Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

1 Αυγούστου 2025

Όταν ο μαρξισμός συναντά την ελληνική πραγματικότητα

Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει μια σειρά σύνθετων προκλήσεων που επηρεάζουν βαθιά την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Από τη μία πλευρά, η διεθνής εικόνα της υποβαθμίζεται εξαιτίας μιας σειράς σκανδάλων που συνδέονται με την κυβερνητική διαχείριση και την πολιτική διαφθορά. Από την άλλη, η ακρίβεια, ο πληθωρισμός και η εγκληματικότητα επιδεινώνουν την καθημερινότητα των πολιτών, ενώ παράλληλα επανέρχεται με ένταση το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης, το οποίο είχε δείξει σημάδια υποχώρησης.

Η αναζωπύρωση της μεταναστευτικής ροής έχει προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα. Ορισμένες αριστερές ομάδες και ακτιβιστές εκφράζουν έντονη αγανάκτηση για την πολιτική στάση της χώρας και ζητούν την ανοιχτή υποδοχή και ενσωμάτωση των προσφύγων και μεταναστών. Αυτές οι φωνές βασίζονται σε ανθρωπιστικά επιχειρήματα, τονίζοντας την ανάγκη σεβασμού και αλληλεγγύης προς τους δυστυχείς που αναζητούν καλύτερες συνθήκες ζωής.

Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση συγκρούεται με ορισμένες ιστορικές και θεωρητικές διαστάσεις που αφορούν την αριστερή ιδεολογία, ιδιαίτερα την μαρξιστική παράδοση. Πολλοί από αυτούς που αυτοπροσδιορίζονται ως μαρξιστές στην Ελλάδα δεν φαίνεται να έχουν εμβαθύνει στις βασικές αρχές του μαρξισμού, κάτι που προκαλεί αμηχανία ή ακόμη και ειρωνεία σε όσους γνωρίζουν το θέμα. Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία το 2015, δείχνει ότι το όνομα της «ριζοσπαστικής» αριστεράς συχνά συνοδεύεται από έλλειψη θεωρητικής συνέπειας.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ), παρά την ιστορική του ταυτότητα και το σκληρό επαναστατικό προφίλ που προβάλλει, φαίνεται να έχει προσαρμοστεί στις σύγχρονες ελληνικές συνθήκες με τρόπο που συχνά απομακρύνεται από τον κλασικό μαρξισμό. Η υποστήριξή του σε δημόσιους υπαλλήλους και αγρότες έρχεται σε αντίθεση με τις μαρξιστικές θέσεις που θεωρούν αυτές τις κοινωνικές ομάδες ως εμπόδια στην επανάσταση και την πρόοδο, με παραδείγματα από την ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης όπου οι ηγέτες Λένιν και Στάλιν υιοθέτησαν αυστηρές πολιτικές απέναντί τους.

Παράλληλα, η δημόσια συζήτηση επηρεάζεται από πολιτικές προτάσεις όπως εκείνες του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος πρότεινε την άμεση ένταξη όλων των μεταναστών στην αγορά εργασίας, δίνοντάς τους ΑΜΚΑ για να εργαστούν χωρίς περιορισμούς. Αυτή η θέση επικρίθηκε έντονα, ειδικά εν μέσω μιας περιόδου με σοβαρά επίπεδα ανεργίας και με πολλούς νέους Έλληνες να αναζητούν εργασία και ζωή στο εξωτερικό. Αν και τέτοιες πολιτικές αρχικά βρήκαν πρόσφορο έδαφος και σε πλευρές της Νέας Δημοκρατίας, σύντομα αμφισβητήθηκαν και ανασκευάστηκαν υπό την πίεση εσωτερικών αντιδράσεων και διεθνών εξελίξεων.

Ένα επιπλέον παράδοξο είναι η ταχύτατη νομιμοποίηση χιλιάδων μεταναστών, η οποία έχει και πολιτικές προεκτάσεις, καθώς οι νόμιμοι μετανάστες αποκτούν δικαίωμα ψήφου και πολιτικής συμμετοχής. Ορισμένοι σχολιαστές μάλιστα θέτουν το ερώτημα αν οι πολιτικές αυτές αντανακλούν κάποιες «μαρξιστικές» τάσεις ενσωμάτωσης, ή αν πρόκειται για στρατηγικές επιλογές κομματικής επιβίωσης.

Οι απόψεις του Καρλ Μαρξ σχετικά με τη μετανάστευση και τη θέση των δημοσίων υπαλλήλων στην κοινωνία, που σήμερα συχνά παραγνωρίζονται ή αγνοούνται, ρίχνουν φως σε πολλές από τις σύγχρονες αντιφάσεις. Ο ίδιος περιέγραφε τους δημόσιους υπαλλήλους ως «παρασιτική κάστα» χωρίς οικονομικό λόγο ύπαρξης και θεωρούσε τη μετανάστευση ως εργαλείο διάσπασης της εργατικής τάξης, που αποτρέπει την ταξική ενότητα και διαιωνίζει την καπιταλιστική κυριαρχία. Επιπλέον, τόνιζε πως η εισαγωγή ξένων εργατών χρησιμοποιείται για να μειωθούν οι μισθοί και να αποδυναμωθούν οι διεκδικήσεις των ντόπιων εργαζομένων.

Πώς μπορούν οι μετανάστες να ενταχθούν σε μια αγορά εργασίας που συρρικνώνεται, ενώ η βιομηχανική παραγωγή και οι υποδομές φαίνεται να έχουν παγώσει ή μεταφερθεί εκτός συνόρων; Υποσχέσεις για μεγάλα έργα και επενδύσεις, από τη δημιουργία εργοστασίων ηλεκτρικών οχημάτων μέχρι κέντρα καινοτομίας, δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί, προκαλώντας απογοήτευση και αμφιβολίες.

Η πολιτική σκηνή, λοιπόν, παραμένει διχασμένη και πολλές φορές αναποτελεσματική στο να αντιμετωπίσει τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Οι «αριστεροί» συχνά εμφανίζονται να αγνοούν βασικές ιδεολογικές αρχές, ενώ οι «φιλελεύθεροι» συχνά εξαρτώνται από κρατικές επιδοτήσεις και πελατειακές σχέσεις. Οι πολίτες βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε έναν κύκλο πολιτικού τζέρτζελου, όπου η αληθινή αλλαγή φαίνεται να βρίσκεται πολύ μακριά.

Ετικέτες: