Το αμαρτωλό παρελθόν του Ουκρανού Προέδρου και η υπομονή της Δύσης που εξαντλείται
Ενώ στα ανατολικά μέτωπα της Ουκρανίας οι στρατιώτες συνεχίζουν να μάχονται για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας απέναντι στη ρωσική εισβολή, στα μετόπισθεν του Κιέβου εξελίσσεται ένας δεύτερος πόλεμος, λιγότερο θεαματικός αλλά εξίσου καθοριστικός για την επιβίωση του κράτους, ένας πόλεμος κατά της ενδημικής διαφθοράς που διατρέχει τον ουκρανικό μηχανισμό εδώ και δεκαετίες και ο οποίος, αντί να υποχωρήσει υπό την πίεση της εθνικής απειλής, φαίνεται να προσαρμόστηκε ιδανικά στις συνθήκες της σύγκρουσης.
Για τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι αυτή η μάχη δεν αφορά απλώς τη θεσμική εικόνα της κυβέρνησής του ή την προσωπική του υστεροφημία αλλά συνιστά υπαρξιακή δοκιμασία, καθώς η πολιτική του επιβίωση, η διεθνής νομιμοποίηση της Ουκρανίας και η αδιάλειπτη ροή δυτικής χρηματοδότησης εξαρτώνται από το αν θα πείσει ότι το κράτος που διοικεί δεν έχει μετατραπεί σε έναν μηχανισμό ανεξέλεγκτης αναδιανομής δισεκατομμυρίων υπό την κάλυψη του πολέμου.
Οι σκιές που συσσωρεύονται γύρω από την προεδρία δεν περιορίζονται πλέον σε χαμηλόβαθμους αξιωματούχους ή μεμονωμένα σκάνδαλα, αλλά αγγίζουν τον ίδιο τον πυρήνα της εξουσίας και το στενό περιβάλλον του ανθρώπου που εξελέγη το 2019 ως αντισυστημικός σωτήρας, υποσχόμενος να τσακίσει τους ολιγάρχες και να αποδομήσει τη διαπλοκή κράτους και χρήματος.
Πριν μετατραπεί σε παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης, το όνομα του Ζελένσκι είχε ήδη εγγραφεί σε μία από τις μεγαλύτερες διεθνείς δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, όταν τα Pandora Papers αποκάλυψαν το 2021 ότι ο ίδιος και βασικοί συνεργάτες του από την εταιρεία παραγωγής Kvartal 95 διατηρούσαν από το 2012 ένα σύνθετο δίκτυο offshore εταιρειών, με κεντρικό κόμβο τη Maltex Multicapital Corp στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους.
Τα έγγραφα έδειχναν ότι ο Ζελένσκι κατείχε μερίδιο στην εταιρεία, το οποίο μεταβίβασε λίγο πριν την εκλογή του στον στενό του φίλο Σερχίι Σεφίρ, ο οποίος αργότερα ανέλαβε κορυφαίο ρόλο στο Προεδρικό Γραφείο, ενώ τα ίδια στοιχεία άφηναν ισχυρές ενδείξεις ότι η οικογένεια Ζελένσκι συνέχισε να λαμβάνει μερίσματα, με το δίκτυο των offshore να χρησιμοποιείται μεταξύ άλλων για την αγορά πολυτελών ακινήτων στο Λονδίνο.
Η επίσημη απάντηση του Κιέβου ήταν ότι οι δομές αυτές είχαν δημιουργηθεί για να προστατευθεί η επιχείρηση από φιλορώσους ολιγάρχες της εποχής Γιανουκόβιτς, ωστόσο η υπόθεση δεν έκλεισε ποτέ πολιτικά και επανέρχεται σήμερα με μεγαλύτερη ένταση, καθώς ο Ζελένσκι καλείται να εμφανιστεί ως εγγυητής διαφάνειας σε ένα κράτος που διαχειρίζεται δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ και δολάρια ξένης βοήθειας.
Η σοβαρότερη κατηγορία που του αποδίδεται στο εσωτερικό της χώρας δεν αφορά προσωπικό πλουτισμό αλλά την πολιτική προστασία που φέρεται να παρέχει σε πρόσωπα του στενού του κύκλου, τα οποία παραμένουν σε καίριες θέσεις παρά τις βαριές καταγγελίες, δημιουργώντας την αίσθηση ενός ανέγγιχτου μηχανισμού εξουσίας.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Όλεχ Τατάροφ, αναπληρωτή προσωπάρχη αρμόδιου για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, ο οποίος κατηγορήθηκε για δωροδοκία σε υπόθεση ακινήτων πριν αναλάβει καθήκοντα, με την Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς να επιχειρεί επανειλημμένα τη δίωξή του, η οποία όμως μεταφέρθηκε σε άλλη υπηρεσία και τελικά πάγωσε, με την αντιπολίτευση και οργανώσεις διαφάνειας να καταγγέλλουν ευθέως πολιτική κάλυψη.
Στο ίδιο κέντρο βάρους βρίσκεται και ο Αντρίι Γερμάκ, ο πανίσχυρος προσωπάρχης της προεδρίας, που πολλοί στο Κίεβο περιγράφουν ως τον πραγματικό ρυθμιστή της εξουσίας, με το όνομά του να έχει συνδεθεί στο παρελθόν με την υπόθεση των λεγόμενων Yermak tapes, όπου ο αδελφός του φερόταν να διαπραγματεύεται κρατικές θέσεις, υπόθεση που δεν κατέληξε σε καταδίκη αλλά άφησε βαθύ πολιτικό αποτύπωμα.
Η εικόνα ότι ορισμένα πρόσωπα παραμένουν απρόσβλητα από κάθε έλεγχο ενισχύθηκε δραματικά με το σκάνδαλο στο Υπουργείο Άμυνας, όταν αποκαλύφθηκε ότι τρόφιμα για τον στρατό προμηθεύονταν σε τιμές πολλαπλάσιες της αγοράς, προκαλώντας κοινωνική οργή και διεθνή αμηχανία, με αποτέλεσμα την τελική απομάκρυνση του υπουργού Ολεξίι Ρέζνικοφ, σε μια σπάνια παραδοχή ότι η πολιτική ευθύνη για διασπάθιση πόρων εν καιρώ πολέμου δεν μπορούσε πλέον να αγνοηθεί.
Παράλληλα, υποθέσεις όπως του Κιρίλο Τιμοσένκο, που χρησιμοποιούσε όχημα ανθρωπιστικής βοήθειας για προσωπικούς σκοπούς, και του Βασίλ Λοζίνσκι, που συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να λαμβάνει μίζες για την προμήθεια γεννητριών ενώ η χώρα βυθιζόταν στο σκοτάδι, αποκάλυψαν μια ελίτ αποκομμένη από την κοινωνική πραγματικότητα και έτοιμη να μετατρέψει την εθνική τραγωδία σε οικονομική ευκαιρία.
Η μαζική απόλυση όλων των περιφερειακών επικεφαλής στρατολόγησης τον Αύγουστο του 2023 επιβεβαίωσε ότι η διαφθορά είχε φτάσει σε σημείο που απειλούσε άμεσα τη μαχητική ικανότητα της χώρας, καθώς αποκαλύφθηκε οργανωμένο κύκλωμα πώλησης απαλλαγών στράτευσης έναντι χιλιάδων δολαρίων.
Ο Ζελένσκι επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε κινήσεις που δείχνουν αποφασιστικότητα, όπως η σύλληψη εμβληματικών ολιγαρχών, και στη διατήρηση προσώπων με βαριές σκιές στο κέντρο της εξουσίας, δημιουργώντας την εικόνα ενός ηγέτη εγκλωβισμένου σε ένα σύστημα που λειτουργεί πλέον αυτόνομα και αντιστέκεται στην αποδόμησή του.
Η δυτική υποκρισία, το ευρωπαϊκό κέρδος και ο πόλεμος ως οικονομία
Αν υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι η υποκρισία περιορίζεται εντός των ουκρανικών συνόρων, η περίπτωση της Κάγια Κάλλας έρχεται να τη διαλύσει πλήρως, καθώς η πρώην πρωθυπουργός της Εσθονίας και νυν Ύπατη Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής έχτισε την πολιτική της καριέρα ως η πιο αδιάλλακτη και σκληροπυρηνική φωνή κατά της Ρωσίας, απαιτώντας πλήρη απομόνωση της Μόσχας και καθολική εφαρμογή κυρώσεων, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς «γκρίζες ζώνες».
Την ίδια στιγμή όμως που η ίδια υιοθετούσε τον ρόλο της ευρωπαϊκής «Σιδηράς Κυρίας» και κούναγε το δάχτυλο στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, η οικογένειά της διατηρούσε οικονομικές δραστηριότητες που συνδέονταν άμεσα με τη ρωσική αγορά, αποκαλύπτοντας το πραγματικό χάσμα ανάμεσα στη δημόσια ρητορική και την ιδιωτική ροή του χρήματος. Τον Αύγουστο του 2023 έγινε γνωστό ότι η μεταφορική εταιρεία Stark Logistics, στην οποία ο σύζυγός της Άρβο Χάλικ κατείχε ποσοστό 24,8%, συνέχιζε να δραστηριοποιείται στη Ρωσία ενάμιση χρόνο μετά την εισβολή στην Ουκρανία, σε μια περίοδο όπου η Κάλας απαιτούσε από όλους τους άλλους απόλυτη οικονομική αποκοπή από τη Μόσχα.
Η υπόθεση έγινε ακόμη πιο επιβαρυντική όταν αποκαλύφθηκε ότι η ίδια η Κάλλας είχε δανείσει στην εταιρεία του συζύγου της, Novaria Consult, το ποσό των 350.000 ευρώ, χρήματα που ουσιαστικά χρηματοδότησαν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες οι οποίες συνδέονταν με τη ρωσική αγορά, ενώ σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία οι μεταφορές αυτές απέφεραν κέρδη που πλησίασαν το 1,5 εκατομμύριο ευρώ κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Όταν το σκάνδαλο ξέσπασε, η Κάλλας δήλωσε άγνοια, επικαλούμενη το επιχείρημα ότι «δεν μιλάμε για δουλειές στο σπίτι», και αρνήθηκε να παραιτηθεί, παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία της εσθονικής κοινής γνώμης ζητούσε ανοιχτά την απομάκρυνσή της, επιβεβαιώνοντας πως η πολιτική ισχύς που αντλείται από τον πόλεμο λειτουργεί ως ασπίδα απέναντι στη λογοδοσία.
Η σημασία της υπόθεσης δεν βρίσκεται μόνο στο ίδιο το σκάνδαλο αλλά στο υπόδειγμα που αποκαλύπτει, καθώς πρόκειται για μια Ευρώπη που επικαλείται την ηθική καθαρότητα και τις αξίες, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει τη λειτουργία γκρίζων διαδρομών χρήματος που εξυπηρετούν όσους βρίσκονται κοντά στο κέντρο της εξουσίας. Πολιτικοί που οικοδομούν καριέρες πάνω στη σύγκρουση εμφανίζονται έτοιμοι να ανεχθούν ή να ωφεληθούν από τις ρωγμές των κυρώσεων που οι ίδιοι επιβάλλουν, αρκεί αυτές οι ρωγμές να μη γίνονται επικοινωνιακά εκρηκτικές.
Στο πλαίσιο αυτό, το ερώτημα αν συμφέρει τελικά η επίτευξη της ειρήνης παύει να είναι ρητορικό και αποκτά κυνική διάσταση, καθώς για μια συγκεκριμένη κάστα αξιωματούχων, τεχνοκρατών και επιχειρηματιών η κατάσταση «ούτε νίκη ούτε ήττα» αποδεικνύεται ιδανική. Οικονομικά, η βοήθεια ρέει με χαλαρούς ελέγχους και το ρωσικό εμπόριο συνεχίζεται υπογείως μέσω τρίτων χωρών και θεσμικών παραθύρων, ενώ πολιτικά ο εξωτερικός εχθρός λειτουργεί ως άλλοθι για την περιστολή δημοκρατικών ελευθεριών, την αναβολή εκλογών και την εξόντωση πολιτικών αντιπάλων.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι βρίσκεται έτσι εγκλωβισμένος σε μια εξίσωση χωρίς εύκολη λύση, καθώς ακόμη και αν επιθυμούσε μια πλήρη εκκαθάριση, το σύστημα διαφθοράς έχει ενσωματωθεί τόσο βαθιά στην πολεμική μηχανή ώστε η απότομη αποδόμησή του θα μπορούσε να οδηγήσει σε λειτουργική κατάρρευση, ενώ περιπτώσεις όπως της Κάλλας δείχνουν ότι και στη Δύση η ρητορική περί αξιών συχνά σταματά εκεί όπου αρχίζει το κέρδος.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν αποτελεί πλέον μόνο στρατιωτικό γεγονός αλλά έχει μετατραπεί στο μεγαλύτερο οικονομικό εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά την κρίση του ευρώ, με την Κάγια Κάλλας να βρίσκεται στο κέντρο ενός μηχανισμού που διαχειρίζεται γεωπολιτικές αποφάσεις, κυρώσεις, παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, αμυντικές βιομηχανίες, ροές στρατιωτικής βοήθειας και μελλοντικά συμβόλαια ανοικοδόμησης.
Όταν ακολουθεί κανείς το χρήμα, το αποτύπωμα πλησιάζει επικίνδυνα το ίδιο το κέντρο της ευρωπαϊκής εξουσίας, ακόμη κι αν δεν υπάρχουν δημόσιες αποδείξεις προσωπικής εμπλοκής σε παράνομες ροές, καθώς η ίδια η θέση στην οποία συγκλίνουν Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένες Πολιτείες, άμυνα και κεφάλαια λειτουργεί ως μηχανισμός ισχύος, επιρροής και για πολλούς γύρω της κερδοφορίας, χωρίς να απαιτείται διαφθορά αλλά απλώς παρουσία στη σωστή θέση την κατάλληλη στιγμή.
Η πιο ενοχλητική αλήθεια για τις Βρυξέλλες είναι ότι ο πόλεμος έχει μετατραπεί σε οικονομικό πολλαπλασιαστή, με κάθε πακέτο βοήθειας προς την Ουκρανία να ενεργοποιεί αμυντικές βιομηχανίες, δίκτυα μεταφορών και ασφάλειας, ενεργειακές αναδιατάξεις, μελλοντικά έργα ανοικοδόμησης εκατοντάδων δισεκατομμυρίων και ένα τεράστιο πλέγμα χρηματοπιστωτικών και νομικών υπηρεσιών γύρω από τα παγωμένα ρωσικά assets.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι καταγγελίες για δεκάδες δισεκατομμύρια αμερικανικής βοήθειας που φέρονται να εξαφανίστηκαν μπορεί να μην έχουν ακόμη επιβεβαιωθεί πλήρως, ωστόσο αγγίζουν τον πυρήνα του προβλήματος, καθώς το σύστημα της δυτικής βοήθειας παραμένει δομικά αδιαφανές και όπου υπάρχει αδιαφάνεια υπάρχει κίνηση και όπου υπάρχει κίνηση υπάρχει χρήμα.
Το ερώτημα επομένως δεν είναι αν η Κάλλας ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο πλουτίζει από τον πόλεμο, αλλά αν μπορεί να υπάρξει ειρήνη σε ένα σύστημα που έχει μάθει να λειτουργεί, να κυβερνά και να αναπαράγει ισχύ μέσα από την κρίση, κερδίζοντας περισσότερα από την αστάθεια παρά από τη σταθερότητα.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
Πίεση της ΕΕ στην Τεχεράνη: Ζητά την απελευθέρωση της Ναργκίς Μοχαμαντί