Όταν η TV «διδάσκει» ιστορία – Η ελληνικότητα δεν είναι παίγνιο των εθνοαποδομητών
Σε πρόσφατη τηλεοπτική του εμφάνιση, ο ηθοποιός Αιμίλιος Χειλάκης αναφέρθηκε στην «ελληνικότητα», επικαλούμενος την άποψη ότι, κατά τον Αριστοτέλη, αυτή εδράζεται πρωτίστως στο πνεύμα. Η θέση αυτή, ωστόσο, αποτελεί προέκταση μιας ιδεολογικής γραμμής που εδώ και χρόνια προσπαθεί να αναδομήσει το νόημα της ελληνικής ταυτότητας, βασισμένη σε μια επιλεκτική και παραποιημένη ανάγνωση των αρχαίων κειμένων.
Η γνωστή ρήση του Ισοκράτη από τον «Πανηγυρικό» του («καὶ μᾶλλον Ἕλληνας…») χρησιμοποιείται συχνά εκτός συμφραζομένων, παρουσιάζοντάς τον ως θεωρητικό μιας «πολιτισμικής ελληνικότητας» που μπορεί να αποκτηθεί ανεξαρτήτως καταγωγής. Η ιστορική πραγματικότητα απέχει πολύ από αυτή την ερμηνεία.
Ο Ισοκράτης, στον λόγο του που απευθύνεται στις ελληνικές πόλεις ενόψει της απειλής των Περσών, υμνεί την Αθήνα και την παιδεία της, προβάλλοντας την υπεροχή των Ελλήνων έναντι των βαρβάρων. Η φράση του, που σήμερα διαβάζεται ως δήθεν «συμπεριληπτική», αφορά αποκλειστικά την αθηναϊκή παιδεία και τη δύναμή της να διαπλάθει πολίτες ανώτερους από τους αντιπάλους της πόλης.
Δεν κάνει καμία αναφορά σε εκπολιτισμό άλλων λαών. Παράλληλα, ο ίδιος ο Αριστοτέλης, τον οποίο επικαλούνται όσοι θέλουν να δώσουν πνευματικό περίβλημα στις θεωρίες τους, ήταν απολύτως διακριτός στις απόψεις του για τους βαρβάρους και τη θέση τους στον κόσμο.
Η συζήτηση που άνοιξε ο κ. Χειλάκης δεν περιορίζεται όμως στην αρχαιότητα. Ακουμπά και την πάγια δυτική οπτική για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εκείνη που αργότερα πήρε το όνομα «Βυζάντιο». Οι δυτικοί λόγιοι, αιώνες μετά την πτώση της, επέλεξαν να την αποκόψουν από τη ρωμαϊκή συνέχεια, κυρίως επειδή η Ανατολή υπήρξε για πολλές δεκαετίες ισχυρότερη, πιο πολιτισμένη και πιο σταθερή από τη δική τους μεσαιωνική πραγματικότητα. Έτσι επινόησαν έναν νέο όρο, στερώντας της τη ρωμαϊκή της ταυτότητα και μειώνοντας τη θέση της στο ιστορικό φαντασιακό της Ευρώπης.
Η πραγματικότητα είναι ότι από τον 7ο αιώνα μ.Χ. και μετά, η αυτοκρατορία ήταν απολύτως εξελληνισμένη: τα ελληνικά έγιναν γλώσσα της διοίκησης, της νομοθεσίας, της Εκκλησίας και της καθημερινότητας. Οι αυτοκράτορες μιλούσαν ελληνικά, τα επίσημα κείμενα συντάσσονταν στα ελληνικά, και τα σχολεία δίδασκαν τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και ολόκληρη την ελληνική γραμματεία.
Οι βυζαντινοί καλλιτέχνες, με κορυφαίο παράδειγμα τα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφίας, έφεραν στο χριστιανικό πλαίσιο την αισθητική των αρχαίων ελληνικών ιδεωδών, δημιουργώντας μια συνέχεια που δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί.
Παρότι κάποιοι επιμένουν ότι το Βυζάντιο ήταν «ρωμαϊκό» και όχι ελληνικό, η ίδια η ρωμαϊκή παράδοση ομολογεί την ελληνική της βάση. Ο Κικέρων, ο σπουδαιότερος ίσως υπερασπιστής της ρωμαϊκής ταυτότητας, ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε ότι ο ρωμαϊκός πολιτισμός στηρίχθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά στον ελληνικό. Η πολιτειακή οργάνωση, η φιλοσοφία, η τέχνη και η παιδεία των Ελλήνων αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο της Ρώμης, άρα και της Ανατολικής αυτοκρατορίας.
Έχει φτάσει, άραγε, η κοινωνία στο σημείο όπου η εθνοαποδομητική ανάγνωση της ιστορίας παύει να συναρπάζει; Οι αναφορές που γίνονται από καλλιτέχνες και δημόσια πρόσωπα συχνά αναπαράγουν παλιά δυτικά αφηγήματα, τα οποία δεν έχουν πια το παραμικρό νόημα σε έναν δημόσιο διάλογο που ζητά ακρίβεια και κατανόηση της ιστορικής συνέχειας.
Ίσως λοιπόν είναι καιρός κάποιοι να καταλάβουν πως αυτή η συζήτηση έχει πια ξεπεραστεί — και ότι η ελληνική ιστορική ταυτότητα δεν έχει ανάγκη από διαρκείς αναθεωρήσεις, αλλά από νηφάλια ανάγνωση των πηγών και του ίδιου του παρελθόντος μας.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
Πίεση της ΕΕ στην Τεχεράνη: Ζητά την απελευθέρωση της Ναργκίς Μοχαμαντί