν ότι οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι είχαν παρακολουθήσει και ολοκληρώσει το σύνολο των μαθημάτων και της πρακτικής άσκησης. Παρότι η ΡΑΣ είχε ρητά απαγορεύσει την τοποθέτηση των συγκεκριμένων σταθμαρχών σε θέσεις κρίσιμων καθηκόντων ασφάλειας πριν να αποδειχθεί η πλήρης εκπαίδευσή τους, ο ΟΣΕ δεν συμμορφώθηκε και το προσωπικό αυτό συνέχισε να απασχολείται σε έξι σιδηροδρομικούς σταθμούς μεταξύ 22 και 31 Μαρτίου 2023, σε ευθεία παραβίαση των μέτρων που είχαν επιβληθεί.
Για τις παραβάσεις αυτές ο οργανισμός κλήθηκε σε ακρόαση στις 10 Ιουλίου 2023, ωστόσο τον Μάιο του ίδιου έτους η τότε πρόεδρος της ΡΑΣ αποφάσισε την προσωρινή διακοπή της διαδικασίας, επικαλούμενη το τεκμήριο της αθωότητας και αναμένοντας την ολοκλήρωση της ποινικής διερεύνησης για το δυστύχημα των τεμπών. Η νέα ολομέλεια της αρχής έκρινε εκ των υστέρων ότι η απόφαση αυτή στερούνταν νομικής βάσης, επανεκκίνησε τη διαδικασία και όρισε νέα ακρόαση, κατά την οποία οι εκπρόσωποι του ΟΣΕ υποστήριξαν ότι η εκπαίδευση των σταθμαρχών είχε ολοκληρωθεί και ότι η αξιολόγησή τους είχε προγραμματιστεί να γίνει τον σεπτέμβριο του 2023.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η ΡΑΣ, η προβλεπόμενη θεωρητική εκπαίδευση των σταθμαρχών περιλάμβανε συνολικά 535 ώρες μαθημάτων, τα οποία όφειλαν να καλύπτουν όλες τις απαιτήσεις του οδηγού σπουδών, δηλαδή κανονισμούς κυκλοφορίας, διαδικασίες διαχείρισης συμβάντων, χρήση συστημάτων τηλεδιοίκησης, πρωτόκολλα επικοινωνίας με μηχανοδηγούς και αναλυτικά μέτρα και κανόνες ασφαλούς κυκλοφορίας. κατόπιν, προβλεπόταν β΄ κύκλος θεωρητικής εκπαίδευσης διάρκειας 177 ωρών, σε συνδυασμό με 75 ημέρες πρακτικής μαθητείας, υπό την εποπτεία πιστοποιημένων σταθμαρχών – εκπαιδευτών σε πραγματικές συνθήκες λειτουργίας του δικτύου. η αρχή διαπίστωσε ότι η ολοκλήρωση αυτής της κρίσιμης φάσης δεν τεκμηριώθηκε ποτέ επαρκώς. Σε ορισμένα έγγραφα ο αριθμός των ωρών αναφέρεται μειωμένος στις 143, ενώ σε πολλά σημεία απουσιάζουν παρουσιολόγια, ημερολόγια πρακτικής, ωρολόγια προγράμματα και επίσημες αξιολογήσεις. σε πολλά φύλλα βαθμολογίας δεν υπάρχει καν η υπογραφή των εκπαιδευομένων, γεγονός που δεν επιτρέπει την ασφαλή ταυτοποίησή τους και καθιστά τα στοιχεία αυτά αμφισβητήσιμα. παράλληλα, ο οδηγός σπουδών της συγκεκριμένης σειράς σταθμαρχών εμφανίζεται διαφοροποιημένος σε σχέση με αντίστοιχα προγράμματα προηγούμενων ετών, τόσο ως προς τον συντελεστή βαρύτητας των επιμέρους μαθημάτων όσο και ως προς τον τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων (γραπτών και προφορικών) και την κλίμακα βαθμολόγησης, γεγονός που εγείρει πρόσθετα ερωτήματα για τη συνοχή και τη διαφάνεια της διαδικασίας.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στα «φύλλα αξιολόγησης επί του πεδίου» που προσκόμισε ο ΟΣΕ, τα οποία η αρχή χαρακτηρίζει όχι μόνο ανεπαρκή ως προς το περιεχόμενό τους, αλλά και ελλιπή ως προς τη δυνατότητα απόδειξης όσων αναφέρουν. από τη διερεύνηση προκύπτει ότι στην πορεία της διαδικασίας «χάθηκαν» έντεκα σταθμάρχες, καθώς τα διαθέσιμα φύλλα αξιολόγησης αφορούν μόλις 66 από τους συνολικά 77 ελεγχόμενους, χωρίς να παρέχεται εξήγηση για την απουσία των υπολοίπων. Τα έγγραφα αυτά, όπως σημειώνει η ρασ, δεν συνοδεύονται από βαρδιολόγιο που να βεβαιώνει ότι ο συγκεκριμένος σταθμάρχης είχε πράγματι βάρδια στον συγκεκριμένο σταθμό και για συγκεκριμένες ώρες, ώστε να διασταυρώνονται ο τόπος, η ημερομηνία και η ώρα διενέργειας της κάθε αξιολόγησης. συχνά απουσιάζει και η υπογραφή του αξιολογούμενου σταθμάρχη, καθώς και η αναφορά στη διάρκεια της αξιολόγησης, στοιχεία που, κατά την αρχή, υπονομεύουν την αξιοπιστία του συνόλου της διαδικασίας.
Η ΡΑΣ επισημαίνει επίσης ότι τα επτά σημεία στα οποία φέρεται να πραγματοποιήθηκε η αξιολόγηση δεν προκύπτει από κανένα συνοδευτικό έγγραφο ότι συνδέονται με τα προβλεπόμενα στη βασική εκπαίδευση του προσωπικού του κλάδου κυκλοφορίας ή με τις ελλείψεις που είχε ήδη εντοπίσει η αρχή. δεν αιτιολογείται η επιλογή των συγκεκριμένων σημείων ούτε προσδιορίζονται τα κριτήρια με τα οποία τα επέλεξε ο οσε, γεγονός που ενισχύει την εικόνα μιας αποσπασματικής και χωρίς σαφές πλαίσιο διαδικασίας αξιολόγησης.
Σε ένα ακόμη κρίσιμο σημείο της απόφασης, η ΡΑΣ στέκεται στη συστηματική διαφοροποίηση του καθεστώτος εκπαίδευσης μεταξύ μονίμων υπαλλήλων και εργαζομένων με σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών (μπλοκάκι), παρότι και οι δύο κατηγορίες εκτελούν ακριβώς τα ίδια καθήκοντα κυκλοφορίας και ασφάλειας. η αρχή κρίνει ότι ο διαχωρισμός αυτός αντίκειται στις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού και στις απαιτήσεις του ίδιου του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας του οσε, σημειώνοντας ότι ο οργανισμός δεν τήρησε τις εσωτερικές του διαδικασίες. Πιο συγκεκριμένα, δεν προχώρησε στη συγκρότηση τριμελούς επιτροπής αξιολόγησης με την απαιτούμενη εμπειρία, δεν διατήρησε πλήρη αρχεία εκπαίδευσης και επιδόσεων των εκπαιδευομένων και δεν εξέδωσε βεβαιώσεις επιτυχούς κατάρτισης για τους σταθμάρχες που εντάχθηκαν στην υπηρεσία. Η αρχή αναφέρει ότι ο ΟΣΕ, «παράτυπα και δίχως κανένα νομικό έρεισμα», διαχωρίζει το προσωπικό κυκλοφορίας που εκτελεί κρίσιμα καθήκοντα ασφάλειας σε μόνιμο και σε προσωπικό με παροχή ανεξάρτητων υπηρεσιών, προκειμένου να υποστηρίξει ότι για τη δεύτερη κατηγορία ισχύει διαφορετικό νομικό καθεστώς εκπαίδευσης και ελέγχου επάρκειας προσόντων, παρότι τα καθήκοντα είναι τα ίδια. Αυτό, κατά τη ΡΑΣ, οδηγεί στην ύπαρξη «προσωπικού δύο ταχυτήτων» σε θέσεις κρίσιμες για την ασφάλεια της κυκλοφορίας, κάτι που θεωρείται απαράδεκτο.
Η αρχή χαρακτηρίζει τα επιχειρήματα του οργανισμού περί διαχωρισμού προσωπικού «παντελώς αβάσιμα» και σημειώνει ότι ο ΟΣΕ δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό έγγραφο που να αφορά τη δοκιμαστική περίοδο των 18 μηνών, η οποία προβλέπεται για τους ελεγχόμενους σταθμάρχες ως απαραίτητο στάδιο πριν από την πλήρη ανάληψη καθηκόντων. Από τα σημαντικότερα ευρήματα της ΡΑΣ είναι ότι, παρά την προηγούμενη απαγόρευση να χρησιμοποιεί τους συγκεκριμένους σταθμάρχες σε κρίσιμα καθήκοντα, ο ΟΣΕ προχώρησε στην τοποθέτηση ορισμένων εξ αυτών σε ενεργή υπηρεσία. Στο διάστημα 22 – 31 Μαρτίου 2023, άτομα χωρίς ολοκληρωμένη πιστοποίηση φέρονται να τοποθετήθηκαν ως μοναδικοί υπεύθυνοι βάρδιας σε σταθμούς όπως το Ικόνιο, η Πάτρα, ο Άγιος Ανδρέας, η Θεσσαλονίκη και η Σίνδος, παρά το γεγονός ότι από τις 16 Μαρτίου 2023 η ρασ είχε εκδώσει την απόφαση 24/2023, με την οποία απαγόρευε ρητά τη χρησιμοποίηση προσωπικού χωρίς πλήρη εκπαίδευση σε θέσεις κρίσιμων καθηκόντων ασφάλειας.
Το συνολικό διοικητικό πρόστιμο που επέβαλε η ΡΑΣ στον οσε αναλύεται σε 100.000 ευρώ ανά ημέρα απασχόλησης των ελεγχόμενων σταθμαρχών σε κρίσιμες θέσεις, δηλαδή 1.000.000 ευρώ για τις δέκα ημέρες παραβίασης της απαγόρευσης, καθώς και σε επιπλέον 40.000 ευρώ για τις λοιπές διαπιστωθείσες παραβάσεις των υποχρεώσεων εκπαίδευσης, τεκμηρίωσης και τήρησης διαδικασιών. Πέρα από το χρηματικό σκέλος, η ΡΑΣ απευθύνει αυστηρή προειδοποίηση προς τον ΟΣΕ, ζητώντας άμεση συμμόρφωση και υιοθέτηση συγκεκριμένων διορθωτικών μέτρων, τα οποία περιλαμβάνουν την τήρηση αναλυτικών και ενυπόγραφων ημερολογίων, ωρολόγιων προγραμμάτων και παρουσιολογίων, τη σύνταξη κατά τη διάρκεια των υπηρεσιών κατάρτισης εμπεριστατωμένων και ενυπόγραφων εκθέσεων απόδοσης και συμπεριφοράς για τις ικανότητες των εκπαιδευόμενων σταθμαρχών και κλειδούχων, τη συγκρότηση τριμελούς επιτροπής αξιολόγησης χωρίς συγγενικούς δεσμούς με τους εκπαιδευόμενους, αποτελούμενης από τον εισηγητή της διδακτέας ύλης, Εκπρόσωπο της διεύθυνσης κυκλοφορίας και τον προϊστάμενο ή Εκπρόσωπο της διεύθυνσης εκπαίδευσης και κατάρτισης, την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης ως προς την ασφάλεια του σιδηροδρόμου και την επάρκεια προσόντων του προσωπικού, την έκδοση συγκεντρωτικών δελτίων αξιολόγησης και εκθέσεων αξιολόγησης μετά το πέρας κάθε προγράμματος, την έκδοση επίσημης πιστοποίησης επιτυχούς παρακολούθησης των υπηρεσιών κατάρτισης και την πλήρη υλοποίηση δοκιμαστικής περιόδου εκπαίδευσης και μαθητείας διάρκειας 18 μηνών πριν από την ανάθεση πλήρων καθηκόντων. παράλληλα, η ρασ προειδοποιεί τον οσε ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα επιβληθέντα μέτρα, επιφυλάσσεται να επιβάλει νέα πρόστιμα ή και άλλα, αυστηρότερα, κανονιστικά μέτρα.