Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

10 Νοεμβρίου 2025

Στέγη εκτός προσιτότητας με την Αθήνα δεύτερη ακριβότερη στην Ευρώπη

Η κατοικία εξελίσσεται σε άπιαστο όνειρο για ολοένα και περισσότερους έλληνες καθώς οι τιμές αγοράς ανεβαίνουν, τα εισοδήματα μένουν στάσιμα και το χάσμα ανάμεσα σε όσα βγάζει και όσα χρειάζεται ένα νοικοκυριό για να αποκτήσει σπίτι μοιάζει αγεφύρωτο, κάτι που επιβεβαιώνει η νέα έρευνα της deloitte η οποία κατατάσσει την Αθήνα στη δεύτερη θέση των πιο ακριβών πόλεων της ευρώπης για αγορά νεόδμητης κατοικίας πίσω μόνο από το Άμστερνταμ και δείχνει ότι για ένα διαμέρισμα 70 τ.μ. απαιτούνται 15,3 ετήσιοι μισθοί όταν στο Άμστερνταμ χρειάζονται 15,4.

Την ίδια στιγμή πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη και η Πάτρα ακολουθούν κατά πόδας, αποδεικνύοντας ότι η στεγαστική κρίση δεν αφορά μόνο τα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά μια πανελλαδική πραγματικότητα που ακουμπά σχεδόν κάθε οικογένεια, με τη θεσσαλονίκη να βρίσκεται στη πρώτη δεκάδα της ευρώπης απαιτώντας μισθούς 11,4 ετών για νεόδμητο 70 τ.μ. και μέσο κόστος 2.815 ευρώ/τ.μ. περίπου 200.000 ευρώ, 1,6 φορές πάνω από τον εθνικό μέσο όρο, ενώ η πάτρα χρειάζεται 8,1 ετήσιους μισθούς παρά το ότι η μέση τιμή της (1.457 ευρώ/τ.μ.) είναι χαμηλότερη από τον πανελλαδικό μέσο όρο, καθώς τα χαμηλότερα εισοδήματα την κρατούν ψηλά στη λίστα δυσπρόσιτων αγορών.

Στην Αθήνα η μέση τιμή αγοράς κατοικίας φτάνει τα 8.475 ευρώ ανά τ.μ. με ετήσια αύξηση 10,1%, ενώ η μέση τιμή πώλησης νεόδμητων στην αττική αγγίζει τα 4.100 ευρώ/τ.μ. αυξημένη κατά 10,8% σε σχέση με πέρυσι, γεγονός που σημαίνει ότι ένα νέο διαμέρισμα 70 τ.μ. κοστίζει πλέον περίπου 287.000 ευρώ, με τις τιμές στην αττική να είναι 2,3 φορές πάνω από τον εθνικό μέσο όρο των 1.800 ευρώ/τ.μ., ένδειξη της ανισορροπίας που προκαλεί η υπερσυγκέντρωση πληθυσμού στο λεκανοπέδιο και της αδυναμίας της περιφέρειας να λειτουργήσει ως αντίβαρο, εικόνα που συναντάται και αλλού στην ευρώπη καθώς στο παρίσι η μέση τιμή είναι 3,3 φορές υψηλότερη από τον γαλλικό μέσο όρο (10.760 ευρώ/τ.μ. έναντι 3.332 ευρώ/τ.μ.).

Οι ειδικοί του real estate αποδίδουν τη στεγαστική κρίση κυρίως στη δραματική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και στη συρρίκνωση της οικοδομικής δραστηριότητας, με τον Γιάννη Δεληκανάκη της southrock asset management να υπενθυμίζει ότι το διαθέσιμο εισόδημα των ελλήνων έχει περιοριστεί στο 68% του επιπέδου του 2010 όταν στη Ρουμανία και την Τσεχία έχει αυξηθεί στο 140% και 130% αντίστοιχα, επισημαίνοντας ότι «ο κόσμος απλώς δεν έχει χρήματα» ενώ οι τιμές πώλησης και ενοικίασης έχουν ανέβει μαζί με το κόστος υλικών και οικοπέδων. Παρότι το 2024 η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα ενισχύθηκε (14,9% στις άδειες, 16,5% στην επιφάνεια, 8,7% στον όγκο) η ελλάδα παραμένει 19η μεταξύ 25 ευρωπαϊκών χωρών με μόλις 2,95 νέες κατοικίες ανά 1.000 κατοίκους και φέτος καταγράφεται κάμψη λόγω του νομοθετικού κενού μετά την κατάργηση των «μπόνους» δόμησης του νoκ, με το πρώτο επτάμηνο του 2025 να εμφανίζει μείωση 10% στις άδειες, 18,4% στην επιφάνεια και 11,3% στον όγκο, γεγονότα που, όπως προειδοποιούν οι αναλυτές, καθιστούν απίθανη την αποκλιμάκωση της κρίσης χωρίς ουσιαστικά κίνητρα για νέες κατασκευές και πολιτικές ενίσχυσης της αποκέντρωσης.