Η Ελλάδα μετά τα Μνημόνια: Οι ανοιχτές πληγές και η παρακμή της γερμανικής επιρροής
Ο γερμανικός παράγων δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται για τα εσωτερικά πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα, παρά τον διαχρονικά φιλοτουρκικό του προσανατολισμό. Από τα χρόνια των Μνημονίων, η γερμανική παρουσία ήταν έντονη, με ισχυρή επιρροή στα κέντρα λήψης αποφάσεων και διασυνδέσεις με το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Όμως, η διείσδυση αυτή υπήρξε τόσο άγαρμπη και απόλυτη, που οδήγησε σε μια αναπάντεχη αναδιάταξη των γεωπολιτικών και συναισθηματικών προτιμήσεων της ελληνικής κοινωνίας: η άλλοτε «μισητή» Αμερική βρήκε χώρο να διεκδικήσει θετικό πρόσημο, την ώρα που η γερμανική παρουσία ταυτίστηκε με τον αυταρχισμό και την καταναγκαστική λιτότητα.
Μέσα σε πέντε χρόνια, ο ιστορικός αντιαμερικανισμός της μεταπολίτευσης αντικαταστάθηκε από έναν βαθύ και διάχυτο αντιγερμανισμό, προϊόν όχι μόνο της οικονομικής πίεσης αλλά και του τρόπου με τον οποίο αυτή επιβλήθηκε. Η αλαζονική στάση της γερμανικής ηγεσίας, με τη φράση της Άνγκελα Μέρκελ «να κάνουμε τα μαθήματά μας» να μένει στη μνήμη, ενίσχυσε αυτό το συλλογικό τραύμα. Η σκληρή λιτότητα, η κοινωνική αποδιάρθρωση, η απώλεια αξιοπρέπειας και ο διεθνής διασυρμός χρεώθηκαν στην καρδιά της Ευρώπης – και δη στη Γερμανία.
Η επίσκεψη Μέρκελ και η ψυχρή υποδοχή
Δεκαπέντε χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης, η Γερμανία δεν είναι πια η αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα δύναμη της Ε.Ε. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία την έπληξε καίρια, τόσο στο επίπεδο της αξιοπιστίας όσο και στην οικονομική της ισχύ. Η αποβιομηχάνιση που έχει ξεκινήσει, η απώλεια των φθηνών ενεργειακών πόρων μέσω των Nordstream και η αδυναμία χάραξης ανεξάρτητης στρατηγικής την αποδυναμώνουν. Η ηγεσία της, με τον Όλαφ Σολτς και την Αναλένα Μπέρμποκ, εμφανίζεται περισσότερο ως παρακολούθημα των στρατηγικών των ΗΠΑ – και δη των Δημοκρατικών – παρά ως ανεξάρτητος ευρωπαϊκός πόλος.
Σε αυτό το πλαίσιο έγινε και η πρόσφατη επίσκεψη της πρώην καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στην Αθήνα. Η επίσκεψη αυτή είχε περισσότερο ιδιωτικό και προσωπικό χαρακτήρα. Παρ’ όλα αυτά, προκάλεσε αναπόφευκτες πολιτικές ερμηνείες και συγκρίσεις με το παρελθόν. Οι παλιές εποχές, όπου Έλληνες υπουργοί και στελέχη έσπευδαν να υποβάλουν τα σέβη τους σε κάθε εκπρόσωπο του Βερολίνου, έχουν παρέλθει. Η συμμετοχή Ελλήνων πολιτικών στην εκδήλωση με ομιλήτρια τη Μέρκελ ήταν ισχνή. Ούτε η κυβέρνηση ούτε τα κόμματα έδωσαν υψηλόβαθμη παρουσία.
Η κυβέρνηση εκπροσωπήθηκε από τον Άκη Σκέρτσο, ο οποίος είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι «οι γερμανικές αποζημιώσεις είναι θέμα του περασμένου αιώνα», τον Θάνο Πετραλιά, που ήταν θεσμικά προετοιμασμένος και ευγενής, και τη Βιβή Χαραλαμπογιάννη. Παρόντες ήταν επίσης οι πρώην υπουργοί Χρήστος Σταϊκούρας και Χρήστος Στυλιανίδης. Από πλευράς πρώην πρωθυπουργών, προσήλθαν ο Λουκάς Παπαδήμος και ο Παναγιώτης Πικραμμένος, πρόσωπα με ισχυρή γερμανική παιδεία και προσανατολισμό. Στην εκδήλωση έδωσαν το «παρών» ο Ευάγγελος Βενιζέλος και η Άννα Διαμαντοπούλου, που αντάλλαξαν θερμό ασπασμό, καθώς και ο σύμβουλος του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλης Καλπαδάκης και η τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Σε ιδιωτικό επίπεδο, η καγκελάριος συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη και την υφυπουργό Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ενώ σε κλειστό δείπνο βρέθηκαν οι Βενιζέλος, Τσίπρας και Χατζηδάκης. Παλαιότερα, τέτοιες επισκέψεις θα προκαλούσαν κινητοποίηση ολόκληρου του υπουργικού συμβουλίου – ακόμη και υπουργοί όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης θα συνωστίζονταν για μία φωτογραφία. Αυτά, όμως, ανήκουν στο παρελθόν.
Οι λόγοι είναι διπλοί. Από τη μία, η οικονομική υποχώρηση της Γερμανίας και η μείωση της γεωπολιτικής της εμβέλειας. Από την άλλη, η απογοήτευση που παραμένει διάχυτη, τόσο στο πολιτικό σύστημα όσο και στην κοινή γνώμη. Η ιδέα της αμοιβαιοποίησης του χρέους προωθείται τώρα, όταν πρόκειται για ευρωπαϊκούς εξοπλισμούς. Όταν την είχαμε προτείνει εμείς στα δύσκολα, εισπράξαμε ένα κατηγορηματικό «nein». Και η ανοχή της Γερμανίας στην αύξηση των τιμών της ενέργειας είχε ως συνέπεια να πληρώσουν το κόστος τα νοικοκυριά του ευρωπαϊκού Νότου – δηλαδή και ο Έλληνας πολίτης.
Η σημερινή Γερμανία: Απώλεια κύρους και στρατηγικού ρόλου
Παράλληλα, υπάρχει και ένα επίπεδο ιστορικής μνήμης που βαραίνει. Ο ρατσισμός και οι επιθέσεις σε Έλληνες επιστήμονες και εργαζομένους στη Γερμανία των Μνημονίων δεν ξεχνιούνται. Πολλοί παραιτήθηκαν, άλλοι εξαναγκάστηκαν να φύγουν. Η ψυχολογική φθορά ήταν τεράστια. Και πάνω απ’ όλα, η διαπίστωση ότι Γερμανοί και Γάλλοι δεν ήρθαν για να μεταρρυθμίσουν, αλλά για να πάρουν πίσω τα δανεικά, να διασφαλίσουν κέρδη από ιδιωτικοποιήσεις και να εκμεταλλευτούν ευκαιρίες. Όπως αποδείχθηκε, τα Μνημόνια δεν ήταν σχέδιο σωτηρίας, αλλά εργαλείο μετάθεσης μιας αναπόφευκτης χρεοκοπίας – την οποία οι ίδιοι δεν θα τολμούσαν ποτέ να επιβάλουν στους λαούς τους.
Η Μέρκελ, με την ομιλία της, έδειξε πως προσπάθησε να κατανοήσει κάποια πράγματα. Μίλησε για την ανθεκτικότητα των Ελλήνων, για τη φτώχεια, για τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Όμως δεν αποτόλμησε μια συγγνώμη. Δεν υπήρξε καν υπαινιγμός για λάθος πολιτικής, για βάρος που δεν μας αναλογούσε. Και αυτό, για έναν λαό σαν τον ελληνικό, που πάνω απ’ όλα ζητά να βλέπει φιλότιμο και προσπάθεια, ήταν απογοητευτικό. Δεν ζητούσαμε συγγνώμη – αλλά έστω την προσπάθεια να την αρθρώσει.
Το μήνυμα είναι διαχρονικό: αυτός ο λαός που έχει περάσει κατοχές, διχασμούς, εμφυλίους και καταστροφές, αναγνωρίζει την ταπεινότητα. Αντιθέτως, αντιδρά όταν διαπιστώνει πως ακόμη και σήμερα, η οποιαδήποτε αντίρρηση προς τη γερμανική γραμμή έχει συνέπειες. Όπως στην περίπτωση του εκκλησιαστικού ηγέτη που είχε το θάρρος να ψέξει τον Γερμανό πρόεδρο για το ζήτημα των αποζημιώσεων – και είδε την καριέρα του να φρενάρει, με το Βερολίνο να κόβει την προαγωγή του σε μητροπολίτη.
Συμπερασματικά, η σχέση Ελλάδας – Γερμανίας είναι σήμερα λειτουργική μεν, αλλά απογυμνωμένη από κάθε συναισθηματικό ή πολιτικό υπόβαθρο. Οι επενδύσεις και οι κοινές ενεργειακές πρωτοβουλίες την κρατούν όρθια, αλλά δεν αρκούν για να καλύψουν το έλλειμμα εμπιστοσύνης. Η Γερμανία βρίσκεται σε φάση παρακμής και η Ελλάδα παραμένει ανυπόληπτη. Στην πραγματικότητα, και οι δύο έχουν αλλάξει. Όμως η βαριά σκιά των πληγών του παρελθόντος εξακολουθεί να κυριαρχεί – υπόγεια, αλλά αδιαμφισβήτητα.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»