Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

12 Δεκεμβρίου 2025

Η Ευρώπη κινδυνεύει με «πολιτισμική εξάλειψη»

Η Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας του 2025 που παρουσίασε πρόσφατα ο Λευκός Οίκος καταγράφεται ως η βαθύτερη ανατροπή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.

Για πρώτη φορά μετά το 1947, οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαταλείπουν θεμελιώδεις αρχές που διαμόρφωσαν τη διεθνή τους ταυτότητα και την παγκόσμια στρατηγική τους για περισσότερες από επτά δεκαετίες.

Η νέα προσέγγιση οδηγεί σε οριστικό τέλος της μεταψυχροπολεμικής συναίνεσης, η οποία είχε βασιστεί στη φιλελεύθερη ηγεμονία, στη διαρκή πρωτοκαθεδρία, στην ενεργή υπεράσπιση μιας παγκόσμιας τάξης «βασισμένης σε κανόνες» και στη συστηματική προώθηση της δημοκρατίας στο εξωτερικό.

Το δόγμα Τραμπ, όπως αποτυπώνεται στο νέο έγγραφο, αντικαθιστά αυτό το πλαίσιο με μια ρεαλιστική, πειθαρχημένη και ανοιχτά συμφεροντοκεντρική στρατηγική που συνοψίζεται στις τρεις λέξεις «Αμερική Πρώτα, Δύναμη Πρώτα, Κυριαρχία Πρώτα».

Η πιο εντυπωσιακή πτυχή της νέας στρατηγικής είναι η καθαρή απόρριψη της παγκόσμιας ηγεμονίας ως μόνιμου προσανατολισμού. Η Ουάσιγκτον δηλώνει ότι δεν επιθυμεί πλέον να διατηρεί την ακριβή και πολιτικά αμφισβητούμενη θέση του «παγκόσμιου εγγυητή», ούτε να επωμίζεται το οικονομικό κόστος για την ασφάλεια και την ανάπτυξη τρίτων.

Στο επίκεντρο βρίσκεται η απαίτηση αμοιβαιότητας από συμμάχους και εταίρους, οι οποίοι καλούνται να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιφερειακή τους ασφάλεια.

Παράλληλα, η οικονομική διάσταση –το εμπόριο, η βιομηχανική πολιτική, η ενεργειακή αυτάρκεια και η προστασία κρίσιμων τεχνολογιών– αναβαθμίζεται σε ισότιμο, αν όχι κυρίαρχο παράγοντα εθνικής ισχύος, εισάγοντας μια εκδοχή οικονομικού εθνικισμού που διαπερνά όλη τη στρατηγική.

Το έγγραφο, 33 σελίδων, φέρει προλογικό σημείωμα του προέδρου Τραμπ, ο οποίος το χαρακτηρίζει «οδικό χάρτη» για τη διασφάλιση της αμερικανικής υπεροχής στο μέλλον.

Αν και δεν αναφέρει συγκεκριμένο συντάκτη, το ύφος και η δομή του προδίδουν την επιστροφή σε μια μονολιθική προσέγγιση του δόγματος Τραμπ, με καθαρούς στόχους, σαφείς κόκκινες γραμμές και περιορισμένη διάθεση για διεθνείς δεσμεύσεις χωρίς ανταπόδοση.

Ένα από τα σημεία που έχουν προκαλέσει τις μεγαλύτερες αντιδράσεις είναι η αυστηρή τοποθέτηση απέναντι στην Ευρώπη. Το έγγραφο περιγράφει την ήπειρο ως «πολιτισμικά απειλούμενη» και προβλέπει ότι σε διάστημα δύο δεκαετιών θα είναι «μη αναγνωρίσιμη» εξαιτίας της μαζικής μετανάστευσης, της δημογραφικής κατάρρευσης και της υποχώρησης παραδοσιακών ταυτοτήτων.

Στο ίδιο πλαίσιο, εκφράζεται η άποψη ότι η Ευρώπη, όπως τη γνωρίσαμε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, θα πάψει σύντομα να θεωρείται αυτονόητος σύμμαχος των ΗΠΑ.

Σχολιαστές στην Ελλάδα ήδη επισημαίνουν πως η αναφορά αυτή συνιστά πρωτοφανή δημόσια αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής συνοχής από αμερικανικό έγγραφο στρατηγικής ασφάλειας.

Στο επίκεντρο της νέας φιλοσοφίας πολιτικής ασφαλείας βρίσκεται η πεποίθηση ότι η μαζική μετανάστευση αποτελεί υπαρξιακή απειλή για τα σύνορα, τον κοινωνικό ιστό και τη δημογραφική ισορροπία όχι μόνο των ΗΠΑ αλλά και των συμμάχων τους.

Ο έλεγχος των συνόρων αντιμετωπίζεται πλέον ως πυλώνας εθνικής ισχύος, ισάξιος με την αμυντική τεχνολογία ή τη διπλωματική επιρροή.

Την ίδια στιγμή, η στρατηγική αναδεικνύει την «πολιτιστική και πνευματική υγεία του αμερικανικού λαού» σε παράγοντα εθνικής ασφάλειας – ένα στοιχείο που δεν έχει συμπεριληφθεί ποτέ με τόση έμφαση σε προηγούμενες Εθνικές Στρατηγικές Ασφαλείας.

Σε περιφερειακό επίπεδο, το έγγραφο θέτει σαφή όρια. Στο δυτικό ημισφαίριο, οι ΗΠΑ υιοθετούν μια αναβίωση της Δοξασίας Μονρόε με σύγχρονα χαρακτηριστικά, αποτρέποντας κάθε προσπάθεια εξωημισφαιρικών δυνάμεων –κυρίως Κίνας, Ρωσίας και Ιράν– να αποκτήσουν στρατιωτική παρουσία ή οικονομικό έλεγχο σε κρίσιμα περιουσιακά στοιχεία της Λατινικής Αμερικής.

Η περιοχή χαρακτηρίζεται αμερικανική «ζώνη ασφαλείας», όπου δεν θα γίνονται ανεκτές δραστηριότητες που απειλούν την ισορροπία του ημισφαιρίου.

Απέναντι στην Κίνα, η στρατηγική διακηρύσσει το τέλος των ψευδαισθήσεων ότι η οικονομική αλληλεξάρτηση μπορεί να οδηγήσει σε εκδημοκρατισμό. Επιδιώκει μια μακροπρόθεσμη αποσύνδεση από την κινεζική οικονομία, ενώ απαιτεί από τους συμμάχους –ιδιαίτερα την Ευρώπη, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα– να αναλάβουν μεγαλύτερο βάρος στην απορρόφηση της κινεζικής υπερπαραγωγής, αντί αυτή να καταλήγει στην αμερικανική αγορά. Η ισχύς και η αποτροπή αποτελούν τη βάση του πλαισίου «ειρήνη μέσω δύναμης».

Στη Μέση Ανατολή, η σταθερότητα αντιμετωπίζεται πλέον ως αντικείμενο επιλεκτικής εμπλοκής. Με την ενίσχυση της αμερικανικής ενεργειακής ανεξαρτησίας και τη διεύρυνση των Συμφωνιών Αβραάμ, η περιοχή υποβιβάζεται από μόνιμη «καυτή εστία» σε πεδίο εστιασμένων παρεμβάσεων μόνο όπου απειλείται ο έλεγχος των ενεργειακών πόρων ή εμφανίζεται σοβαρή τρομοκρατική δραστηριότητα.

Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, η στρατηγική προχωρά σε μια από τις αυστηρότερες επανεκτιμήσεις της τελευταίας γενιάς. Η αμερικανική κυβέρνηση δηλώνει ανοιχτά ότι δεν θα συνεχίσει να επιδοτεί την ευρωπαϊκή άμυνα όσο οι ευρωπαϊκές χώρες διατηρούν εμπορικά πλεονάσματα και πολιτικές που, κατά την Ουάσιγκτον, υπονομεύουν τη δική τους στρατιωτική και κοινωνική ανθεκτικότητα.

Το νέο όριο του 5% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες παρουσιάζεται ως αναγκαίο ελάχιστο. Η στάση απέναντι στον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας είναι εξίσου αποκαλυπτική: η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η σύγκρουση έχει παραταθεί πέρα από τις δυνατότητες της Ευρώπης και επιδιώκει ταχεία διπλωματική λύση, ακόμη και αν αυτή συνεπάγεται εδαφικές παραχωρήσεις προς τη Μόσχα.

Η συνολική εικόνα της νέας στρατηγικής αποτυπώνει μια Αμερική που δεν επιδιώκει πλέον την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία ως καταστατική αρχή, αλλά τη διατήρηση της εθνικής της ισχύος σε έναν κόσμο όπου τα κράτη καλούνται να σταθούν στα πόδια τους.

Το «μοντέλο Τραμπ» δεν καταργεί τις συμμαχίες, αλλά αλλάζει ριζικά τη λογική τους: από τη μεταπολεμική ηγεμονία σε μια συνεργασία αυστηρά βάσει συμφερόντων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ΗΠΑ εμφανίζονται αποφασισμένες να προστατεύσουν τα σύνορά τους, τη βιομηχανία τους και τον πολιτισμό τους, διατηρώντας την υπεροχή τους όχι ως αυτοσκοπό, αλλά ως προϋπόθεση της εθνικής τους επιβίωσης.

Η στρατηγική του 2025 ολοκληρώνει έτσι την κατεύθυνση που είχε ξεκινήσει ήδη από το 2017. Αντικαθιστά τη φιλελεύθερη ηγεμονία με εθνικό κρατισμό, την πρωτοκαθεδρία με επιλεκτική εμπλοκή, την επιδότηση συμμάχων με μετακύλιση βαρών, τον ιδεολογικό οικουμενισμό με πολιτισμικό ρεαλισμό.

Οι ΗΠΑ παύουν να είναι η «απαραίτητη υπερδύναμη» του παλιού τύπου.

Γίνονται το ισχυρότερο, πλουσιότερο, βαρύτερα οπλισμένο έθνος-κράτος σε έναν κόσμο εθνών-κρατών, έτοιμο να συνεργαστεί όταν συμπίπτουν τα συμφέροντα, αλλά αποφασισμένο να βάλει πρώτα την επιβίωση, την ευημερία, τα σύνορα, τη βιομηχανία και τον πολιτισμό του.

Ετικέτες: