Σε τροχιά νέων παρεμβάσεων στο στεγαστικό βρίσκεται η κυβέρνηση, με κεντρικό στόχο την αύξηση της προσφοράς κατοικιών και την επαναφορά στην αγορά κλειστών ή εγκαταλελειμμένων ακινήτων που σήμερα παραμένουν ανεκμετάλλευτα. Όπως ανέφερε ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης σε τηλεοπτική του συνέντευξη, ο πρωθυπουργός αναμένεται πριν κλείσει το έτος να παρουσιάσει νέα δέσμη μέτρων, η οποία θα επικεντρώνεται κυρίως στην ενίσχυση των διαθέσιμων κατοικιών και λιγότερο σε κλασικές μορφές επιδότησης ζήτησης.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση εξετάζει παρεμβάσεις και τεχνικές προσαρμογές στο πρόγραμμα «σπίτι μου 2», με στόχο να βελτιωθεί η λειτουργία του και να επιταχυνθεί η απορρόφηση των πόρων, ενώ παράλληλα προωθείται νέο επιδοτούμενο πρόγραμμα που θα δίνει έμφαση στην ανακαίνιση και επισκευή παλαιών κατοικιών ηλικίας τουλάχιστον τριάντα ετών και λιγότερο στην καθαρά ενεργειακή αναβάθμισή τους. Η λογική του νέου σχεδίου είναι να επανενταχθεί στο στοκ των διαθέσιμων κατοικιών ένα μεγάλο μέρος του παλιού κτιριακού αποθέματος, το οποίο σήμερα μένει κενό, κλειστό ή σε κακή κατάσταση, στερώντας από την αγορά πολύτιμους χώρους στέγασης.

Το νέο πρόγραμμα για την ανακαίνιση ακινήτων υλοποιείται από το υπουργείο εθνικής οικονομίας και οικονομικών, το οποίο βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις με την ευρωπαϊκή επιτροπή για την εξασφάλιση των απαραίτητων κονδυλίων. Μετά την έγκριση από την κομισιόν, το πρόγραμμα προγραμματίζεται να ανοίξει τους πρώτους μήνες του 2026, με σαφή στόχο να ενταχθούν στην αγορά παλιές κατοικίες, πολλές από τις οποίες σήμερα παραμένουν κενές, μη λειτουργικές ή εγκαταλελειμμένες, παρότι βρίσκονται σε περιοχές με υψηλή ζήτηση στέγης.
Η κρατική επιδότηση αναμένεται να καλύπτει έως και το 80% του συνολικού κόστους των εργασιών, μειώνοντας σημαντικά το απαιτούμενο ίδιο κεφάλαιο των ιδιοκτητών. Το βασικό σενάριο προβλέπει ότι ποσοστό 70%–80% της επιδότησης θα αφορά τη δομική ανακαίνιση, την επισκευή, την αποκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό των κατοικιών (ηλεκτρολογικές και υδραυλικές εγκαταστάσεις, κουφώματα, μπάνια, κουζίνες, στατικές βελτιώσεις), ενώ το υπόλοιπο 20%–30% θα κατευθύνεται στην ενεργειακή αναβάθμιση, όπως θερμομόνωση, συστήματα θέρμανσης και ψύξης ή αντικατάσταση κουφωμάτων με πιο αποδοτικά. Το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να μπορούν να συμμετάσχουν όσο το δυνατόν περισσότεροι ιδιοκτήτες παλαιών ακινήτων, γι’ αυτό και δεν θα υπάρχει όριο ηλικίας των ωφελούμενων, ενώ θα θεσπιστούν αυξημένα εισοδηματικά όρια, σε συνδυασμό με ανώτατα όρια εμβαδού. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποκλειστούν πολύ μεγάλες ή πολυτελείς κατοικίες και να κατευθυνθεί η ενίσχυση κυρίως προς τα χαμηλά και μεσαία νοικοκυριά και τα μικρά και μεσαία διαμερίσματα που μπορούν να αξιοποιηθούν ως κύρια κατοικία.
Παράλληλα, στο κυβερνητικό τραπέζι βρίσκονται σχέδια για αλλαγές στους όρους του προγράμματος «σπίτι μου 2», ώστε να αυξηθεί ο ρυθμός απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων. Σήμερα το πρόγραμμα εμφανίζει απορροφητικότητα περίπου 62%, γεγονός που αφήνει σημαντικό περιθώριο για περισσότερες εγκρίσεις δανείων και περισσότερους ωφελούμενους. Οι αλλαγές που εξετάζονται θα ισχύσουν για τις νέες αιτήσεις και έχουν ως στόχο αφενός να εξαντληθούν οι διαθέσιμοι πόροι των 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, αφετέρου να διευκολυνθούν περισσότεροι πολίτες, ιδίως άτομα γύρω στην ηλικία των πενήντα ετών, να αποκτήσουν πρώτη κατοικία με ευνοϊκούς όρους. Για τον σκοπό αυτό εξετάζεται το ενδεχόμενο να διευρυνθεί το εισοδηματικό όριο και πιθανόν και το ηλικιακό κριτήριο, ώστε να ανοίξει η «περίμετρος» των δικαιούχων και να συμπεριληφθεί μεγαλύτερο μέρος της μεσαίας τάξης.
Σήμερα, για να ενταχθεί κάποιος στο πρόγραμμα «σπίτι μου 2», θα πρέπει να είναι ηλικίας από 25 έως 50 ετών, να μην διαθέτει άλλο ακίνητο κατάλληλο για κατοικία και να πληροί συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια. Το ελάχιστο εισόδημα ορίζεται στις 10.000 ευρώ ετησίως, ενώ το ανώτατο εισόδημα κυμαίνεται από 20.000 έως 31.000 ευρώ ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση, με προσαύξηση 5.000 ευρώ για κάθε παιδί πέραν του πρώτου. Επιπλέον, το ακίνητο που πρόκειται να αποκτηθεί μέσω του προγράμματος πρέπει να είναι τουλάχιστον εικοσαετίας, δηλαδή να διαθέτει οικοδομική άδεια που έχει εκδοθεί έως τις 31 δεκεμβρίου 2005. Με αυτόν τον όρο επιδιώκεται να κατευθυνθεί η ζήτηση προς παλαιότερα ακίνητα, τα οποία χρειάζονται αναβάθμιση και ανανέωση, αντί να επιδοτηθεί έμμεσα η αγορά νεόδμητων κατοικιών σε υψηλές τιμές.
Με τις παρεμβάσεις αυτές, ο σχεδιασμός κινείται γύρω από δύο βασικούς άξονες: την ενεργοποίηση του ανενεργού κτιριακού αποθέματος μέσω γενναίας επιδότησης ανακαίνισης και την προσαρμογή των στεγαστικών προγραμμάτων, όπως το «σπίτι μου 2», ώστε να φτάνουν σε περισσότερα νοικοκυριά που θέλουν να αποκτήσουν πρώτη κατοικία, αξιοποιώντας παλιά ακίνητα που εισέρχονται ξανά δυναμικά στην αγορά.