Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Μεταναστευτικό: Ένα εθνικό ζήτημα πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες

Το μεταναστευτικό αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα εξαιρετικά σύνθετο και δυσεπίλυτο ζήτημα. Κάθε προσπάθεια μετατροπής του σε πεδίο πολιτικών σκοπιμοτήτων, σε ευκαιρία πολιτικού οφέλους ή απόδοσης πολιτικού κόστους, κατά την προσωπική μου άποψη, συνιστά με απλά λόγια μια μορφή κοινωνικής αναλγησίας.

Για σειρά ετών, τα κύματα μεταναστών από χώρες της Ασίας και της Αφρικής κατευθύνονται με πρωτοφανείς σε αριθμό ροές προς την Ευρώπη, με κύριες πύλες εισόδου την Ελλάδα και την Ιταλία. Ιδιαίτερα μετά την πανδημία της COVID-19 και τους περιορισμούς στις μετακινήσεις, ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη αντέδρασαν κλείνοντας τα σύνορά τους, επιλέγοντας την επιστροφή μεταναστών και προσφύγων στις χώρες πρώτης εισόδου.

Είναι ενδεικτικό ότι η Γερμανία έχει ήδη λάβει την απόφαση –και όπως φαίνεται, με τη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης– να επιστρέψει περίπου 80.000 μετανάστες στην Ελλάδα, από τους οποίους πολλοί εισήλθαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω ελληνικού εδάφους.

Προσωπικά, ως γιος οικογενειών προσφύγων –από τη μία πλευρά Ελλήνων της Ρωσίας που διέφυγαν το σταλινικό καθεστώς και από την άλλη Ελλήνων της Σμύρνης που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους μετά τις σφαγές των κεμαλικών Τσετών–, γνωρίζω βαθιά τί σημαίνει βίαιη απομάκρυνση από τις εστίες. Για τον λόγο αυτόν, δεν αποδέχομαι τις εύκολες επικρίσεις εις βάρος του ελληνικού λαού, που χαρακτηρίζεται συχνά ως «ρατσιστικός» ή «ξενοφοβικός».

Αντιθέτως, η ελληνική κοινωνία αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα λαού προσφύγων και μεταναστών στον σύγχρονο κόσμο. Είμαστε ένα έθνος που έχει βιώσει τον ξεριζωμό και την ξενιτιά, κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, οικονομικά και πολιτικά.

Ωστόσο, κλείνοντας οι πύλες εισόδου στην Ευρώπη τόσο για παράτυπους μετανάστες όσο και για πρόσφυγες, τίθενται σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την εθνική συνοχή και την αντιμετώπιση του προβλήματος. Οι μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία έχουν περιοριστεί σημαντικά, καθώς η γειτονική χώρα επιδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση με μεγάλα χρηματικά ποσά για τον σκοπό αυτό.

Την ίδια στιγμή, καταγράφεται τις τελευταίες ημέρες στην Κρήτη –και όχι μόνο– μια νέα μαζική είσοδος μεταναστών, κυρίως ανδρών νεαρής ηλικίας, χωρίς συνοδεία γυναικών ή παιδιών. Το φαινόμενο προκαλεί ανησυχία σε τοπικές κοινωνίες που καλούνται να υποδεχθούν και να φιλοξενήσουν ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων, χωρίς σαφή στρατηγική διαχείρισης.

Έχει σημασία να τεθεί ευθέως το ερώτημα: τι μέλλει γενέσθαι με τους νεαρούς αυτούς μετανάστες, όταν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν δέχονται την επανεγκατάστασή τους και η Ελλάδα, με σοβαρά οικονομικά προβλήματα, ήδη βιώνει μαζική φυγή επιστημονικού και επαγγελματικού δυναμικού στο εξωτερικό;

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο το Προεδρικό Διάταγμα 11/2025, το οποίο προβλέπει –μεταξύ άλλων– τη δυνατότητα δημιουργίας «προσωρινών» δομών φιλοξενίας σε 16.000 ελληνικούς οικισμούς με πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων. Η προοπτική αυτή γεννά έντονο προβληματισμό, καθώς η εμπειρία δείχνει ότι το «προσωρινό» πολύ συχνά καταλήγει να είναι μόνιμο.

Επιπλέον, ανακύπτει το ερώτημα: από πότε η αυτονόητη προστασία των συνόρων μιας χώρας ερμηνεύεται ως ένδειξη έλλειψης ανθρωπιάς; Γιατί τίθενται υπό αμφισβήτηση οι προβληματισμοί πολιτών, όπως εγώ, που τολμούν να εκφράσουν ανησυχίες για τις δημογραφικές και κοινωνικές προεκτάσεις αυτών των εξελίξεων;

Μου επισημαίνουν συχνά συμπολίτες ότι τέτοιες ερωτήσεις δεν «πρέπει» να τίθενται, υπό τον φόβο να χαρακτηριστεί κάποιος απάνθρωπος, μισάνθρωπος ή ρατσιστής. Όμως σε μια χώρα που γέννησε τη λογική, είναι παράλογο να ποινικοποιείται η δημόσια σκέψη και ο προβληματισμός.

Το ζήτημα παραμένει ανοικτό, κρίσιμο και απαιτεί νηφαλιότητα, σοβαρότητα και υπεύθυνη εθνική στρατηγική.

του Γιώργου Πιπερόπουλου

Ετικέτες: