Μια φράση που ειπώθηκε πίσω από κλειστές πόρτες στο Μέγαρο Μαξίμου αποτυπώνει ίσως καλύτερα από οποιαδήποτε ανάλυση το πολιτικό κλίμα που έχει πλέον εγκατασταθεί στην κυβέρνηση: «Πλέον ο Μητσοτάκης δεν έχει να διαχειριστεί τη φθορά της κυβέρνησής του αλλά την παρακμή». Οι λέξεις αυτές, προερχόμενες από έναν από τους ισχυρότερους ανθρώπους του κυβερνητικού μηχανισμού, λειτουργούν σαν μια σκοτεινή προφητεία για όσα πρόκειται να εκτυλιχθούν τον επόμενο ενάμιση χρόνο μέχρι τις εκλογές.
Στο εσωτερικό της κυβέρνησης, αλλά και σε υψηλόβαθμα γραφεία της δημόσιας διοίκησης, κυριαρχεί η αίσθηση ότι η κατάσταση ξεφεύγει πλέον από τα όρια της πολιτικής διαχείρισης. Δεν πρόκειται για τη συνηθισμένη φθορά μιας πολυετούς διακυβέρνησης, αλλά για μια μορφή πολιτικής παρακμής που διαπερνά οριζόντια το κράτος, τα υπουργεία, την ίδια τη λειτουργία του συστήματος.
Τα πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ έχουν ήδη μπει σε έναν αγώνα επιβίωσης και επιρροής για τη «μετα-Μητσοτάκη» εποχή, αναζητώντας συμμάχους και χτίζοντας μικρές εσωκομματικές αυλές. Η εικόνα παραπέμπει σε ένα σκηνικό βυζαντινής αυλής, όπου οι φατρίες συγκρούονταν αδιάκοπα και ο αυτοκράτορας έβλεπε την πραγματική ισχύ να διαχέεται γύρω του, μέχρι που κάποιος άνοιγε την Κερκόπορτα.
Το Μαξίμου, όπως αναφέρουν πηγές με άμεση γνώση, αντιλαμβάνεται ότι οι λύσεις έχουν τελειώσει. Ο ανασχηματισμός δεν πρόκειται να αποδώσει, γιατί πλέον θα εκληφθεί ως παραδοχή ήττας.
Η αλλαγή του εκλογικού νόμου θα θεωρηθεί πράξη πανικού και όχι στρατηγικός ελιγμός. Οι διαρροές δεν κλείνουν, οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις δεν καταλαγιάζουν και η γενικευμένη αίσθηση παρακμής δεν αναστρέφεται. Όσοι κινούνται στους διαδρόμους της εξουσίας μιλούν ανοιχτά για μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να ανακτήσει τον έλεγχο ούτε του αφηγήματος ούτε των εξελίξεων.
Την ίδια ώρα οι δημοσκοπήσεις που δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας παρουσιάζουν ένα αποθαρρυντικό σενάριο για τον πρωθυπουργό. Αν η ΝΔ δεν πλησιάσει το 30% στις εκλογές του 2027, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου την πρωθυπουργία ούτε πολιτικά ούτε ηθικά. Με ποσοστά της τάξης του 25% ή 26%, το κόμμα του δεν έχει πιθανότητα αυτοδυναμίας και θα χρειαστεί εταίρο με ισχυρή παρουσία.
Το μόνο κόμμα που θα μπορούσε να προσφέρει τέτοια στήριξη είναι το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν προτίθεται να συγκυβερνήσει με τον Μητσοτάκη ως πρωθυπουργό και θα απαιτήσει νέο πρόσωπο κοινής αποδοχής. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Μητσοτάκης θα βρίσκεται εγκλωβισμένος ανάμεσα στον προσωπικό του εγωισμό και στην υστεροφημία του.
Παράλληλα εξελίσσεται μια συστηματική προσπάθεια να καθιερωθεί η Αφροδίτη Λατινοπούλου ως εναλλακτική δεξιά πρόταση, φιλική προς ενδεχόμενη μελλοντική συγκυβέρνηση. Ωστόσο, η κοινωνική της απήχηση παραμένει περιορισμένη και σύμφωνα με έμπειρους αναλυτές δεν υπάρχει περίπτωση να προσεγγίσει ποσοστά άνω του 5%.
Η είσοδός της στη Βουλή δεν είναι εγγυημένη, ειδικά αν εμφανιστεί νέος πολιτικός σχηματισμός από τον Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος διαθέτει ήδη υψηλή συσπείρωση σε συγκεκριμένο ακροατήριο. Από την άλλη πλευρά, το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον Κυριάκο Βελόπουλο, παρά τη δυναμική της Ελληνικής Λύσης, θεωρείται εξαιρετικά απομακρυσμένο. Έτσι, το ΠΑΣΟΚ παραμένει ο μοναδικός πιθανός εταίρος, αλλά ταυτόχρονα και ο πιο απρόσιτος.
Η εικόνα επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι ισχυροί οικονομικοί παίκτες που άλλοτε στήριζαν ανοιχτά το κυβερνητικό στρατόπεδο πλέον αποστασιοποιούνται. Οι λόγοι είναι πολλοί: η ακρίβεια που δεν υποχωρεί, η στεγαστική κρίση που επιδεινώνεται, τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα σε οργανισμούς και δημόσιους φορείς, η βαθιά εσωκομματική πόλωση, αλλά και η αίσθηση ότι η κυβέρνηση έχει παραδοθεί σε συγκεκριμένα συμφέροντα και εξαρτήσεις.
Στο παρασκήνιο ακούγεται όλο και συχνότερα ότι η ΝΔ παραμένει οικονομικά εξουθενωμένη, με αδυναμία να εξασφαλίσει δανεισμό για μια μεγάλη προεκλογική καμπάνια. Αυτή η οικονομική ασφυξία συμπληρώνει την πολιτική εικόνα παρακμής.
Σε μια τέτοια συγκυρία, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η χώρα εισέρχεται σε μια περίοδο πολιτικού ρίσκου και πιθανής ακυβερνησίας. Η ΝΔ έχει σχεδόν μηδενικές πιθανότητες να προσεγγίσει το όριο αυτοδυναμίας, το οποίο κινείται στο 37% με 38%.
Ταυτόχρονα, δεν υπάρχουν διαθέσιμοι και πρόθυμοι σύμμαχοι. Τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα —η ακρίβεια, η εισοδηματική ασφυξία, η στεγαστική κρίση, η διάχυτη έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς— παραμένουν οξυμένα και ταλανίζουν την κοινωνία. Κανένα από αυτά δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και κανένα δεν δείχνει σημάδια ουσιαστικής βελτίωσης.
Έτσι διαμορφώνεται μια πραγματικότητα όπου η πολιτική σταθερότητα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Στελέχη από όλες τις τάσεις της ΝΔ, αλλά και παλαιά κυβερνητικά πρόσωπα, εκτιμούν ότι η πορεία προς το 2027 θα είναι μια συνεχής μάχη επιβίωσης για τον κυβερνητικό μηχανισμό. Και όλοι συμφωνούν σε ένα σημείο: στο περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί, με τις σημερινές κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δύσκολα μπορεί να διεκδικήσει —πόσο μάλλον να διατηρήσει— την πρωθυπουργία μετά τις επόμενες εκλογές.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Θα πούμε το νερό νεράκι επί Κυριάκου Μητσοτάκη
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Πιο Πρόσφατα
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά.