Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Εντατικές διεργασίες Αθήνας–Άγκυρας για ραντεβού κορυφής πριν τη σύνοδο του ΝΑΤΟ

Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διπλωματικές διεργασίες ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα, με τις δύο κυβερνήσεις να εντείνουν τις επαφές τους ενόψει της επίσημης ανακοίνωσης τόσο για την ημερομηνία διεξαγωγής του 6ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ) όσο και για τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Οι διαβουλεύσεις βρίσκονται σε κρίσιμο σημείο, καθώς επιδιώκεται να κλειδώσει εγκαίρως το χρονοδιάγραμμα, με το βλέμμα στραμμένο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, που είναι προγραμματισμένη για τις 24 και 25 Ιουνίου.

Καταλυτικό ρόλο στην εν λόγω προσπάθεια φαίνεται να έπαιξε η πρόσφατη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, στην Αττάλεια, στο περιθώριο της άτυπης συνόδου των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η συνάντηση πραγματοποιήθηκε σε εποικοδομητικό κλίμα, εστιάζοντας αποκλειστικά στην προετοιμασία των επερχόμενων πολιτικών επαφών στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Η θετική ατμόσφαιρα που καταγράφηκε στην Αττάλεια φαίνεται να δημιουργεί προσδοκίες για ένα πιο σταθερό πλαίσιο διαλόγου, με στόχο τη συνέχιση της αποκλιμάκωσης στις διμερείς σχέσεις.

Παρά τις διαδοχικές αναβολές της ημερομηνίας διεξαγωγής του ΑΣΣ – αρχικά για Ιανουάριο, στη συνέχεια για Φεβρουάριο, ακολούθως για Μάρτιο και Μάιο – η πρόθεση και των δύο πλευρών είναι σαφής: το Συμβούλιο να πραγματοποιηθεί πριν τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ. Εφόσον αυτό επιτευχθεί, η πολυαναμενόμενη συνάντηση Μητσοτάκη–Ερντογάν θα μπορούσε να λάβει χώρα στην Άγκυρα, στο περιθώριο του ΑΣΣ. Εναλλακτικά, εφόσον δεν καταστεί δυνατή η διεξαγωγή της συνάντησης μέχρι τότε, αναμένεται να υπάρξει διμερής επαφή στη Χάγη, στο περιθώριο των εργασιών της Συμμαχίας.

Με την Τουρκία να αναλαμβάνει φέτος τη φιλοξενία του 6ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, ο στόχος που θέτουν οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας είναι ξεκάθαρος: η έγκαιρη διεξαγωγή του Συμβουλίου, ώστε να ενισχυθεί η δυναμική επαναπροσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών. Η συγκυρία θεωρείται κομβική. Η διεθνής συγκυρία και οι περιφερειακές προκλήσεις λειτουργούν ως μοχλός πίεσης, αλλά και ως ευκαιρία να αξιοποιηθεί το θετικό μομέντουμ που φαίνεται να έχει αρχίσει να διαμορφώνεται.

Παρά τις χρόνιες διαφορές που εξακολουθούν να βαραίνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις — με κυρίαρχη εκείνη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο — το γενικότερο διπλωματικό κλίμα εμφανίζεται σημαντικά ηπιότερο σε σχέση με προηγούμενες περιόδους οξείας έντασης. Η Αθήνα παραμένει σταθερή στη θέση της ότι το μοναδικό ζήτημα προς επίλυση μεταξύ των δύο πλευρών είναι η οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, χωρίς να ανοίγει την ατζέντα σε άλλα θέματα που συχνά προβάλλει η Άγκυρα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το επικείμενο Συμβούλιο αποτελεί δοκιμασία για την αντοχή του διαλόγου, αλλά και δείκτη των πραγματικών προθέσεων εκατέρωθεν.

Καθώς Ελλάδα και Τουρκία προχωρούν προς τη διεξαγωγή του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Άγκυρα και τη συνάντηση κορυφής μεταξύ Μητσοτάκη και Ερντογάν, αναδεικνύεται με ένταση η απόσταση στις βασικές θέσεις των δύο πλευρών. Η Άγκυρα εξακολουθεί να βλέπει ένα ευρύ φάσμα ανοιχτών ζητημάτων στις σχέσεις με την Αθήνα, που ξεπερνούν κατά πολύ το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Περιλαμβάνει αιχμές για την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, διαφωνίες για τον εναέριο χώρο, ζητήματα που άπτονται της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και το Κυπριακό, την ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ και τις μελλοντικές θαλάσσιες επενδύσεις στην περιοχή.

Παρά τις δομικές αυτές διαφορές, η προσπάθεια συγκράτησης των εντάσεων δεν έχει εγκαταλειφθεί. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, με τις πρόσφατες διαβουλεύσεις στη Θεσσαλονίκη να αξιολογούνται θετικά από διπλωματικές πηγές. Αντίστοιχα, οι τεχνικές επαφές για την προώθηση της «θετικής ατζέντας» στην Κωνσταντινούπολη καλλιεργούν ένα περιθώριο για συνεργασία σε πρακτικά ζητήματα, παρά την αμετακίνητη ρητορική.

Η Άγκυρα δεν δείχνει διάθεση υποχώρησης από τις πάγιες θέσεις της, υπερασπιζόμενη τα εθνικά της συμφέροντα σε κάθε πεδίο. Από την άλλη, η Αθήνα παραμένει σταθερή στο ότι μόνο η οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας αποτελεί νόμιμο αντικείμενο διμερούς επίλυσης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, και παρά τις ιδεολογικές και στρατηγικές αποκλίσεις, και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν πως είναι ζωτικής σημασίας να διατηρούνται ανοικτοί δίαυλοι επικοινωνίας και να καλλιεργείται έστω και περιορισμένος κοινός τόπος.

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν δεν είναι μια απλή διπλωματική φιλοφρόνηση. Αποτελεί σταθμό που θα δείξει αν υπάρχει βάθος στη θετική ατζέντα ή αν όλα εξαντλούνται σε κινήσεις εντυπώσεων. Είναι μια στιγμή-κλειδί που θα κρίνει αν μπορεί να συνεχιστεί ένας δύσκολος διάλογος χωρίς ρήξεις ή αν τα αγκάθια παραμένουν αγιάτρευτα.