Η αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί σήμερα στρατηγική επιδίωξη τόσο της Ουάσιγκτον όσο και της Μόσχας. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που διατυπώνεται ανοιχτά και εντάσσεται σε ευρύτερους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς. Η Ευρώπη δεν αντιμετωπίζεται ως ενιαίο πολιτικό υποκείμενο, αλλά ως ένας μηχανισμός συγκέντρωσης εξουσίας με περιορισμένη κοινωνική νομιμοποίηση και αυξημένες φιλοδοξίες ελέγχου επί των κρατών και των πολιτών.
Κατά το τελευταίο έτος, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναθεωρήσει ριζικά τη στάση τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σχέση εταίρου έχει υποχωρήσει και στη θέση της έχει αναδειχθεί μια αντίληψη ανταγωνισμού, ιδεολογικού και οικονομικού. Στον πυρήνα αυτής της προσέγγισης, η ΕΕ εμφανίζεται ως δύναμη που παρεμποδίζει την υλοποίηση των στρατηγικών στόχων της αμερικανικής προεδρίας, σε βαθμό που να αξιολογείται ως σοβαρότερη πρόκληση ακόμη και από τη Ρωσία.
Στο πλαίσιο της νέας Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας, ο Λευκός Οίκος περιγράφει την Ευρώπη ως χώρο που οδεύει προς πολιτισμική εξουθένωση μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες. Η ανάλυση αυτή εστιάζει στη δημογραφική συρρίκνωση, στη μεταβολή της κοινωνικής σύνθεσης και στην αποδυνάμωση της εθνικής ταυτότητας. Η εξέλιξη αυτή εκλαμβάνεται ως υπαρξιακός κίνδυνος για τη συνοχή της Δύσης και για τη διαχρονική σύνδεση Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον κίνδυνο απομάκρυνσης κρατών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία από τον παραδοσιακό πολιτισμικό τους άξονα, εξέλιξη που θα είχε συνέπειες και στο επίπεδο της στρατηγικής ασφάλειας. Στο ίδιο πλαίσιο, διατυπώνονται ανησυχίες για τη μελλοντική πολιτική κατεύθυνση ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και για τον έλεγχο κρίσιμων στρατιωτικών δυνατοτήτων, με σαφείς αιχμές περί μειωμένης δυνατότητας αμερικανικής προστασίας συμμάχων που θεωρούνται εσωτερικά αποσταθεροποιημένοι.
Η κριτική της Ουάσιγκτον δεν περιορίζεται στο πεδίο της ασφάλειας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατηγορείται ότι περιορίζει πολιτικές ελευθερίες και αποδυναμώνει την κυριαρχία των κρατών μελών της, επιβάλλοντας ένα συγκεντρωτικό μοντέλο διακυβέρνησης. Δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων αποτυπώνουν μια αντίληψη βαθιάς δυσπιστίας απέναντι στις ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ και στη σχέση τους με τα εκλογικά σώματα.
Η ένταση μεταφέρθηκε και στο πεδίο της ελευθερίας του λόγου, με την επιβολή κυρώσεων σε Ευρωπαίους αξιωματούχους που συνδέθηκαν με πολιτικές καταπολέμησης της λεγόμενης παραπληροφόρησης. Η αμερικανική πλευρά υποστηρίζει ότι τέτοιες πρακτικές θίγουν θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών, ιδίως όταν επηρεάζουν τη δημόσια έκφραση αμερικανικών θέσεων σε ψηφιακές πλατφόρμες.
Παράλληλα, η οικονομική πίεση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ενταθεί αισθητά. Η επιβολή υψηλών δασμών στις ευρωπαϊκές εισαγωγές και οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν διαμόρφωσαν ένα νέο περιβάλλον εμπορικών σχέσεων, το οποίο επιβαρύνει την ευρωπαϊκή παραγωγή. Η ενεργειακή εξάρτηση από ακριβούς αμερικανικούς πόρους και η μεταφορά βιομηχανικών δραστηριοτήτων εκτός Ευρώπης εντείνουν τη στασιμότητα σε πολλές οικονομίες της ηπείρου.
Σε αυτό το πλαίσιο, αμερικανικά στρατηγικά κείμενα εξετάζουν ακόμη και σενάρια αναπροσανατολισμού ορισμένων κρατών προς διμερείς σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, εξέλιξη που θα υπονόμευε τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αμφισβήτηση υφιστάμενων ισορροπιών επεκτείνεται και σε γεωπολιτικά ζητήματα, όπως η Γροιλανδία, ενισχύοντας την εικόνα μιας συνολικής αναθεώρησης του συστήματος συμμαχιών.
Στο ίδιο στρατηγικό πλαίσιο, η Ρωσία δεν αντιμετωπίζεται ως άμεση απειλή. Αντίθετα, περιγράφεται ως δύναμη με την οποία είναι εφικτές ρεαλιστικές διαπραγματεύσεις, ιδίως στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ανακατανομής σφαιρών επιρροής που θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν στον ανταγωνισμό με την Κίνα. Πολιτισμικοί και οικονομικοί παράγοντες ενισχύουν αυτή την προσέγγιση, με αναφορές σε κοινές συντηρητικές αξίες και σε συμπληρωματικά οικονομικά συμφέροντα.
Η Μόσχα αναμένεται να κινηθεί παράλληλα, αξιοποιώντας την ουκρανική κρίση, τις πολιτικές διεργασίες στο εσωτερικό της Ευρώπης και τις διμερείς σχέσεις με επιμέρους κράτη. Η ενίσχυση πολιτικών κινημάτων και οι απευθείας εμπορικές συμφωνίες με κυβερνήσεις κρατών της Κεντρικής Ευρώπης διαμορφώνουν συνθήκες σταδιακής αποδυνάμωσης της κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.
Η εξέλιξη αυτή προμηνύει μια παρατεταμένη κρίση συνοχής για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ιστορική αδυναμία διαχείρισης βαθιών γεωπολιτικών ρήξεων και η κοινωνική απόσταση μεταξύ κυβερνήσεων και πολιτών περιορίζουν τα περιθώρια αποτελεσματικής αντίδρασης, σε μια περίοδο που το διεθνές σύστημα αναδιατάσσεται με ταχύτητα και σκληρούς όρους.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
AgoraEU: Δισεκατομμύρια για «αξίες» και πολιτιστική ατζέντα των Βρυξελλών