Σκιά στο Βατικανό: Πρώην ιερέας-κακοποιός στρέφεται κατά του νέου Πάπα
Ο Τζέιμς Μ. Ρέι, πρώην ιερέας που έχει καθαιρεθεί και κατηγορείται για την κακοποίηση τουλάχιστον 13 παιδιών, στρέφεται τώρα δημόσια κατά του νέου Πάπα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, προκαλώντας νέο κύμα ερωτημάτων για το παρελθόν του Βατικανού και τη διαχείριση υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης στους κόλπους της Εκκλησίας. Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα της Daily Mail, ο νέος Πάπας, Ρόμπερτ Πρεβόστ, που ανέλαβε πρόσφατα τον παπικό θρόνο με το όνομα Λέων ΙΔ΄, κατηγορείται ότι είχε εγκρίνει τη μετακίνηση του Ρέι σε μοναστήρι το οποίο βρισκόταν σε επικίνδυνη γειτνίαση με Καθολικό δημοτικό σχολείο στο Χάιντ Παρκ του Σικάγο — παρά τις ήδη διατυπωμένες εις βάρος του Ρέι καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων. Ο ίδιος ο Ρέι, μιλώντας στην εφημερίδα Chicago Sun-Times, δηλώνει χωρίς περιστροφές: «Αυτός μου έδωσε την άδεια να μείνω εκεί». Οι αποκαλύψεις πυροδοτούν σοβαρές αμφιβολίες για την κρίση και τις ευθύνες του νέου ποντίφικα σε ένα από τα πλέον ευαίσθητα και επώδυνα ζητήματα για την Καθολική Εκκλησία παγκοσμίως.
Σε μια υπόθεση που επαναφέρει στο προσκήνιο το διαχρονικό σκάνδαλο των καλυμμένων σεξουαλικών εγκλημάτων στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας, ο καθαιρεμένος πρώην ιερέας Τζέιμς Μ. Ρέι στρέφει τα πυρά του κατά του νέου Πάπα, Λέοντα ΙΔ΄, καταγγέλλοντας ότι του δόθηκε άδεια παραμονής σε μοναστήρι δίπλα σε σχολείο, παρότι ήταν ήδη κατηγορούμενος για κακοποίηση ανηλίκων.
Το όνομα του Ρέι περιλαμβάνεται σε επίσημη λίστα της Αρχιεπισκοπής Σικάγου με άτομα κατηγορούμενα για σεξουαλικά εγκλήματα, ενώ από το 1990 είχε τεθεί σε «διακονία με περιορισμούς» μετά από σοβαρές καταγγελίες για κακοποίηση παιδιών. Παρά τον περιοριστικό χαρακτήρα της θέσης του, εργάστηκε σε τρεις ενορίες, ενώ το 2000 η ίδια η Αρχιεπισκοπή τού παρείχε βοήθεια για εύρεση στέγης.
Η απόφαση που σηκώνει πλέον σφοδρό κύμα αντιδράσεων είναι αυτή που του επέτρεψε να μείνει για δύο χρόνια στο μοναστήρι St. John Stone Friary, μόλις ένα τετράγωνο από το Καθολικό σχολείο St. Thomas the Apostle και ακριβώς απέναντι από παιδικό σταθμό. Ούτε το σχολείο ούτε το κέντρο φύλαξης παιδιών ενημερώθηκαν ποτέ για την παρουσία του Ρέι, ενώ εσωτερικά έγγραφα της Αρχιεπισκοπής ανέφεραν ψευδώς ότι «δεν υπήρχε σχολείο στην άμεση περιοχή».
Ο ίδιος ο Ρέι δήλωσε ότι αναγκάστηκε να μετακομίσει, καθώς η προηγούμενη κατοικία του θα κατεδαφιζόταν, και υποστήριξε πως ο βοηθός του τότε καρδινάλιου Φράνσις Τζορτζ απηύθυνε έκκληση σε θρησκευτικούς οργανισμούς για να του βρουν στέγη. Μόνο οι Αυγουστινιανοί ανταποκρίθηκαν, και την τελική έγκριση για τη μετεγκατάσταση φέρεται να έδωσε ο Ρόμπερτ Πρεβόστ, επικεφαλής τότε της Midwest επαρχίας του τάγματος και νυν Πάπας Λέων ΙΔ΄.
Όταν ρωτήθηκε πώς είναι βέβαιος για την ανάμειξη του Πρεβόστ, ο Ρέι απάντησε πως αυτό προκύπτει από την υπάρχουσα αλληλογραφία και από μαρτυρία του εκλιπόντος ιερέα Τζέιμς Τόμπσον, που είχε αναλάβει την επιτήρησή του στο μοναστήρι.
Οι αποκαλύψεις, αν και προέρχονται από έναν άνθρωπο με βεβαρημένο παρελθόν, θέτουν σκληρά ερωτήματα για τη διαχείριση σοβαρών καταγγελιών από την Εκκλησία και για τον ρόλο του νέου Πάπα σε αποφάσεις που ενδέχεται να έθεσαν παιδιά σε κίνδυνο.
Η υπόθεση του καθαιρεμένου πρώην ιερέα Τζέιμς Μ. Ρέι αποκτά νέα διάσταση, καθώς αποκαλύπτονται λεπτομέρειες για τη φιλοξενία του σε μοναστήρι δίπλα σε σχολείο, με έγκριση που φέρεται να έδωσε ο σημερινός Πάπας Λέων ΙΔ΄, τότε επικεφαλής των Αυγουστινιανών στην περιοχή του Midwest. Παρά το γεγονός ότι το όνομα του Ρέι βρισκόταν ήδη σε λίστα της Αρχιεπισκοπής Σικάγου για σεξουαλικά εγκλήματα κατά ανηλίκων και ότι από το 1990 του είχαν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα διακονίας, κατάφερε να διαμείνει για δύο χρόνια στο μοναστήρι St. John Stone Friary, σε απόσταση αναπνοής από Καθολικό σχολείο και παιδικό σταθμό.
Η Εκκλησία υποστήριξε πως η παρουσία του θα συνοδευόταν από αυστηρή επιτήρηση, κάτι που -κατά την ίδια- δικαιολογούσε το γεγονός ότι οι υπεύθυνοι του σχολείου δεν ενημερώθηκαν ποτέ. Ωστόσο, εσωτερικά έγγραφα της Αρχιεπισκοπής αποκαλύπτουν πως δηλώθηκε ψευδώς ότι «δεν υπήρχε σχολείο στην άμεση περιοχή».
Ο νομικός σύμβουλος των Αυγουστινιανών, Μάικλ Έρντο, πλέον επιχειρεί να αποστασιοποιήσει τον τότε επικεφαλής τους και σημερινό Πάπα, αποδίδοντας την τελική ευθύνη στον εκλιπόντα καρδινάλιο Φράνσις Τζορτζ και στον ιερέα Τζέιμς Τόμπσον, ο οποίος είχε αναλάβει την επιτήρηση του Ρέι. Ο Έρντο ισχυρίζεται ότι ο Ρόμπερτ Πρεβόστ ενέκρινε τη φιλοξενία του Ρέι απλώς στο πλαίσιο μιας οικονομικής συμφωνίας και πως την πλήρη ευθύνη για την αποδοχή του ενοίκου είχε ο Τόμπσον.
Ο Ρέι παρέμεινε στο μοναστήρι μέχρι το 2002, οπότε και τέθηκαν σε ισχύ οι νέοι, αυστηροί κανονισμοί της Συνδιάσκεψης Καθολικών Επισκόπων των ΗΠΑ, που απαιτούσαν την πλήρη απομάκρυνση όσων ιερέων είχαν κατηγορηθεί για κακοποίηση ανηλίκων. Ήταν η χρονιά που η Boston Globe αποκάλυπτε το εκτεταμένο σκάνδαλο συγκάλυψης κακοποιήσεων από την Εκκλησία, προκαλώντας διεθνή κατακραυγή. Ο Ρέι αποβλήθηκε τότε από κάθε μορφή διακονίας και το 2012 καθαιρέθηκε επίσημα από την Καθολική Εκκλησία.
Οι πρόσφατες δηλώσεις του και οι αποκαλύψεις για τον ρόλο του Πρεβόστ φέρνουν και πάλι στην επιφάνεια το ζήτημα της συγκάλυψης και της μετακύλισης ευθυνών, θέτοντας τον νέο Πάπα στο επίκεντρο μιας υπόθεσης που βαθαίνει τις πληγές της Εκκλησίας και επαναφέρει ερωτήματα για τη δέσμευσή της στην κάθαρση και τη διαφάνεια.
Η υπόθεση προκαλεί έντονη ανησυχία και εύλογες απορίες: γιατί, ενώ υπήρχαν καταγεγραμμένες καταγγελίες και περιοριστικά μέτρα, επιτράπηκε στον Ρέι να εγκατασταθεί κοντά σε παιδιά; Ποιος έκρινε ότι η «εποπτεία» αρκούσε ως εγγύηση ασφάλειας; Και πώς εξηγείται η καταγραφή ψευδών στοιχείων στα εσωτερικά έγγραφα της Αρχιεπισκοπής, όπου αναφέρεται ότι δεν υπήρχε σχολείο στην περιοχή;
Τα νέα αυτά στοιχεία ενισχύουν την εντύπωση πως για δεκαετίες η Εκκλησία λειτουργούσε με μια σιωπηρή κουλτούρα συγκάλυψης, μετακινώντας ιερείς με βαρύτατες κατηγορίες αντί να τους απομακρύνει οριστικά. Οι συνεχείς αποκαλύψεις για παραλείψεις, ψευδείς δηλώσεις και μηδενική λογοδοσία δείχνουν ένα βαθιά ριζωμένο πρόβλημα, που πλέον φτάνει έως τον ίδιο τον ποντίφικα.
Η υπόθεση Ρέι, όσο κι αν φαντάζει ως κεφάλαιο του παρελθόντος, ανοίγει σήμερα έναν εκρηκτικό διάλογο για το κατά πόσο ο νέος Πάπας μπορεί να εκπροσωπεί την «αναγέννηση» της Εκκλησίας, τη στιγμή που το όνομά του συνδέεται με ένα από τα πιο σκοτεινά επεισόδια της. Οι φωνές που ζητούν εξηγήσεις πληθαίνουν, όχι μόνο από θύματα και οργανώσεις, αλλά και από πιστούς που θέλουν μια Εκκλησία πραγματικά καθαρή, χωρίς σκιές και χωρίς σιωπή.
Καθώς το Βατικανό τηρεί σιγή ιχθύος, η πίεση για μια σαφή και δημόσια απάντηση μεγαλώνει. Δεν πρόκειται πλέον για μια υπόθεση μεμονωμένης αμέλειας. Πρόκειται για την αξιοπιστία της ίδιας της κεφαλής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και για το αν αυτή η νέα εποχή μπορεί πράγματι να σταθεί στο φως — ή αν συνεχίζει να βαδίζει μέσα στη σκιά.
Σε μια ακόμη συνταρακτική αναφορά, αποκαλύπτεται ότι το 1993, ο Ρέι παραδέχτηκε σε εκκλησιαστικούς αξιωματούχους πως αυνανίστηκε με έναν παραπληγικό άνδρα σε αεροδρόμιο, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Μετζουγκόρι, έναν τόπο προσκυνήματος στη Βαλκανική. Το περιστατικό δεν οδήγησε σε απομάκρυνσή του. Αντίθετα, εξακολούθησε να διατηρεί ρόλο στην Εκκλησία, παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις και καταγγελίες.
Η πλήρης εικόνα για τη δράση του Ρέι καταγράφηκε το 2023 στην έκθεση του Γενικού Εισαγγελέα του Ιλινόις, η οποία τεκμηριώνει ότι κακοποίησε τουλάχιστον 13 παιδιά. Η φύση των κακοποιήσεων, η επιμονή με την οποία επιδίωκε σωματική οικειότητα με ανήλικους, και η ατιμωρησία με την οποία κινείτο εντός του συστήματος, καταδεικνύουν ένα ευρύτερο πρόβλημα: δεν ήταν απλώς μια αποτυχία να προστατευτούν τα θύματα. Ήταν μια ενεργή, θεσμική ανοχή.
Η σιωπή του Βατικανού απέναντι στις αποκαλύψεις είναι εκκωφαντική. Ο Πάπας Λέων ΙΔ΄, πρώην επικεφαλής των Αυγουστινιανών που ενέκρινε –σύμφωνα με τις μαρτυρίες και τα έγγραφα– τη μετεγκατάσταση του Ρέι δίπλα σε σχολείο, δεν έχει μέχρι στιγμής δώσει καμία δημόσια εξήγηση. Η υπεράσπιση του από νομικούς συμβούλους, οι οποίοι μεταθέτουν τις ευθύνες σε αποθανόντες ιερείς ή σε «συγκυρίες», δεν πείθει.
Το ερώτημα πλέον είναι ευθύ και ανελέητο: πώς μπορεί ο Πάπας να ζητά εμπιστοσύνη και ηθική ηγεσία, όταν στο παρελθόν ενέκρινε την παραμονή ενός καταγγελλόμενου κακοποιού δίπλα σε παιδιά; Πόσες άλλες τέτοιες αποφάσεις έχουν θαφτεί κάτω από το βάρος της σιωπής; Και ποιος τελικά προστατεύεται — τα παιδιά ή το κύρος της Εκκλησίας;
Η αλήθεια είναι πως αυτή η υπόθεση δεν αφορά πια μόνο τον Ρέι. Αφορά το αν η Καθολική Εκκλησία είναι διατεθειμένη να αντιμετωπίσει κατάματα το παρελθόν της ή αν συνεχίζει να θυσιάζει τη διαφάνεια στον βωμό της εξουσίας. Η ευθύνη —όχι μόνο πνευματική, αλλά ιστορική— βαραίνει πλέον τον ίδιο τον Πάπα.
Σε μια προσπάθεια να υποβαθμίσει τη βαρύτητα των πράξεών του, ο Τζέιμς Μ. Ρέι δήλωσε στην Sun-Times ότι «έκανε απλώς ένα μασάζ σε έναν νέο άνδρα», προσπαθώντας να αποποιηθεί κάθε ευθύνη για την καταγγελλόμενη σεξουαλική πράξη. Όταν όμως πιέστηκε, παραδέχτηκε: «Δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν. Δεν θέλω να απολογηθώ κιόλας. Αλλά σε μια κλίμακα από το 1 έως το 10, ήμουν λάθος κατά το 1 ή και μισό. Δεν ήταν παιδί. Ήταν ενήλικος, πάνω από 20. Ήμουν ωστόσο λάθος και πρέπει να ζήσω με αυτό». Η στάση του –αμετανόητη, σχεδόν κυνική– ενισχύει την αίσθηση ότι η Εκκλησία επέτρεψε την παραμονή ατόμων που δεν ένιωθαν ποτέ πραγματική ενοχή ή συνέπεια.
Αυτό που πλέον εκρήγνυται ως ευρύτερο πρόβλημα είναι η αλυσίδα της αδράνειας, που φτάνει μέχρι και την κορυφή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ο σημερινός Πάπας Λέων ΙΔ΄, κατά κόσμον Ρόμπερτ Πρεβόστ, δεν φέρεται να διέπραξε ο ίδιος εγκλήματα, όμως τα ίχνη του διατρέχουν πολλές από τις σκοτεινότερες σελίδες των τελευταίων δεκαετιών. Εκτός από την υπόθεση Ρέι, το παρελθόν του ως επίσκοπος στο Τσικλάγιο του Περού (2014–2023) ρίχνει νέες σκιές.
Σύμφωνα με καταγγελίες θυμάτων, η επισκοπή του Πρεβόστ στο Περού αρνήθηκε να διερευνήσει κατηγορίες εναντίον δύο ιερέων, ακόμα και όταν υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία και καταθέσεις. Αντί να διατάξει ανεξάρτητη έρευνα ή να απομακρύνει τους ιερείς προσωρινά, η επισκοπή φέρεται να υποβάθμισε τα στοιχεία ή να τα απέκρυψε, ακόμη κι όταν αυτά διαβιβάστηκαν στο Βατικανό το 2022. Μέχρι σήμερα, δεν έχει υπάρξει ξεκάθαρη απάντηση για το τι έγινε με εκείνους τους φακέλους ούτε για την τύχη των θυμάτων που είχαν στραφεί προς την Εκκλησία για δικαιοσύνη.
Αυτή η αλληλουχία καταγγελιών και εσωτερικής σιωπής, από το Ιλινόις μέχρι το Περού, συγκροτεί ένα ανησυχητικό προφίλ. Ο Λέων ΙΔ΄ δεν φαίνεται να είναι ο εξωτερικός μεταρρυθμιστής που ήρθε να καθαρίσει την Εκκλησία από τα λάθη του παρελθόντος· αντίθετα, το όνομά του επανέρχεται διαρκώς σε περιπτώσεις όπου η συγκάλυψη, η αμέλεια ή η ελαχιστοποίηση των γεγονότων κυριάρχησαν.
Ενώ η εμπιστοσύνη των πιστών τρίζει, το Βατικανό συνεχίζει να μην απαντά. Ο πνευματικός ηγέτης 1,3 δισεκατομμυρίων Καθολικών στον κόσμο καλείται τώρα να μιλήσει — και όχι για να δώσει μια ακόμη αόριστη υπόσχεση για «μηδενική ανοχή». Αλλά για να εξηγήσει τις δικές του πράξεις. Ή τις παραλείψεις του. Γιατί η Εκκλησία δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να καλεί σε κάθαρση, ενώ στο κέντρο της παραμένει η σιωπή.
Η εκλογή του Ρόμπερτ Πρεβόστ ως Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ ήρθε με υποσχέσεις για διαφάνεια, κάθαρση και ηθική αναγέννηση. Όμως, η πραγματικότητα που ξεδιπλώνεται γύρω από το πρόσωπό του είναι σύνθετη και αμφιλεγόμενη. Ο ίδιος εμφανίστηκε πρόθυμος να δώσει το στίγμα μιας πιο ειλικρινούς ηγεσίας, δηλώνοντας το 2023 στο Vatican Media: «Η σιωπή δεν είναι λύση. Πρέπει να είμαστε διαφανείς και ειλικρινείς, αλλιώς οι πληγές δεν θα επουλωθούν ποτέ. Έχουμε όλοι μεγάλη ευθύνη». Όμως τα γεγονότα που προηγούνται αυτής της δήλωσης φαίνεται να τον διαψεύδουν.
Το καθολικό ειδησεογραφικό μέσο The Pillar ανέφερε πως ο Πρέβοστ, μετά από πίεση, συνάντησε τελικά τα θύματα των δύο ιερέων στο Τσικλάγιο τον Απρίλιο του 2022 και τους παρότρυνε να προσφύγουν στις πολιτικές αρχές. Ωστόσο, η εκκλησιαστική έρευνα μπήκε στο αρχείο — επικαλούμενη παραγραφή και έλλειψη αποδείξεων. Για πολλούς, αυτή η στάση μοιάζει περισσότερο με θεσμική απόσυρση παρά με ηθικό θάρρος. Η ίδια η Εκκλησία είχε τη δυνατότητα να κινηθεί αποφασιστικά, αλλά δεν το έκανε.
Το Δίκτυο Επιζώντων από Κακοποίηση από Ιερείς (SNAP) δήλωσε ότι ενημέρωσε και τα 135 μέλη του κονκλάβιου που εξέλεξαν τον Πρέβοστ, επιδιώκοντας να αναδείξει τις ευθύνες και τις παραλείψεις του. Ο αντιπρόεδρος της οργάνωσης, Λόπεζ ντε Κάσας, τοποθετήθηκε καθαρά: «Αυτό το άτομο θα εξεταστεί εξονυχιστικά. Αυτό είναι βοηθητικό για τα θύματα παντού, επειδή πλέον έχουμε έναν πάπα που θα βρίσκεται υπό δημόσιο έλεγχο για το παρελθόν του».
Η ειρωνεία είναι πως ακόμη και ο ίδιος ο Τζέιμς Μ. Ρέι —ο πρώην ιερέας που κατηγορείται για την κακοποίηση τουλάχιστον 13 παιδιών και δηλώνει πως ο Πρέβοστ τού επέτρεψε να μείνει δίπλα σε σχολείο— χαρακτηρίζει την εκλογή του Πάπα «γενικά θετική». Ίσως επειδή γνωρίζει ότι μέχρι σήμερα, το σύστημα μέσα στο οποίο έδρασε εξακολουθεί να λειτουργεί χωρίς να του έχει επιβληθεί οριστική και απόλυτη διαγραφή από τη συλλογική μνήμη της Εκκλησίας.
Όλα δείχνουν ότι η υπόσχεση διαφάνειας του νέου Ποντίφικα θα κριθεί όχι στα λόγια, αλλά στις πράξεις. Γιατί το ερώτημα πλέον δεν είναι αν η Εκκλησία έχει πληγές. Είναι αν έχει την τόλμη να τις ανοίξει, να τις καθαρίσει και να τις επουλώσει πραγματικά — ή αν θα συνεχίσει, για άλλη μία φορά, να τις σκεπάζει με σιωπή, προσχήματα και ευσεβείς πόθους.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»