Αυξάνονται από φέτος και σε μόνιμη βάση κατά 50% τα όρια καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο, με στόχο να καλυφθούν δικαιούχοι που είδαν τη 3η δόση του Νοεμβρίου να περιορίζεται λόγω ανώτατων ποσοτήτων. Όπως ανακοίνωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, διαπιστώθηκε ότι τα λίτρα που προκύπτουν από τιμολόγια πώλησης τα οποία έχουν εκδοθεί και διαβιβαστεί στις ψηφιακές πλατφόρμες mydata και esend υπερέβησαν τις μέγιστες δικαιούμενες ποσότητες, βάσει των δεικτών μηχανικής απασχόλησης ανά καλλιέργεια που ορίζει το παράρτημα της σχετικής ΚΥΑ α.1173/2024, με αποτέλεσμα να «κόβεται» η επιστροφή σε χιλιάδες παραγωγούς. Με τη νέα ρύθμιση, το μέγιστο όριο των επιδοτούμενων λίτρων, όπως υπολογίζεται από τους εν λόγω δείκτες, αυξάνεται οριζόντια κατά 50%, ώστε οι πραγματικές καταναλώσεις ενέργειας στον αγροτικό τομέα να αντανακλώνται δικαιότερα στην επιστροφή του ΕΦΚ.
Η απόφαση ελήφθη κατόπιν συνεννόησης με τα Υπουργεία Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και έρχεται λίγες ώρες πριν το μεγάλο συλλαλητήριο αγροτών και κτηνοτρόφων στο κέντρο της Αθήνας, ανταποκρινόμενη σε πάγια αιτήματα του κλάδου για αναθεώρηση των ορίων. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, περίπου 25.000 αγρότες των οποίων περιορίστηκε το ποσό τον Νοέμβριο, καθώς και ακόμη περίπου 12.000 που είχαν εξαντλήσει το όριο ήδη από τη 2η δόση του ιουλίου και δεν έλαβαν επιστροφή τον Νοέμβριο, θα ενισχυθούν με πρόσθετο ποσό τον δεκέμβριο.
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι σήμερα, με τις τρεις πρώτες δόσεις, έχουν καταβληθεί 56,3 εκατ. ευρώ σε περίπου 113.000 δικαιούχους που πραγματοποίησαν αγορές αγροτικού πετρελαίου, ενώ απομένουν δύο ακόμη πληρωμές για το οικονομικό έτος 2025: η μία έως τις 30 δεκεμβρίου για τιμολόγια που έχουν εκδοθεί έως 30 νοεμβρίου και η δεύτερη στις 31 ιανουαρίου για τιμολόγια που θα έχουν εκδοθεί έως 31 δεκεμβρίου. Με τη μόνιμη αύξηση των ορίων επιχειρείται να αποκατασταθεί η αναντιστοιχία μεταξύ τεκμηριωμένης κατανάλωσης και διοικητικών περιορισμών, ώστε να ενισχυθεί η ρευστότητα των εκμεταλλεύσεων και να μειωθεί το ενεργειακό κόστος σε μια περίοδο έντονης πίεσης για τον πρωτογενή τομέα.