Διαδίκτυο: Σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσει την ψηφιακή πειρατεία, η ελληνική Πολιτεία επιχειρεί για πρώτη φορά την ποινικοποίηση της πρόσβασης σε πειρατικό περιεχόμενο από ιδιώτες χρήστες, συνοδευόμενη από τσουχτερά διοικητικά πρόστιμα. Ωστόσο, το νέο νομικό πλαίσιο – κυρίως όπως θεσμοθετήθηκε με τον Ν. 5179/2025 – εγείρει σοβαρά ζητήματα συνταγματικότητας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, τα οποία καθιστούν την εφαρμογή του νομικά επισφαλή και πιθανώς ανεφάρμοστη.
Η νέα νομοθεσία προβλέπει:
- Διοικητικά πρόστιμα 750 ευρώ σε τελικούς χρήστες που παρακολουθούν παράνομα περιεχόμενο από συνδρομητικές υπηρεσίες, με διπλασιασμό σε περίπτωση υποτροπής.
- Ποινή φυλάκισης 1 έως 5 ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 2.900 ευρώ για ιδιώτες που αποκτούν με πρόθεση πρόσβαση σε προστατευμένο περιεχόμενο.
- Διαδικασία ταυτοποίησης χρηστών από αρμόδιες αρχές μέσω της IP διεύθυνσης και σύνδεσής της με το ΑΦΜ.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, η πειρατεία προκαλεί ετήσια ζημιά άνω των 400 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ, και απώλεια περίπου 5.000 θέσεων εργασίας. Το κράτος υπολογίζεται ότι χάνει έως και 59 εκατ. ευρώ από φόρους στη συνδρομητική τηλεόραση.
Όταν το απόρρητο είναι εμπόδιο
Ωστόσο, το συνταγματικό πλαίσιο προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών (άρθρο 19 Συντάγματος) δεν επιτρέπει εύκολες λύσεις. Η άρση του απορρήτου επιτρέπεται μόνο για:
- Ζητήματα εθνικής ασφάλειας, ή
- Εγκλήματα ιδιαίτερης σοβαρότητας, όπως αυτά που προβλέπονται στον Ν. 5002/2022.
Η απλή πρόσβαση ενός ιδιώτη σε παράνομο περιεχόμενο δεν πληροί τις προϋποθέσεις για άρση του απορρήτου, ούτε εμπίπτει στον κακουργηματικό χαρακτήρα που απαιτείται. Η διεύθυνση IP – που αποτελεί προσωπικό δεδομένο κατά τον GDPR – καλύπτεται από το απόρρητο, τόσο ως «εξωτερικό στοιχείο» της επικοινωνίας όσο και ως στοιχείο ταυτοποίησης χρήστη.
Και το πρόβλημα βαθαίνει: οι αρχές που προβλέπονται να επιβάλλουν τα πρόστιμα (ΑΑΔΕ, ΣΔΟΕ, ΔΙΜΕΑ) δεν είναι δικαστικές ή εισαγγελικές και δεν νομιμοποιούνται να ζητούν άρση απορρήτου. Επομένως, η διασύνδεση IP με ΑΦΜ χωρίς δικαστικό βούλευμα είναι απλώς αντισυνταγματική και ανεφάρμοστη.
Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, το GDPR (Κανονισμός 2016/679) δεν αφήνει περιθώρια αμφισημιών: η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως η IP, χωρίς συγκατάθεση ή σαφή νομική βάση, απαγορεύεται. Έτσι, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που θα μεταβιβάσουν τέτοια δεδομένα σε μη αρμόδιες αρχές εκτίθενται σε παραβιάσεις του ευρωπαϊκού δικαίου.
Το συμπέρασμα είναι ότι, αν και η καταπολέμηση της πειρατείας αποτελεί θεμιτό στόχο, η επίτευξή του απαιτεί ρεαλισμό και σεβασμό στους θεσμικούς κανόνες. Οι θεαματικές εξαγγελίες περί “κυνηγιού των τελικών χρηστών” μοιάζουν περισσότερο με πυροτεχνήματα αποτροπής, παρά με ουσιαστική στρατηγική.
Η έμφαση θα πρέπει να δοθεί όχι στον απλό χρήστη, αλλά στους πραγματικούς παραγωγούς και διανομείς του πειρατικού περιεχομένου: στους διαχειριστές των παράνομων streaming sites, στις οργανωμένες επιχειρήσεις εμπορικής πειρατείας και στους παρόχους «πειρατικών συσκευών» και IPTV.
Η πολιτεία θα πρέπει να επιδιώξει την τροποποίηση και εξορθολογισμό του νομικού πλαισίου, ώστε:
- Να προστατεύονται αποτελεσματικά τα πνευματικά δικαιώματα.
- Να διασφαλίζεται η συνταγματική νομιμότητα και η προστασία των προσωπικών δεδομένων.
- Να επιτυγχάνεται ρεαλιστική εφαρμογή του νόμου, με στοχευμένες και όχι ισοπεδωτικές ρυθμίσεις.
- Η ψηφιακή πειρατεία είναι μείζον πρόβλημα – αλλά δεν λύνεται με συνταγματικά παράδοξα.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»