Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

3 Ιουλίου 2024

Τα δίνει όλα και δεν παίρνει τίποτα

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, εξέφρασε -ορθώς- τη δυσαρέσκειά του για την αιφνιδιαστική πρωτοβουλία της Γαλλίας και της Γερμανίας να τροποποιήσουν το κείμενο της Στρατηγικής Ατζέντας της Ε.Ε. ως προς τις προτεραιότητες της περιόδου 2024-2029 (ευρωπαϊκές αξίες, συνεκτική εξωτερική δράση, ενίσχυση άμυνας και ασφάλειας, ανταγωνιστικότητα, μετανάστευση και διαχείριση συνόρων, «πράσινη» και ψηφιακή μετάβαση). Το επιχείρημά του ήταν πως «το κείμενο είχε συμφωνηθεί σε επίπεδο μόνιμων αντιπροσώπων και δεν θα ήταν δόκιμο να δεχτούμε αλλαγές, χωρίς να έχουν συζητηθεί εκτενώς».

Όμως, ο κ. Μητσοτάκης απέκρυψε ότι βασικά αιτήματα της Ελλάδας, που κατατέθηκαν τις παραμονές της συνόδου κορυφής, αγνοήθηκαν πλήρως από τους εταίρους και την ηγεσία της Κομισιόν, την οποία στηρίζει για μια δεύτερη θητεία. Επιβεβαιώθηκε, δυστυχώς, η αδυναμία αποτελεσματικών παρεμβάσεων στις Βρυξέλλες, παρά τις επικοινωνιακές κροτίδες για σημαίνοντα ρόλο και μεγάλη επιρροή του πρωθυπουργού.

Μεταξύ άλλων, η Αθήνα είχε ζητήσει ρητή αναφορά στις αρχές του πολιτισμού στο κεφάλαιο της Στρατηγικής Ατζέντας για τις θεμελιώδεις αξίες της Ε.Ε., αλλά, αντί αυτής, εισέπραξε μια φράση περί «πολιτιστικής διαφορετικότητας»! Στο δε δεύτερο αίτημα, για μια «ισχυρή διατύπωση» σχετικά με την προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε., επαναλήφθηκε, με ελάχιστες γραμματικές και συντακτικές αλλαγές, το κείμενο της Ατζέντας της προηγούμενης πενταετίας, 2019-2024.

Αποδείχθηκε, δηλαδή, ότι η ελληνική διπλωματία δεν κατόρθωσε να πείσει τους συνομιλητές της ούτε για τη σημασία της μεταναστευτικής εισβολής στον Έβρο το 2020 και τις πολύ αυξημένες ροές του πρώτου εξαμήνου του 2024 ούτε για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ίδια η Ε.Ε. εξαιτίας του επεκτατισμού της Άγκυρας στη ΝΑ Μεσόγειο και της ρευστότητας στα Βαλκάνια. Η αποτυχία γίνεται μεγαλύτερη, αν ληφθεί υπόψη ότι η Αθήνα και η Λευκωσία μιλούσαν ως και για κυρώσεις κατά της Τουρκίας την περίοδο 2019-2021, ενώ τώρα ο κ. Μητσοτάκης δεν αποτολμά ούτε (διμερή) περιοριστικά μέτρα κατά Αλβανών αξιωματούχων λόγω της υπόθεσης Μπελέρη.

Παράλληλα, ως προς την προκλητικότητα των Σκοπίων, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «εάν επιμείνουν σε αυτή τη γραμμή, θα καταστήσουν εξαιρετικά δύσκολη -αν όχι θα ακυρώσουν- οποιαδήποτε διαδικασία άμεσης σύγκλισης με την ευρωπαϊκή οικογένεια». Η φρασεολογία του πρωθυπουργού ερμηνεύεται, από κυβερνητικούς κύκλους, σαν αυστηρή γραμμή έναντι της προέδρου Γκ. Σιλιάνοφσκα και του πρωθυπουργού Χρ. Μίτσκοσκι, αλλά στην πραγματικότητα ελάχιστα τους επηρεάζει.

Γιατί στα Σκόπια ήδη υπάρχει -παγιωμένη και διακομματική- εκτίμηση ότι δεν υφίσταται προοπτική «άμεσης σύγκλισης» με την Ε.Ε., και αυτός ήταν ένας από τους κύριους λόγους της δυσαρέσκειας και της στροφής του εκλογικού σώματος προς το εθνικιστικό VMRO. Αντίθετα, τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στα Σκόπια αποδίδεται σημασία μόνο στη Συμφωνία Ασφάλειας και Άμυνας και στις αναπτυξιακές χρηματοδοτήσεις που δεν απορρίπτονται από την Αθήνα. Επίσης, όλοι γνωρίζουν ότι ο σημερινός ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου δεν ήταν ποτέ από τους επικριτές της διπλής ονομασίας (που άλλωστε εφηύρε και πρότεινε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης το 1992-1993), και ουδέποτε κατανόησε την ανάγκη διαφορετικής αντίληψης στην εξωτερική πολιτική, όπως του υπενθύμισαν ηχηρά οι προκάτοχοί του Κ. Καραμανλής και Αντ. Σαμαράς.

Σύμφωνα με αντικειμενικές πηγές στις Βρυξέλλες, η απήχηση των παρεμβάσεων του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη είναι πολύ κατώτερη της εμφανιζόμενης. Οι προ ημερών συζητήσεις του κ. Γεραπετρίτη με ομολόγους του και με τον υψηλό εκπρόσωπο της Ε.Ε. Ζ. Μπορέλ δεν μετέβαλαν στο παραμικρό τη στάση των εταίρων έναντι των Σκοπίων.

Μόνον ο κ. Μπορέλ φέρεται ότι αναγνώρισε ρητορικά την -αυτονόητη- αρχή ότι οι νομικές συμφωνίες πρέπει να τηρούνται, αποφεύγοντας πάντως να καταδικάσει ευθέως την πρακτική της διπλής ονομασίας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ουδείς ομόλογος του κ. Γεραπετρίτη αισθάνθηκε την ανάγκη έκφρασης συμπαράστασης προς την Ελλάδα. Το ακόμα σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι η τακτική των Σιλιάνοφσκα – Μίτσκοσκι δεν χαρακτηρίζεται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ως αποσταθεροποιητική για τα Βαλκάνια, ενώ εκφράζεται ανησυχία αποκλειστικά για τις εστίες κινδύνου στη Βοσνία και την ένταση μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου.

Αγνόησε παντελώς τις κριτικές

Δεν κατάλαβε τίποτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης: Όλα καλά, συνεχίζω τις μεταρρυθμίσεις και την διεύρυνση, είναι η απάντηση του πρωθυπουργού στη αποδόμηση των Καραμανλή και Σαμαρά.

Με την σημερινή του τοποθέτηση στο συνέδριο του Economist, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαίωσε ότι δεν σκοπεύει να αλλάξει κάτι στην πολιτική του στρατηγική, αδιαφορώντας για το 28% των ευρωεκλογών και παραβλέποντας την έντονη κριτική που του ασκήθηκε από τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή, που εκφράζουν ένα σημαντικό τμήμα της κομματικής βάσης της ΝΔ.

«Το ένα συμπέρασμα των ευρωεκλογών είναι ότι η ΝΔ παραμένει η κυρίαρχη δύναμη, με ποσοστό υπερδιπλάσιο του δεύτερου κόμματος», ανέφερε ο πρωθυπουργός. Παραδέχθηκε ότι «η ΝΔ δεν έφτασε το στόχο του 33% που είχε θέσει και πρόσθεσε ότι αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους που τους παίρνω σοβαρά». Εκτίμησε ότι «οι πολίτες κυρίως έστειλαν μήνυμα για το κόστος ζωής, αλλά οι ευρωεκλογές δεν άλλαξαν τη βασική πολιτική δυναμική».

Επανήλθε στο επιχείρημα του 41% και είπε ότι θα εξαντλήσει την τετραετία: «Δείξαμε ότι έχουμε ένα κεντροδεξιό κόμμα που έχει μία ευρεία απήχηση και μπορεί να φέρει μαζί ανθρώπους κεντροδεξιούς και κεντρώους προοδευτικούς. Η ΝΔ έχει μία ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και εντολή τεσσάρων ετών. Έχουμε τρία χρόνια ακόμη μπροστά μας. Δε θα γίνουν πρόωρες εκλογές. Οι εθνικές εκλογές θα γίνουν το 2027. Είμαι κατηγορηματικός σε αυτό». Επανέλαβε ότι θα συνεχίσει την ίδια κυβερνητική πολιτική: «Είμαι αφοσιωμένος μεταρρυθμιστής. Και αν οι μεταρρυθμίσεις προκαλούν αντιδράσεις καμία φορά, αυτή είναι η φύση τους. Το μήνυμα ήταν να επιταχύνουμε τη δουλειά και να κάνουμε ό,τι είπαμε ότι θα κάνουμε, γιατί αυτός ήταν ο λόγος που εκλεγήκαμε».

Τί δεν είδε ο Μητσοτάκης

Στην Ευρώπη ο κ. Μητσοτάκης δεν είδε άνοδο της Ακροδεξιάς ή στροφή της ΕΕ προς τα Δεξιά, ενώ επέμεινε στην επανεκλογή της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν και μία γρήγορη συμφωνία για το μοίρασμα των υπόλοιπων θέσεων στην Κομισιόν: «Εάν κοιτάξετε τα μαθηματικά της Ευρωβουλής είναι ξεκάθαρο ότι το ευρωπαϊκό Κέντρο, όπως εκπροσωπείται από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, τους Σοσιαλιστές και τους Φιλελεύθερους, έχει μία άνετη πλειοψηφία. Και είναι η μόνη λειτουργική πλειοψηφία. Για αυτό και οι συζητήσεις για τις κύριες θέσεις γίνονται μεταξύ των τριών αυτών κομμάτων», ανέφερε ο πρωθυπουργός.

«Είναι σημαντικό να διατηρήσουμε αυτή τη λειτουργική πλειοψηφία και να εξασφαλίσουμε την εκλογή προέδρου Κομισιόν. Η προσδοκία μου ότι αυτό θα συμβεί και η ΕΕ να αρχίσει τη δουλειά και να φέρει αποτελέσματα στους πυλώνες της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής». Σημείωσε επίσης ότι «είναι σημαντικό να κλείσουν και όλες οι υπόλοιπες θέσεις στην Κομισιόν σχετικά γρήγορα».

Από την όλη του τοποθέτηση ο Μητσοτάκης επιβεβαίωσε την κριτική του Κώστα Καραμανλή στο Πολεμικό Μουσείο ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες – και ο Έλληνας πρωθυπουργός μεταξύ αυτών – δεν κατάλαβαν τίποτε από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Είπε ο κ. Καραμανλής: «Το πρώτο μέλημα στα Ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων ήταν η αγωνία κατ’ αρχήν και η μερική ανακούφιση ότι μπορούν να επιβάλλουν τις επιλογές τους. Ότι ο συσχετισμός δυνάμεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους επιτρέπει κατά πάσα πιθανότητα να εμείνουν στις προτιμήσεις τους. Ότι βγαίνουν δηλαδή οι αριθμοί! Αντί το σοκ να τους αφυπνίσει, η προτεραιότητά τους είναι μη τυχόν και δεν μπορούν να επιβάλλουν τις εκ των προτέρων προκαθορισμένες αποφάσεις τους».

Δύο κόμματα σε συσκευασία ενός

Είναι σαφές ότι η ΝΔ είναι πλέον δύο κόμματα στην συσκευασία ενός. Οι παρεμβάσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών ήταν ολοκληρωμένη ιδεολογική, πολιτική και κυβερνητική πλατφόρμα λαϊκής δεξιάς, σε ολική αντίθεση με την νεοφιλελεύθερη, απολίτικη – καθότι εστιασμένη στην αποτελεσματικότητα – δήθεν τεχνοκρατική διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Το Μέγαρο Μαξίμου έκανε ότι δεν κατάλαβε την απαξιωτική κριτική των δύο πρώην πρωθυπουργών. Επισήμως περιορίστηκε στο ότι “δεν σχολιάζει πρώην πρωθυπουργούς”, συν το ότι “έχει εντολή από το 41%, να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και των ανοιγμάτων στο κέντρο”.

Επιπροσθέτως η Ντόρα Μπακογιάννη επιχείρησε να διαχωρίσει τον Κώστα Καραμανλή από τον Αντώνη Σαμαρά και να απαξιώσει τον αιώνιο εχθρό της, λέγοντας ότι “ο κ. Σαμαράς αντιδρά γιατί δεν τον παίζουνε”. Φυσικά η ερμηνεία είναι αυθαίρετη. Ο Κώστας Καραμανλής δεν θα μιλούσε στη ίδια εκδήλωση, εάν δεν ήταν σε συναντίληψη με τον έτερο βασικό ομιλητή. Για να μην μείνουν μάλιστα αμφιβολίες, ανεβαίνοντας στο βήμα του Πολεμικού Μουσείου και έχοντας ακούσει προηγουμένως τον Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο και χειροκρότησε, ο Κώστας Καραμανλής ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας «Εγώ τώρα τι περισσότερο να πω;». Δεν είναι δίχως σημασία ότι μεταξύ των 1500 περίπου που παρακολούθησαν την εκδήλωση ήταν ένα σημαντικό τμήμα των στελεχών που αποτελούν τον παραδοσιακό κορμό του κόμματος και δίνουν τις μάχες των εκλογών.

Αυτό όμως που δεν έκανε επισήμως το Μέγαρο Μαξίμου – να αποδοκιμάσει τους δύο πρώην πρωθυπουργούς – το έκανε με τον μηχανισμό των trolls που διατηρεί στο διαδίκτυο και των ενσωματωμένων δημοσιογράφων, που βυσσοδομούν εναντίον Καραμανλή και Σαμαρά, θυμίζοντας διάφορες προσωπικές στιγμές των δύο από το παρελθόν.

Σε ένα άλλο επίπεδο με τους δικούς του αναλυτές θέλησε να περιορίσει τις δύο τοποθετήσεις στο πολιτικό τους υπόβαθρο και να αποκρύψει την προσωπική κριτική κατά του πρωθυπουργού. Σε κάθε περίπτωση ο εσωκομματικός πόλεμος κηρύχθηκε και κατά τα φαινόμενα θα έχει αρκετά ακόμη κεφάλαια και άγνωστη έκβαση. Οι μεν δύο πρώην δεν μπορούν να ρίξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο δε πρωθυπουργός δεν μπορεί να κερδίσει εκλογές με τον παραδοσιακό κορμό του κόμματος αποστασιοποιημένο. Όσο και αν τον βοηθούν οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ…

Ετικέτες: