Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

25 Μαΐου 2025

Ασθενείς στο έλεος του ΕΣΥ λίγο πριν το τέλος

Ένας πολίτης που φτάνει στο τελευταίο στάδιο της ασθένειάς του στην Ελλάδα του 2025 δεν συνοδεύεται με σεβασμό από την Πολιτεία στην τελική του διαδρομή. Αντιθέτως, παραπέμπεται από Τμήμα σε Τμήμα, από Νοσοκομείο σε Νοσοκομείο, σαν να πρόκειται για αντικείμενο διοικητικής διαχείρισης και όχι για ανθρώπινη ψυχή που δικαιούται ηρεμία και αξιοπρέπεια. Στην πραγματικότητα, αυτό που παρατηρείται είναι μια σιωπηρή εκδίωξη. Όχι μόνο από τα νοσηλευτικά ιδρύματα, αλλά και από το ίδιο το σύστημα που αδυνατεί —ή αρνείται— να διαχειριστεί τον «ανενεργό» ασθενή. Αυτόν που δεν παράγει πλέον, δεν φορολογείται, δεν ψηφίζει.

Οι κλίνες των δημόσιων Νοσοκομείων, λένε οι γιατροί, προορίζονται για όσους έχουν πιθανότητες. Για εκείνους που έχουν ακόμα θεραπευτικά σχήματα μπροστά τους. Για τους άλλους, τους λεγόμενους ασθενείς τελικού σταδίου —καρκινοπαθείς, καρδιοπαθείς, νευρολογικοί ασθενείς— οι δομές είναι ανύπαρκτες. Δεν υπάρχουν κέντρα υποδοχής, δεν υπάρχουν Μονάδες Ανακουφιστικής Φροντίδας, δεν υπάρχει πρόνοια. Το αποτέλεσμα είναι τραγικό. Ο άνθρωπος φεύγει από το νοσοκομείο με ένα δελτίο εξιτηρίου στο χέρι και με μια σιωπηρή οδηγία: «Πηγαίνετε σπίτι σας να πεθάνετε».

Η καθηγήτρια Ιωάννα Σιαφάκα μεταφέρει εικόνες από το πεδίο, όπου ο πόνος δεν είναι μόνο σωματικός, αλλά και βαθιά ηθικός. «Μας λένε: ο γιατρός μού είπε να φύγω. Να πάω σπίτι μου να πεθάνω;» Αυτή η φράση είναι το αποτέλεσμα μιας ολόκληρης κουλτούρας υγειονομικού κυνισμού, όπου ο άνθρωπος μετατρέπεται σε “περίπτωση”. Σε βάρος. Σε αριθμό.


Ο τελικός αποχαιρετισμός με ψυχρά εξιτήρια

Η ιστορία επαναλαμβάνεται με ανησυχητική συχνότητα. Μία γυναίκα με κακοήθεια πέρασε μέσα σε έναν μήνα από τέσσερα νοσοκομεία. Από το ένα στο άλλο, με ασθενοφόρα, χωρίς πρόγνωση, χωρίς φροντίδα από γνώριμους γιατρούς, χωρίς συνέχεια στην παρακολούθηση. Σαν να είναι αποσκευή, όχι ασθενής. Τελικά, κατέληξε στο Γενικό Ογκολογικό Νοσοκομείο Κηφισιάς, μία εβδομάδα πριν τον θάνατό της. Και αυτό θεωρήθηκε επιτυχία.

Στη Θεσσαλονίκη, παρόμοιο σκηνικό. Ένας άντρας λαμβάνει εξιτήριο από γενικό νοσοκομείο διότι «δεν υπήρχε κάτι άλλο να κάνουν». Η κόρη του απευθύνεται στο Θεαγένειο, όπου, με βάση παλαιότερη θεραπεία, του επιτρέπουν εκ νέου νοσηλεία. «Αυτό δείχνει ανθρωπιά», σχολιάζει η γιατρός Σουζάνα Ανίσογλου. Σημειώνεται το αυτονόητο ως εξαιρετικό, διότι πλέον δεν είναι ο κανόνας: ο σεβασμός.

Ενώ οι γιατροί προσπαθούν, οι οικογένειες ζουν έναν διπλό Γολγοθά. Δεν παλεύουν μόνο με την ασθένεια. Παλεύουν με την άρνηση του συστήματος να τους στηρίξει. Αναζητούν εναγωνίως δομές που δεν υπάρχουν, υποστήριξη που δεν παρέχεται, φροντιστές που δεν έχουν εκπαιδευτεί. Ό,τι δεν έχει τυποποιηθεί, απλώς δεν υφίσταται.


Έχουμε επιστήμονες, δεν έχουμε κράτος

Η αποκαρδιωτική διαπίστωση είναι απλή: η Ελλάδα διαθέτει εκπαιδευμένους νοσηλευτές ανακουφιστικής φροντίδας, αλλά δεν διαθέτει ούτε μία επαρκώς οργανωμένη δημόσια δομή για να τους αξιοποιήσει. Ενδεικτικά, ολόκληρη η επικράτεια έχει μόλις 9 κλίνες τέτοιας φροντίδας, στην μονάδα «Γαλιλαία». Και κάπου εδώ ξεκινά ο απόλυτος παραλογισμός: η Πολιτεία δεν αξιοποιεί ούτε τις υπάρχουσες δομές που έχουν ήδη ολοκληρωθεί με κόπο και δωρεές.

Ο ξενώνας στην Παιανία, ο οποίος χτίστηκε με πόρους της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας για να φιλοξενήσει 52 τελικούς ασθενείς (και επιπλέον 40, εφόσον επεκταθεί), παραμένει κλειστός εδώ και 12 χρόνια. Δεν λείπει το κτίριο. Δεν λείπει ο εξοπλισμός. Λείπει η βούληση. Ο Φιλόπουλος, Πρόεδρος της Αντικαρκινικής, λέει ξεκάθαρα: «Το μόνο που ζητάμε είναι να το λειτουργήσει το κράτος. Γι’ αυτό το χτίσαμε.»

Η 29η Μαΐου είναι η Ευρωπαϊκή Ημέρα Παρηγορικής Φροντίδας. Οι αριθμοί τρομάζουν: 150.000 καρκινοπαθείς στην Ελλάδα έχουν ανάγκη αυτής της φροντίδας. Ο αριθμός εκτοξεύεται αν προστεθούν οι πάσχοντες από άλλες ανίατες νόσους. Και όμως, οι άνθρωποι αυτοί παραμένουν αόρατοι. Αφημένοι μόνοι στο σκοτάδι. Σε μια χώρα που ακόμα δεν αναγνωρίζει ως ανθρώπινο δικαίωμα το να φύγει κανείς από τη ζωή με αξιοπρέπεια.

Αυτό δεν είναι υγεία. Είναι εγκατάλειψη.