Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

4 Δεκεμβρίου 2025

Αν έχεις τύχη διάβαινε…

Σε ότι αφορά την πιθανότητα αποκατάστασης και εξασφάλισης οικονομικής ευμάρειας και ευημερίας μέσω των τυχερών παιγνίων η επιστήμη της στατιστικής είναι σκληρή και αδυσώπητη. Είναι κάπου 1 στα 24 εκ. η πιθανότητα να κερδίσεις το Τζόκερ, 1 στα 14 εκ για το Λοττο ενώ για το λαχείο είναι κάπως καλύτερα 1 στις 100 χιλ. Αυτό πάντα για μια φορά στη ζωή σου. Αν τώρα μιλάμε για κατά συρροή οπισθιοφαρδία οι πιθανότητες περιορίζονται ακόμη παραπέρα. Δεν συζητάμε καν για επιπλέον συνθήκες στην εξίσωση ήτοι άτομα με κάποια σχέση μεταξύ τους να κερδίσουν όλοι ξανά και ξανά.

Εκεί η στατιστική παύει να ισχύει και περνάμε στη σφαίρα του μεταφυσικού και του ανεξήγητου. Όλα αυτά βέβαια ισχύουν για κοινούς θνητούς, για ανθρώπους δηλαδή που υπακούν στους λούμπεν νόμους των ποταπών και ανάξιων. Διότι αν είσαι στέλεχος ή πολιτευτής της ΝΔ τότε όχι απλά η στατιστική αλλά σύσσωμο το Κοελικό σύμπαν θα συνωμοτήσει για να κερδίσεις σε κάθε τυχερό παίγνιο που έχει σκαρφιστεί ο ανθρώπινος νους και δη όχι μια και δύο αλλά όσες φορές χρειαστεί προκειμένου να βάλεις μπουγάδα και να ξεπλύνεις όσα δεν ξεπλένει υπό φυσιολογικές συνθήκες ούτε ο Ηρακλής εκτρέποντας Πηνειό και Αλφειό.

Στην τελική τι ήταν ο κόπρος του Αυγείου μπροστά στις κοπριές που καμώνονται τους ηθικούς και άριστους; Αλλά δεν έχει και καμιά σημασία αφού το πόρισμα της «εξεταστικής» -μιας ακόμη- έχει εκδοθεί πριν καν συσταθεί. Αθώοι οι εμπλεκόμενοι – μην τυχόν και ανοίξουν στα νεύρα τους το στόμα τους και μας ανακατέψουν- ένοχοι η υπάλληλος που τα σκάλισε και η ξενόφερτη εισαγγελέας που ανακατεύτηκε στα δικά μας. Εξάλλου το είπε ξεκάθαρα -όσο ξεκάθαρη μπορεί να είναι μια τσιρίδα- ο τηλεμαϊντανός και πανσυμπαντικός πρωταθλητής της κωλοτούμπας: Όποιος έχει την πλειοψηφία κάνει κουμάντο και ανακηρύσσει αθώους και ενόχους. Τελεία.

Δεν έχει καμία σημασία αν όλες αυτές οι χυδαιότητες και οι βαρβαρότητες συνιστούν ευθεία χλεύη και ευτελισμό της νοημοσύνης μας. Δεν έχει καμία σημασία που ο άτυπος κυβερνητικός εκπρόσωπος -δήθεν δημοσιογράφος- ανακαλύπτει επιτυχία και ανάπτυξη στην ακρίβεια διότι, όπως μας είπε, «αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κόσμος να αγοράσει τα ακριβά». Και δεν έχει καμία σημασία διότι τα πράγματα έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι. Γιατί;

Γιατί το θέμα αγαπητοί μου δεν είναι το τι κάνουν, ούτε το πόσο ξεδιάντροπα δικαιολογούν τις βρωμιές τους όσες και όσοι τις κάνουν. Το θέμα είμαστε εμείς. Πάντα εμείς. Διότι εμείς είμαστε αυτοί που τα ανεχόμαστε και επιτρέπουμε την διαιώνισή τους. Δεν είναι τωρινή η ιστορία. Αποδεχτήκαμε «δανειοδότηση» εν ενεργεία πρωθυπουργού «για ένα κωλόσπιτο». Ανεχτήκαμε οι λογαριασμοί τραπεζών να ονομαστούν τηλεφωνικοί αριθμοί για να κρυφτούν οι μίζες.

Ανεχτήκαμε στικάκια με ενόχους να κρύβονται επί χρόνια σε συρτάρια ή να χάνονται μυστηριωδώς δίχως ευθύνη. Ανεχτήκαμε να σκοτώνουν τα παιδιά μας και να μην φταίει κανείς -ή να εφευρίσκονται εξιλαστήρια θύματα/βολικοί ηλίθιοι. Και κάθε φορά τους επιβραβεύαμε με την ψήφο μας. Ακόμη χειρότερα σπεύδαμε να τους καλοδεχτούμε και να τους φιλήσουμε τα χέρια. Γιατί; Διότι σε 200 χρόνια σύγχρονης ιστορίας αυτό το κράτος δεν κατάφερε ή δεν θέλησε ποτέ να φτιάξει πολίτες. Ο κοτζαμπασισμός αποτέλεσε το κυρίαρχο δόγμα, το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίστηκε το κράτος. Και οι κοτζαμπάσηδες προκειμένου να κρατηθούν στην εξουσία δεν θέλουν πολίτες αλλά υπηκόους.

Τους οποίους ελέγχουν δια της Οθωμανικής πρακτικής «ρουσφέτι και μπαξίσι». Και κάπως έτσι οι υπήκοοι βολεύονται με τα φτηνά αντίδωρα και αποδέχονται ασμένως το μεγάλο, διαρκές, διαχρονικό και βουλιμικό φαγοπότι των κοτζαμπάσηδων και των αυλικών τους. Που διόλου τυχαία έχουν ονοματεπώνυμο και όχι απλά έχουν επιβιώσει, σαν τις κατσαρίδες, από κάθε καταστροφή αλλά βγαίνουν πάντα ισχυρότεροι. Οπότε; Οι απαντήσεις και οι λύσεις μπορούν να είναι δικές μας. Αρκεί να το θέλουμε. Και για να ευθυμήσουμε λιγάκι.

Η ιστορία με τα κερδισμένα δελτία μου θύμισε το κλασικό αριστούργημα του Ελληνικού κινηματογράφου «Φωνάζει ο κλέφτης» και δη την στιχομυθία των, ιερών τεράτων, Βλαχοπούλου-Παπαγιαννόπουλου. Όπου η πρώτη, επιχειρώντας να δικαιολογήσει τον καταχραστή αδερφό της, λέει το «Μα θα τα επέστρεφε τα χρήματα». «Πότε» ρωτάει ο Διονύσης. «Όταν θα κέρδιζε το λαχείο». «Και ήταν σίγουρος ότι θα κέρδιζε το λαχείο;». «Δεν ήταν, γι’αυτό προτίμησε τα σίγουρα». Δεν ξέρανε οι καψεροί ότι κάποια χρόνια μετά θα βρισκόντουσαν τζιμάνια που και τα σίγουρα και τα λαχεία τα έχουν του χεριού τους!

της Λένας Παπαντώνη

Ετικέτες: