Σύμφωνα με συνεχείς δημοσκοπικές έρευνες, περίπου οκτώ στους δέκα Έλληνες δηλώνουν ότι δεν εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη. Το εύρημα αυτό, που καταγράφεται σταθερά εδώ και καιρό, αφορά έναν από τους πιο θεμελιώδεις θεσμούς του κράτους δικαίου και εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη θεσμική του λειτουργία.
Η Δικαιοσύνη αποτελεί βασικό πυλώνα της κρατικής υπόστασης και η αξιοπιστία της σχετίζεται άμεσα με την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το ίδιο το κράτος. Όταν αμφισβητείται η Δικαιοσύνη, η αμφισβήτηση αυτή αντανακλάται σε ολόκληρη τη θεσμική δομή της Πολιτείας.
Πίσω από την έλλειψη εμπιστοσύνης, σύμφωνα με αναλύσεις και ευρύτερες τοποθετήσεις, δεν βρίσκεται η αμφισβήτηση της έννοιας της Δικαιοσύνης καθεαυτής, αλλά η πεποίθηση ότι έχει υπονομευτεί η ανεξαρτησία της. Η θεσμική της ανεξαρτησία, παρότι προβλέπεται συνταγματικά, φαίνεται πως δεν επαρκεί για να διασφαλίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, εάν δεν αντανακλάται και στην πράξη – στην καθημερινή λειτουργία του θεσμού και στην αμεροληψία των λειτουργών του.
Η ουσιαστική ανεξαρτησία των δικαστών δεν εξαντλείται στη συνταγματική πρόβλεψη, αλλά κρίνεται στη συνείδηση των ίδιων των δικαστικών λειτουργών. Όπως έχει υποστηριχθεί, η Δικαιοσύνη παραμένει πραγματικά ανεξάρτητη μόνο εφόσον το επιλέξουν και το υπερασπιστούν οι ίδιοι οι δικαστές, μέσα από την προσωπική τους στάση και την αντίστασή τους σε κάθε μορφή πολιτικής ή διοικητικής πίεσης.
Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, θεμελιώδες στοιχείο κάθε δημοκρατικού πολιτεύματος, απαιτεί την πλήρη και ουσιαστική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία. Παρόλα αυτά, εκφράζονται ανησυχίες ότι τα όρια μεταξύ των εξουσιών γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα, με συνέπειες για την ποιότητα της δημοκρατίας και την αίσθηση δικαίου στην κοινωνία.
Η συζήτηση για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης επανέρχεται διαρκώς στο δημόσιο διάλογο, ειδικά σε περιόδους όπου η πολιτική εξουσία κατηγορείται ότι επεμβαίνει ή επιδιώκει να ελέγξει τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Αν και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για συστηματική υπονόμευση του θεσμού, η ίδια η εντύπωση ή η υποψία παρέμβασης αρκεί για να διαβρώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η λειτουργία της Δικαιοσύνης απαιτεί διαρκή εγρήγορση και θεσμική ενίσχυση, τόσο σε επίπεδο νομοθεσίας όσο και σε επίπεδο πολιτικής κουλτούρας. Ο ρόλος των δικαστών είναι καίριος, καθώς καλούνται να διαφυλάξουν την ανεξαρτησία τους ως προσωπική και επαγγελματική τους ευθύνη.
Όπως έχει επισημανθεί επανειλημμένα από νομικούς και θεσμικούς παράγοντες, η δικαστική ανεξαρτησία δεν είναι μόνο τυπικό δικαίωμα, αλλά καθημερινή στάση. Είναι ευθύνη των δικαστών να διατηρήσουν το κύρος του θεσμού και να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη της κοινωνίας. Διότι, όπως έχει τονιστεί χαρακτηριστικά, «η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν παραχωρείται – κατακτάται».
Η ελληνική κοινωνία έχει βαθιές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες στην έννοια της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς τη Δικαιοσύνη προϋποθέτει ότι οι λειτουργοί της υπηρετούν τον θεσμό με ακεραιότητα, ανεξαρτησία και αίσθημα καθήκοντος απέναντι στο Σύνταγμα και στους πολίτες.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Ο Αλαντίν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2026
Ζαχαράκη: Απολογισμός ζωής και πολιτικής με το βλέμμα στην Παιδεία
Στο φως το σκοτεινό παρασκήνιο της μητροκτονίας στο Κολωνάκι