Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Ζυμώσεις και συνεννοήσεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς: Σενάρια συνεργασιών ενόψει κάλπης

Στον ευρύτερο χώρο αριστερά του ΠΑΣΟΚ επικρατεί εδώ και μήνες έντονη κινητικότητα, με επίκεντρο την ανάγκη ανασυγκρότησης ενός κατακερματισμένου πολιτικού τοπίου. Στο προσκήνιο βρίσκονται ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά, αλλά και ανεξάρτητα πρόσωπα με πολιτικό παρελθόν ή παρουσία στον χώρο, που εξετάζουν –προσεκτικά και ακόμη χωρίς σαφή στρατηγική– το ενδεχόμενο μιας εκλογικής σύμπραξης ή άλλης μορφής συνεργασίας ενόψει των επόμενων εθνικών εκλογών. Οι διεργασίες παραμένουν χαμηλών τόνων αλλά διαρκείς, με αμοιβαίες επαφές και κινήσεις συνεννόησης που, αν και άτυπες προς το παρόν, δείχνουν τάσεις διερεύνησης κοινού βηματισμού.

Μέσα σε αυτό το ρευστό σκηνικό, η περασμένη εβδομάδα σημαδεύτηκε από δύο κινήσεις που έδωσαν νέα ώθηση στη συζήτηση περί ενότητας. Η πρώτη ήταν η δημόσια συνάντηση του Αλέξη Χαρίτση με τον Σωκράτη Φάμελλο, με αντικείμενο την κατάθεση κοινής πρότασης για σύσταση προανακριτικής επιτροπής σχετικά με την υπόθεση Καραμανλή. Η δεύτερη, εξίσου συμβολική, ήταν η πρωτοβουλία της Λούκας Κατσέλη, η οποία φαίνεται να διοργάνωσε συνάντηση με τη συμμετοχή στελεχών τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τη Νέα Αριστερά, αλλά και προσώπων που προέρχονται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ, επιχειρώντας να ανοίξει έναν πιο θεσμικό διάλογο. Η αποκάλυψη της συνάντησης αυτής προκάλεσε αίσθηση και πρόσθεσε επιπλέον παράγοντες στην πολιτική εξίσωση του κεντροαριστερού χώρου.

Η πρόσφατη συνάντηση μεταξύ των προέδρων του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς δεν ήταν ένα αυθόρμητο τετ α τετ, αλλά η κατάληξη μιας πιο ευρείας πολιτικής διερεύνησης. Είχε προηγηθεί η πρωτοβουλία του Αλέξη Χαρίτση να απευθύνει κάλεσμα σε όλους τους επικεφαλής των κομμάτων της αντιπολίτευσης —ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και Πλεύση Ελευθερίας— με στόχο τη διαμόρφωση κοινής πρότασης για σύσταση προανακριτικής επιτροπής σχετικά με την υπόθεση Καραμανλή. Ωστόσο, η άρνηση του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ, αν και για διαφορετικούς λόγους, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη απροθυμία να υπάρξει οποιαδήποτε σύμπραξη με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, έστρεψε τελικά την Πατησίων προς την Κουμουνδούρου. Σε αυτό το συγκεκριμένο πολιτικό και κοινοβουλευτικό ζήτημα, η συμπόρευση των δύο κομμάτων κατέστη μονόδρομος.

Παρά τη σημασία της, η συνάντηση δεν προβλήθηκε ούτε οργανώθηκε όπως θα ανέμενε κανείς για ένα γεγονός με τέτοιο πολιτικό βάρος. Δεν πραγματοποιήθηκε στο επίσημο κτίριο της Βουλής, δεν υπήρξε δημοσιογραφική κάλυψη, ούτε δηλώσεις από τους Αλέξη Χαρίτση και Σωκράτη Φάμελλο. Η επιλογή των χαμηλών τόνων δεν ήταν τυχαία. Όλα δείχνουν πως υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να προστατευτούν οι εύθραυστες εσωκομματικές ισορροπίες. Μια απλή κοινή φωτογραφία ή δημόσια δήλωση ενδεχομένως να άναβε το φιτίλι της εσωστρέφειας και να προκαλούσε ρήγματα, κυρίως στη Νέα Αριστερά και σε δεύτερο χρόνο στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν και επί της ουσίας υπάρχει συναίνεση για την προανακριτική πρόταση, η εικόνα της πολιτικής εγγύτητας μεταξύ των δύο κομμάτων παραμένει ευαίσθητη και, για κάποιους, επικίνδυνα πρόωρη.

Εν μέσω ζυμώσεων για την πολιτική συμπόρευση και με τις κάλπες στον ορίζοντα, και τα δύο κόμματα της ευρύτερης Κεντροαριστεράς προετοιμάζονται για κρίσιμα συνέδρια τον επόμενο μήνα. Στον ΣΥΡΙΖΑ, οι διαφωνίες εντοπίζονται κυρίως σε οργανωτικά ζητήματα και στη διαχείριση των εσωτερικών ισορροπιών μεταξύ των τάσεων του κόμματος, χωρίς να αμφισβητείται ο βασικός πολιτικός προσανατολισμός. Οι αντιπαραθέσεις είναι έντονες αλλά περιορίζονται εντός πλαισίου, με το πολιτικό σκέλος να παραμένει σταθερό — τουλάχιστον επί του παρόντος.

Στη Νέα Αριστερά, ωστόσο, το τοπίο είναι πιο θολό και ασταθές. Η πρόσφατη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής να απορρίψει κάθε ενδεχόμενο άμεσης και εσπευσμένης συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ έχει πυροδοτήσει εσωτερικές τριβές και φυγόκεντρες τάσεις. Το πολιτικό αφήγημα εμφανίζεται διχασμένο, με διακριτές πλέον γραμμές μεταξύ όσων επιθυμούν αυτόνομη πορεία και όσων βλέπουν στο ενδεχόμενο συνεργασίας μια αναγκαία στρατηγική επιλογή.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Αλέξης Χαρίτσης, αν και είχε εκφράσει πρόθεση να παραιτηθεί από την ηγεσία, φέρεται να κάνει δεύτερες σκέψεις, ενόψει των εξελίξεων. Η αναδίπλωσή του μπορεί να αποδοθεί τόσο στην κρισιμότητα της περιόδου όσο και στην αβεβαιότητα για τις επόμενες κινήσεις των «νικητών» της εσωκομματικής αναμέτρησης. Η τακτική τους παραμένει άγνωστη, αλλά θεωρείται καθοριστική για τη μελλοντική κατεύθυνση του κόμματος, καθώς το συνέδριο πλησιάζει και τα ερωτήματα για τον πολιτικό του προσανατολισμό γίνονται ολοένα και πιο πιεστικά.

Την ώρα που ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά προετοιμάζονται για τα κρίσιμα συνέδρια του Ιουνίου και ο διάλογος για πιθανές συνεργασίες παραμένει σε εύθραυστη ισορροπία, νέα δεδομένα στο παρασκήνιο φέρνει στο φως για μια συνάντηση με πρωτοβουλία της Λούκας Κατσέλη. Η συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε στις 8 Μαΐου, συγκέντρωσε γύρω από το ίδιο τραπέζι πολιτικά πρόσωπα από διαφορετικά σημεία της ευρύτερης Κεντροαριστεράς: τον Διονύση Τεμπονέρα και τη Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου από τον ΣΥΡΙΖΑ, την Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά, τον Πέτρο Κόκκαλη από τον «Κόσμο», καθώς και ιστορικά πασοκογενή στελέχη που βρίσκονται εδώ και χρόνια σε απόσταση από τη Χαριλάου Τρικούπη, όπως οι πρώην συνδικαλιστές Χρήστος Κοκκινοβασίλης και Δημήτρης Πιπεργιάς.

Η είδηση προκάλεσε αίσθηση καθώς ήρθε σε μια περίοδο έντονης κινητικότητας στον χώρο, με τα σενάρια για νέες πολιτικές μορφές και συμμαχίες να φουντώνουν. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες ,η συνάντηση δεν είχε χαρακτήρα μυστικότητας ούτε αποτέλεσε φόρουμ για τη σύσταση κάποιου νέου φορέα. Περιγράφεται περισσότερο ως μια κοινωνική συναναστροφή με πολιτικό χρώμα, στην οποία εκδηλώθηκε μεν χαλαρή πολιτική ζύμωση, χωρίς όμως συγκεκριμένο οργανωτικό σχέδιο ή άμεση πολιτική στόχευση.

Παρά τη ρευστότητα του χαρακτήρα της, η συνάντηση ήταν εν γνώσει της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που επιβεβαιώνει ότι η κινητικότητα στον χώρο της Κεντροαριστεράς δεν εξελίσσεται εκτός ελέγχου, αλλά παρακολουθείται στενά από τα κομματικά επιτελεία. Ενδεικτικό είναι ότι αρκετοί από τους συμμετέχοντες αναμένεται να εμφανιστούν δημόσια στις επερχόμενες εκδηλώσεις στα Γιαννιτσά (23 Μαΐου) και την Πάτρα (2 Ιουνίου), όπου θα προστεθεί και ο Χάρης Καστανίδης, μια ακόμη σημαίνουσα φυσιογνωμία της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας. Οι εμφανίσεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερη πολιτική σημασία, καθώς μπορεί να προϊδεάζουν για την επόμενη μέρα στον χώρο των κεντροαριστερών αναζητήσεων.

Η φήμη για τη δημιουργία νέου ψηφοδελτίου φαίνεται να στηρίζεται περισσότερο σε μια εκτίμηση που διατύπωσε δημόσια η Λούκα Κατσέλη —και όχι σε κάποια συμφωνία ή πρόθεση που εκφράστηκε στη συνάντηση. Συγκεκριμένα, μιλώντας στη Ναυτεμπορική TV, η πρώην υπουργός εμφανίστηκε κατηγορηματικά πεπεισμένη, λέγοντας πως είναι «1000% βέβαιη» ότι το πολιτικό κενό στον χώρο της προοδευτικής Κεντροαριστεράς θα καλυφθεί, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, καθώς, όπως δήλωσε, «στην πολιτική τα κενά αργά ή γρήγορα συμπληρώνονται».

Παρά την έντονη βεβαιότητα της Κατσέλη, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει ενεργό ή συντεταγμένο ενδιαφέρον για τη συγκρότηση ενιαίου ψηφοδελτίου των προοδευτικών δυνάμεων. Το συγκεκριμένο σενάριο δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην πολιτική ατζέντα της Κουμουνδούρου, ενώ ο Σωκράτης Φάμελλος, που στο παρελθόν είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας τέτοιας σύμπραξης, πλέον δεν αναφέρεται καθόλου σε αυτήν την προοπτική. Η επίσημη γραμμή δείχνει να κινείται προς τη διατήρηση της αυτονομίας του κόμματος, τουλάχιστον για το προσεχές διάστημα, με έμφαση στη θεσμική αντιπολίτευση και την εσωτερική ανασυγκρότηση.

Το πολιτικό κενό, ωστόσο, παραμένει υπαρκτό —και αυτό είναι το στοιχείο που τροφοδοτεί σενάρια, πρωτοβουλίες και παρασκηνιακές επαφές. Αν και προς το παρόν δεν υπάρχουν απτά στοιχεία για νέα πολιτική οντότητα, η συσσωρευμένη κινητικότητα δείχνει ότι ο χώρος βρίσκεται σε φάση αναμονής, με πρόσωπα και δυνάμεις να διερευνούν εναλλακτικά σχήματα, χωρίς να έχουν ακόμα καταλήξει σε ένα κοινό πολιτικό πρόσημο.

Η σεναριολογία γύρω από τη δημιουργία νέου πολιτικού σχηματισμού στον χώρο της Κεντροαριστεράς, που πυροδοτήθηκε από τη συνάντηση με πρωτοβουλία της Λούκας Κατσέλη, δεν άργησε να εμπλέξει και το όνομα του Αλέξη Τσίπρα. Όμως, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε καμία απολύτως εμπλοκή ή ενημέρωση για την εν λόγω πρωτοβουλία. Το περιβάλλον του ξεκαθαρίζει πως ο ίδιος δεν επιθυμεί να εμφανίζεται ως παρασκηνιακός παράγοντας ή ως εκείνος που κινεί νήματα μέσω τρίτων, δίνοντας σαφές στίγμα αποστασιοποίησης από κάθε κίνηση που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως προσπάθεια υποκινούμενης ανασύνθεσης.

Η στάση αυτή δεν είναι συγκυριακή. Ο Τσίπρας έχει δημόσια εκφράσει τη θέση του ότι η πολυδιάσπαση των προοδευτικών δυνάμεων είναι επιζήμια, και πως κάθε νέα «αποσχιστική» κίνηση όχι μόνο δεν ενισχύει το στρατόπεδο της Αριστεράς, αλλά λειτουργεί ανασχετικά στην προσπάθεια διαμόρφωσης μιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Στην πραγματικότητα, βλέπει τις κινήσεις αυτές περισσότερο ως συμπτώματα κρίσης προσανατολισμού παρά ως γνήσιες εκφράσεις ανανέωσης.

Αποκαλυπτικός άλλωστε υπήρξε και ο πρόλογός του στο πρόσφατο βιβλίο του Γιάννη Μπαλάφα, όπου σημείωσε την ανάγκη για έναν «νέο βηματισμό» που να περιλαμβάνει την Αριστερά και το σύνολο των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων της χώρας. Η επισήμανση αυτή, αν και ανοιχτή σε ερμηνείες, δεν αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις: ο Τσίπρας προκρίνει την ανάγκη ενοποίησης και ανασυγκρότησης, όχι τη γέννηση ακόμη ενός σχήματος που θα προσθέσει έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα του κατακερματισμού. Με το συνέδριο του ινστιτούτου του να πλησιάζει, τον Ιούνιο, αναμένεται να διαμορφώσει πιο καθαρά τη θέση του για τον ρόλο που μπορεί –ή δεν μπορεί– να παίξει σε αυτή τη νέα φάση πολιτικής αναζήτησης.