Αμερικανοί βουλευτές, τόσο από το Ρεπουμπλικανικό όσο και από το Δημοκρατικό Κόμμα, απηύθυναν κοινή επιστολή προς τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, εκφράζοντας την έντονη ανησυχία τους για την επανεμφάνιση τουρκικών παραβιάσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο και στα χωρικά ύδατα. Οι νομοθέτες προειδοποιούν ότι οι ενέργειες της κυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνιστούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, τονίζοντας τον κίνδυνο κλιμάκωσης σε μια ήδη τεταμένη γεωπολιτικά περιοχή. Επιπλέον, υπογραμμίζουν ότι μια ενδεχόμενη επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35 θα μπορούσε να διαταράξει μια εύθραυστη ισορροπία δυνάμεων, με συνέπειες όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή. Στην επιστολή τους, οι βουλευτές καλούν τον Αμερικανό πρόεδρο να εγείρει όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα σε ενδεχόμενη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, επισημαίνοντας τη σημασία μιας ξεκάθαρης και σταθερής στάσης των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι σε ενέργειες που υπονομεύουν το διεθνές δίκαιο και την ειρήνη στην περιοχή.
BREAKING: Members of Congress have sent a letter to President Trump in anticipation of a reported meeting with President Erdogan.
Read the letter now: https://t.co/Y8fhR3JzzN pic.twitter.com/dm3KEUmPbl— HellenicLeaders (@HellenicLeaders) May 8, 2025
Στο επίκεντρο της επιστολής βρίσκονται οι συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων από τουρκικές δυνάμεις, αλλά και οι ευρύτερες γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, οι οποίες συνδέονται με το αναθεωρητικό δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Οι βουλευτές τονίζουν τον ρόλο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως αποσταθεροποιητικού παράγοντα στην περιοχή, επισημαίνοντας τις σχέσεις του με ισλαμιστικές τρομοκρατικές ομάδες, καθώς και την εσωτερική διολίσθηση της Τουρκίας προς τον αυταρχισμό. Υπό αυτό το πλαίσιο, ζητούν από τον Τραμπ να αναδείξει, εφόσον υπάρξει συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο, μια σειρά κρίσιμων θεμάτων: πρώτον, τη χρήση αμερικανικών F-16 από την Τουρκία για την επίμονη παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου· δεύτερον, την κατηγορηματική απόρριψη επανένταξης της Άγκυρας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35, όσο διατηρεί το ρωσικό σύστημα S-400 και συνεχίζει τις αποσταθεροποιητικές της ενέργειες. Οι νομοθέτες καλούν την Ουάσινγκτον να εγκαταλείψει την πολιτική της ανοχής και να υιοθετήσει ξεκάθαρη στάση απέναντι σε μια χώρα που, όπως τονίζουν, λειτουργεί εκτός των πλαισίων της διεθνούς νομιμότητας και υπονομεύει ενεργά τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Οι νομοθέτες τονίζουν ότι η Τουρκία υιοθετεί μια ξεκάθαρα αναθεωρητική στρατηγική με επίκεντρο το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», που απειλεί άμεσα την κυριαρχία Ελλάδας και Κύπρου, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τις θέσεις της Ρωσίας εις βάρος των συμφερόντων και της συνοχής του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, επισημαίνουν τους δεσμούς του Ερντογάν με τη Χαμάς, την ανοιχτή στήριξή του στους στόχους της εξάλειψης του Ισραηλινού κράτους, την αντισημιτική και αντισιωνιστική ρητορική του, καθώς και τη συνέχιση της παράνομης κατοχής της Κύπρου.
Η επιστολή υπογραμμίζει επιπλέον τη χρήση αμερικανικών F-16 για επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και ζητά να αποκλειστεί ρητά κάθε ενδεχόμενο επιστροφής της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35, όσο διατηρεί το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400 και συνεχίζει αποσταθεροποιητικές κινήσεις στην περιοχή. Οι βουλευτές δεν παραβλέπουν τις επιδόσεις της Τουρκίας στον τομέα της άμυνας, επισημαίνοντας ότι ως χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ πληροί την υποχρέωση δαπανών 2% του ΑΕΠ και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράγοντας ενίσχυσης της δυτικής ισχύος. Ωστόσο, τονίζουν ότι ο Ερντογάν ακολουθεί μια πολιτική που αποκλίνει από τις αξίες και τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
Αναφέρονται στην πρόθεσή του να ενταχθεί στους BRICS, στην επιδίωξή του για στενότερες σχέσεις με τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης και στη στήριξη ισλαμιστικών ομάδων στη Συρία, την ώρα που διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων, οι οποίοι υπήρξαν κρίσιμος σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους. Οι νομοθέτες ζητούν από τον Αμερικανό πρόεδρο να μεταφέρει όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα στον Τούρκο ομόλογό του σε ενδεχόμενη συνάντησή τους και να καταστήσει σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρόκειται να ανεχθούν συμπεριφορές που έρχονται σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο, την περιφερειακή ειρήνη και τις θεμελιώδεις αξίες της Δύσης.
Με κοινή επιστολή προς τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, 22 Αμερικανοί νομοθέτες από διαφορετικά κόμματα εκφράζουν τον έντονο προβληματισμό τους για την αυξανόμενη προκλητικότητα της Τουρκίας και τις επιπτώσεις της στην περιφερειακή και διατλαντική σταθερότητα. Την πρωτοβουλία για την επιστολή ανέλαβε η Δημοκρατική βουλευτής Ντίνα Τίτους, ενώ μεταξύ των υπογραφόντων συγκαταλέγεται και ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, Γκρέγκορι Μικς, προσδίδοντας επιπλέον πολιτικό βάρος στην παρέμβαση.
Οι νομοθέτες προειδοποιούν ότι οι κινήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όπως αποτυπώνονται στο δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», απειλούν ευθέως την κυριαρχία Ελλάδας και Κύπρου, υπονομεύοντας τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και διευκολύνοντας, ταυτόχρονα, τις γεωπολιτικές επιδιώξεις της Ρωσίας. Την ίδια στιγμή, επισημαίνουν τη χρήση αμερικανικών F-16 για συστηματικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και τάσσονται κατά της επανένταξης της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 όσο παραμένει κάτοχος των ρωσικών S-400 και συνεχίζει αποσταθεροποιητικές ενέργειες.
Η επιστολή δεν περιορίζεται στα ελληνοτουρκικά. Καταγράφει μια σειρά ανησυχιών που αφορούν τις προσωπικές σχέσεις του Ερντογάν με τη Χαμάς, την ανοικτή στήριξή του στον στόχο εξάλειψης του Ισραηλινού κράτους, τη συχνή υιοθέτηση αντισημιτικής και αντισιωνιστικής ρητορικής, την παράνομη τουρκική κατοχή στην Κύπρο και την εσωτερική διολίσθηση της Τουρκίας στον αυταρχισμό, με περιορισμούς στα ανθρώπινα δικαιώματα και καταστολή της πολιτικής αντιπολίτευσης.
Παρά την αναγνώριση της Τουρκίας ως χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ με αξιόλογες αμυντικές δαπάνες και γεωστρατηγική σημασία, οι βουλευτές ξεκαθαρίζουν ότι η πολιτική του Ερντογάν δεν ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα και τις αξίες των ΗΠΑ. Τονίζουν τη ρητορική του υπέρ της ένταξης στους BRICS και στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, καθώς και τη στήριξή του σε ισλαμιστικές ομάδες και την επιθετική πολιτική έναντι των Κούρδων, παραδοσιακών συμμάχων των ΗΠΑ. Με την επιστολή τους, ζητούν από τον Αμερικανό πρόεδρο να θέσει όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα σε οποιαδήποτε μελλοντική συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι η ανοχή έχει τελειώσει και πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υπερασπιστούν αποφασιστικά τη διεθνή νομιμότητα και τις θεμελιώδεις αξίες της Δύσης.
Στην επιστολή, που φέρει τη στήριξη και του αντιπροέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας Γκρέγκορι Μικς και ενορχηστρώθηκε από τη Δημοκρατική Ντίνα Τίτους, περιγράφεται με σαφήνεια ένα μοτίβο ηγεμονικής και αναθεωρητικής συμπεριφοράς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που εκτείνεται από την παραβίαση εναέριου και θαλάσσιου χώρου έως την επιθετική πολιτική εναντίον γειτονικών κρατών και συμμάχων.
Οι βουλευτές επισημαίνουν την επικίνδυνη αύξηση των τουρκικών παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου με αεροσκάφη F-16 που έχουν προμηθευτεί από τις ΗΠΑ, καθώς και τις συστηματικές παραβιάσεις των ελληνικών χωρικών υδάτων τον τελευταίο χρόνο. Καταδικάζουν την επιμονή της Άγκυρας να εκμεταλλεύεται αμερικανικά στρατιωτικά μέσα για ενέργειες που στρέφονται κατά ενός ΝΑΤΟϊκού συμμάχου, χαρακτηρίζοντας τη συμπεριφορά αυτή «απαράδεκτη» και «διαρκή απειλή για την ασφάλεια ενός ζωτικού Ευρωπαίου εταίρου». Υπογραμμίζουν ότι η ενδεχόμενη επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 θα ανατρέψει μια ήδη ευαίσθητη ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.
Στο επίκεντρο της ανησυχίας τους βρίσκεται και η αναθεωρητική στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας», την οποία περιγράφουν ως ιδεολογική και στρατιωτική αιτιολόγηση για την αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Αναφέρουν ότι υπό το δόγμα αυτό, τουρκικά πολεμικά και ερευνητικά σκάφη παραβιάζουν τις ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου, διεκδικώντας κοιτάσματα φυσικού αερίου, ενώ καταδικάζουν τη συμφωνία της Τουρκίας με την προσωρινή κυβέρνηση της Τρίπολης ως παράνομη και προκλητική. Τονίζουν ότι η τουρκική πολιτική παραβιάζει κατάφωρα τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και αποτελεί έκφραση των νεοοθωμανικών φιλοδοξιών του Τούρκου προέδρου.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην κατάσταση στην Κύπρο, με τους νομοθέτες να καταγγέλλουν ευθέως την Τουρκία για τη συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή. Υπενθυμίζουν ότι πριν από 51 χρόνια η τουρκική εισβολή συνοδεύτηκε από εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όπως εθνοκάθαρση, καταστροφή πολιτιστικής κληρονομιάς και εξαφανίσεις Ελληνοκυπρίων, ενώ σημειώνουν ότι η αποκαλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» έχει κριθεί παράνομη από σειρά ψηφισμάτων του ΟΗΕ και αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το συνολικό μήνυμα της επιστολής είναι ξεκάθαρο: η Τουρκία υπό τον Ερντογάν δεν συμπεριφέρεται ως αξιόπιστος σύμμαχος. Αντίθετα, λειτουργεί αποσταθεροποιητικά, παραβιάζει τις θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, απειλεί γειτονικά κράτη και υπονομεύει την ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής. Οι βουλευτές καλούν τον πρόεδρο Τραμπ να θέσει όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα σε οποιαδήποτε επικείμενη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο και να καταστήσει σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρόκειται να ανεχθούν τέτοιες πρακτικές από κανέναν – ούτε καν από έναν σύμμαχο.
Η επιστολή 22 Αμερικανών νομοθετών προς τον Ντόναλντ Τραμπ περιγράφει με αυστηρότητα τη ρήξη εμπιστοσύνης ανάμεσα στην Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αιχμή του δόρατος την απόφαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να στραφεί προς τη Ρωσία, αγοράζοντας το προηγμένο σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας S-400. Η αγορά αυτή, το 2019, δεν ήταν απλώς ένα στρατιωτικό βήμα – αποτέλεσε πολιτική δήλωση. Και για το Κογκρέσο, ένα σαφές σημείο καμπής.
Οι S-400, σύμφωνα με τους νομοθέτες, αποτελούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια και την ακεραιότητα του ΝΑΤΟ, καθώς η τεχνολογία τους είναι ασύμβατη με τα συστήματα της συμμαχίας και θέτει σε κίνδυνο κρίσιμα δεδομένα, ιδιαίτερα σε σχέση με τα μαχητικά F-35. Η Τουρκία, επιμένοντας στη διατήρηση αυτών των συστημάτων, όχι μόνο απομακρύνθηκε από την τεχνολογική και στρατηγική εναρμόνιση με τους συμμάχους της, αλλά δημιούργησε ένα επικίνδυνο ρήγμα εντός της Συμμαχίας. Η απάντηση των ΗΠΑ ήταν άμεση: κυρώσεις βάσει του νόμου CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) και πλήρης αποπομπή της Άγκυρας από το πρόγραμμα των F-35.
Το Κογκρέσο ενίσχυσε αυτή τη στάση νομοθετικά, απαγορεύοντας οποιαδήποτε μεταφορά μαχητικών αεροσκαφών F-35, ανταλλακτικών, τεχνικών δεδομένων, υλικής υποστήριξης ή πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζεται με το συγκεκριμένο σύστημα στην Τουρκία. Η κίνηση αυτή υπογράμμισε την απόφαση της Ουάσινγκτον να μην ανεχθεί περαιτέρω τεχνολογική διαρροή ή αποδυνάμωση της ασφάλειας της Συμμαχίας εξαιτίας μονομερών ενεργειών του Τούρκου προέδρου.
Στο πλαίσιο αυτό, οι νομοθέτες ζητούν από τον πρόεδρο Τραμπ να παραμείνει σταθερός: καμία επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 όσο παραμένουν ενεργοί οι S-400 – και καμία υποχώρηση απέναντι σε μια Τουρκία που, με επιλογή της, ευθυγραμμίζεται περισσότερο με τη Μόσχα παρά με τις δημοκρατικές αξίες και τους στρατηγικούς στόχους του ΝΑΤΟ.
Σε μια από τις πιο αιχμηρές παραγράφους της διακομματικής επιστολής προς τον Ντόναλντ Τραμπ, Αμερικανοί νομοθέτες καταγγέλλουν ευθέως τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την ανοιχτή στήριξή του στη Χαμάς, ακόμη και μετά τη φρικτή επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023 στο Ισραήλ, όταν εκατοντάδες τρομοκράτες της οργάνωσης εισέβαλαν σε ισραηλινό έδαφος σκοτώνοντας αμάχους και παίρνοντας ομήρους. Ενώ η διεθνής κοινότητα καταδίκασε την επίθεση, ο Ερντογάν αρνήθηκε να χαρακτηρίσει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση, αποκαλώντας την «ομάδα απελευθέρωσης» και προσφέροντας πολιτική κάλυψη στις ενέργειές της.
Οι νομοθέτες τονίζουν ότι από τότε ο Τούρκος πρόεδρος λειτουργεί ουσιαστικά ως προστάτης της Χαμάς, επιτρέποντας στην Τουρκία να μετατραπεί σε κόμβο των διεθνών οικονομικών της συναλλαγών. Παράλληλα, έχει υιοθετήσει ιδιαίτερα επιθετική ρητορική κατά του Ισραήλ, εξισώνοντας δημόσια τον Μπενιαμίν Νετανιάχου με τον Χίτλερ – χαρακτηρισμός που επανέλαβε ακόμα και από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 2024. Επιπλέον, ο Ερντογάν διέκοψε κάθε εμπορική σχέση με το Ισραήλ, απέκλεισε οποιαδήποτε συνεργασία μεταξύ ΝΑΤΟ και Ισραήλ και έφτασε στο σημείο να απειλήσει με εισβολή στη χώρα.
Το έγγραφο υπογραμμίζει τις στενές προσωπικές και πολιτικές σχέσεις του Ερντογάν με την ηγεσία της Χαμάς, όπως ο Ισμαήλ Χανίγια, ο Χαλέντ Μεσάαλ και ο Σαλέχ αλ-Αρούρι, στους οποίους έχει προσφέρει καταφύγιο επί τουρκικού εδάφους. Η επιστολή αναφέρει μάλιστα την ανακήρυξη εθνικού πένθους από τον Ερντογάν για τον θάνατο του Χανίγια και την υποστολή των σημαιών στην τουρκική πρεσβεία στο Τελ Αβίβ προς τιμήν του. Την ίδια στιγμή, ο Χαλέντ Μεσάαλ, καταζητούμενος ως τρομοκράτης από τις Ηνωμένες Πολιτείες, έλαβε δημόσιο βήμα σε συνέδριο στην Κωνσταντινούπολη για να καλέσει τους Παλαιστίνιους σε επιθέσεις αυτοκτονίας κατά Ισραηλινών πολιτών.
Οι βουλευτές ξεκαθαρίζουν ότι τέτοιες ενέργειες είναι απολύτως ασύμβατες με τη στάση που αναμένεται από έναν σύμμαχο του ΝΑΤΟ και καλούν τον Αμερικανό πρόεδρο να αναλάβει σαφή δράση. Όπως υπογραμμίζουν, δεν είναι δυνατόν να υπάρχει στρατηγική και θεσμική ανοχή απέναντι σε έναν ηγέτη που υιοθετεί την αφήγηση τρομοκρατικών οργανώσεων, υπονομεύει τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή και εμπλέκει μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ σε ευθεία αντίθεση με θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου και της ανθρωπότητας.
Με έντονη ανησυχία για την εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Τουρκία, η διακομματική επιστολή των 22 Αμερικανών βουλευτών προς τον Ντόναλντ Τραμπ κλείνει με μια ολοκληρωμένη καταγγελία για την αυξανόμενη αυταρχικότητα του καθεστώτος Ερντογάν. Οι νομοθέτες περιγράφουν μια Τουρκία που, παρά τη ρητορική περί δημοκρατίας, διολισθαίνει σταθερά σε μια μονοκομματική, κατασταλτική εξουσία, όπου οι θεσμοί λειτουργούν ως εργαλεία πολιτικής εκδίκησης και ελέγχου.
Η επιστολή επισημαίνει ότι ο Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έχουν χρησιμοποιήσει συνταγματικές αλλαγές, διώξεις, συλλήψεις και περιοριστικά νομοθετήματα για να αποδυναμώσουν την αντιπολίτευση και να εδραιώσουν την πολιτική τους κυριαρχία. Κορυφαίο παράδειγμα, όπως αναφέρεται, αποτελεί η σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης στις 19 Μαρτίου 2025 – μια κίνηση που χαρακτηρίζεται ως ξεκάθαρη προσπάθεια εξουδετέρωσης πολιτικών αντιπάλων ενόψει πιθανών μελλοντικών εξελίξεων.
Μόλις μέσα σε έναν μήνα, ο Ερντογάν διέταξε έφοδο σε σπίτια 106 πολιτικών του αντιπάλων, κατέστειλε διαδηλώσεις, ενεργοποίησε την αστυνομία για να διαλύσει βίαια κάθε δημόσια έκφραση διαφωνίας και συνέχισε τη χρήση αυθαίρετων διώξεων κατά υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφων και πολιτικών. Οι βουλευτές επισημαίνουν πως οι τουρκικοί νόμοι περί «τρομοκρατίας» και «παραπληροφόρησης» αξιοποιούνται ως προσχήματα για την καταπάτηση της ελευθερίας του λόγου, ενώ η ελευθερία της ειρηνικής συνάθροισης έχει περιοριστεί σε βαθμό που παραβιάζει κάθε έννοια δημοκρατικού πλαισίου.
Επιπλέον, η επιστολή αναφέρεται στην αδυναμία της τουρκικής κυβέρνησης να διασφαλίσει τα θεμελιώδη δικαιώματα μετά τον καταστροφικό σεισμό του Φεβρουαρίου 2023, με ειδική μνεία στην παράλειψη κάλυψης των αναγκών των ατόμων με αναπηρία. Η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών εξακολουθεί να είναι ανεξέλεγκτη, αποκαλύπτοντας μια πολιτεία που ούτε προστατεύει ούτε εγγυάται τα στοιχειώδη δικαιώματα των πολιτών της.
Το μήνυμα των νομοθετών είναι ξεκάθαρο: Η Τουρκία του Ερντογάν δεν ανταποκρίνεται στις δημοκρατικές αρχές, τις οποίες οφείλει να σέβεται κάθε σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών και μέλος του ΝΑΤΟ. Καλούν τον Αμερικανό πρόεδρο να θέσει με σαφήνεια όλα αυτά τα ζητήματα στον Τούρκο ομόλογό του και να καταστήσει σαφές πως δεν μπορεί να υπάρξει προνομιακή σχέση με μια χώρα που καταπατά συστηματικά το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»
Σαμαράς: «Το 2026 απαιτεί αλήθεια και ευθύνη»