Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Επιστροφή Ερντογάν με αυξημένη αυτοπεποίθηση και σκληρές θέσεις για Ανατολική Μεσόγειο και Κύπρο

Με εμφανή αυτοπεποίθηση και απόλυτο τόνο επέστρεψε από τον Λευκό Οίκο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, παρουσιάζοντας τη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ ως ορόσημο που αναβαθμίζει τη θέση της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης με ρόλο καθορισμού ισορροπιών. Ο Τούρκος πρόεδρος μίλησε για «θερμή υποδοχή» και «παραγωγική ατμόσφαιρα», επιμένοντας ότι, παρότι δεν λύνονται όλα σε μία συνεδρία, σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος σε πολλαπλά μέτωπα και ότι η καλή προσωπική σχέση του με τον αμερικανό πρόεδρο λειτουργεί ως επιταχυντής της διπλωματικής ατζέντας. Στη συνέχεια απέστειλε σαφές μήνυμα για την Ανατολική Μεσόγειο, διακηρύσσοντας πως η Τουρκία δεν παζαρεύει τα δικαιώματά της σε ενεργειακούς πόρους, διεκδικεί «το μερίδιο που της αναλογεί» και επιδιώκει συνεργασίες στη βάση του «win win», με την «αποφασιστική στάση» της να αναγκάζει, όπως είπε, σε αναθεώρηση υπολογισμών στην περιοχή και να της προσδίδει ισχυρή φωνή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Στο σκέλος της αμυντικής ισχύος, υπογράμμισε ότι προχωρά η ναυπήγηση του δεύτερου αεροπλανοφόρου με ευθύνη του πολεμικού ναυτικού και στενή παρακολούθηση από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ, εκφράζοντας την ελπίδα ολοκλήρωσης σε «ένα με δύο χρόνια», χωρίς να δεσμευθεί σε αυστηρό χρονοδιάγραμμα, σήμα ότι η Άγκυρα επιδιώκει αυτοδύναμη ενίσχυση αποτρεπτικής ικανότητας. Η πιο αιχμηρή παρέμβαση αφορούσε το Κυπριακό, όπου έκλεισε οριστικά, όπως είπε, κάθε συζήτηση για ομοσπονδιακή λύση, θέτοντας ως μόνη «ρεαλιστική» προοπτική την αναγνώριση δύο ξεχωριστών κρατών και ξεκαθαρίζοντας ότι οι τουρκοκύπριοι «δεν θα δεχθούν να είναι μειονότητα», ενώ επανέλαβε τον ρόλο της τουρκίας ως «μητέρας-πατρίδας και εγγυήτριας» που δεν θα αφήσει «μόνους» τους τουρκοκύπριους.

Παράλληλα, ανέδειξε την επανεκκίνηση των σχέσεων με την Αίγυπτο και τη ναυτική συνεκπαίδευση μετά από δεκατρία χρόνια ως απόδειξη της τουρκικής συμβολής σε περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια, συνδέοντας τη σύγκλιση Άγκυρας–Καΐρου με το λιβυκό πεδίο όπου μίλησε για «ειρήνη με τουρκική μεσολάβηση». ειδικό βάρος έδωσε και στη Γάζα, υποστηρίζοντας ότι με τον αμερικανό πρόεδρο καταγράφηκε σύμπτωση απόψεων για την ανάγκη άμεσης εκεχειρίας και μόνιμης ειρήνης, ενώ επανέλαβε τη θέση υπέρ λύσης δύο κρατών και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να μετατρέψει τη διευρυμένη αναγνώριση της παλαιστίνης σε πρακτικά μέτρα ανακούφισης και πολιτικής επίλυσης. Στον οικονομικό τομέα, τόνισε ότι ο στόχος αύξησης του διμερούς εμπορίου με τις Ηνωμένες Πολιτείες στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια παραμένει εφικτός υπό την προϋπόθεση της πολιτικής βούλησης των δύο πλευρών, παρουσιάζοντας τις εμπορικές και επενδυτικές ροές ως πυλώνα σταθεροποίησης των σχέσεων.

Η συνολική του αποτίμηση κατέληξε σε ένα μήνυμα ισχύος και συνέχειας: Η Τουρκία, όπως είπε, επιστρέφει από την Ουάσιγκτον με ενισχυμένο διπλωματικό αποτύπωμα, σκληροποιημένες θέσεις σε ζητήματα κυριαρχίας και καθαρό πλαίσιο συνεργασιών όπου η διεκδίκηση συνδυάζεται με την προβολή ρόλου διαμεσολάβησης.