Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

28 Δεκεμβρίου 2025

Στεργίου – Τσίπη Καραβίδα: «Τα Χριστούγεννα μέσα από την ελληνορθόδοξη παράδοση και λογοτεχνία»

Σε μια εποχή όπου ο δημόσιος λόγος κατακλύζεται από πολιτικές αντιπαραθέσεις, αριθμούς, στρατηγικές και επικοινωνιακά τεχνάσματα, η ραδιοφωνική εκπομπή «Προς τη Νίκη» επιχείρησε κάτι σπάνιο: να σιωπήσει την πολιτική και να μιλήσει για το αυτονόητο που έχει καταστεί άγνωστο. Τα Χριστούγεννα. Όχι ως εποχιακή γιορτή κατανάλωσης, αλλά ως θεολογικό, πολιτισμικό και υπαρξιακό γεγονός.

Με καλεσμένες την Ιωάννα Στεργίου, υπεύθυνη της Θεματικής Ομάδας Παιδείας του Κινήματος ΝΙΚΗ, και την Καλυψώ Τσίπη – Καραβίδα, συνταξιούχο νηπιαγωγό, η εκπομπή μετατράπηκε σε έναν χώρο μνήμης, στοχασμού και ήσυχης αντίστασης απέναντι στη γενικευμένη αποϊεροποίηση των Χριστουγέννων.

Η συζήτηση άνοιξε με αναφορά στο μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως, το οποίο παρουσιάστηκε ως ο κεντρικός άξονας της χριστιανικής πίστης και της ορθόδοξης θεολογίας. Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού περιεγράφηκε ως πραγματικό ιστορικό γεγονός και όχι ως συμβολική αφήγηση ή ποιητική αλληγορία. Στο θεολογικό αυτό πλαίσιο, ο Θεός προσλαμβάνει πλήρως την ανθρώπινη φύση, χωρίς να παύει να είναι Θεός, εισερχόμενος στην ανθρώπινη ιστορία με σκοπό τη θεραπεία και την ανακαίνισή της. Η πράξη αυτή συνιστά τη βάση της σωτηριολογικής εμπειρίας της Εκκλησίας και αποδίδει ιδιαίτερη αξία σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, όχι ως αυτόνομο και αυτάρκες ον, αλλά ως πρόσωπο προορισμένο για κοινωνία με το θείο.

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη σημασία της ενανθρωπήσεως για την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Η πρόσληψη ολόκληρης της ανθρώπινης ύπαρξης, με σώμα, ψυχή, θέληση, συναισθήματα, πόνο και θάνατο, προσδίδει στο γεγονός της Γεννήσεως μια καθολική διάσταση. Η ανθρώπινη αδυναμία, η φθορά και η θνητότητα δεν αντιμετωπίζονται ως στοιχεία προς υπέρβαση μέσω ισχύος, αλλά ως πεδία μέσα στα οποία φανερώνεται η θεϊκή αγάπη. Η ταπείνωση, η φτώχεια και η απουσία κοσμικής ισχύος που συνοδεύουν τη Γέννηση δεν λειτουργούν ως διακοσμητικά στοιχεία της αφήγησης, αλλά ως θεμελιώδη χαρακτηριστικά της θεολογικής σημασίας των Χριστουγέννων.

Στο ίδιο πλαίσιο, αναδείχθηκε και η κοινωνική διάσταση της εορτής. Η ταύτιση του Θεού με τον φτωχό, τον αποκλεισμένο και τον ανυπεράσπιστο προσλαμβάνει συγκεκριμένο νόημα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η εορτή της Γεννήσεως συνδέεται με την ευθύνη της έμπρακτης αγάπης και της διακονίας, όχι ως αφηρημένης ηθικής επιταγής, αλλά ως συνέχειας της θεϊκής συγκατάβασης μέσα στην ιστορία. Κάθε πράξη φροντίδας, παρηγοριάς και αλήθειας εγγράφεται σε αυτή τη θεολογική προοπτική και αποκτά υπαρξιακή βαρύτητα.

Η συζήτηση δεν περιορίστηκε στη θεολογική ανάλυση, αλλά επεκτάθηκε στη διαπίστωση ότι το νόημα αυτό συχνά παραμένει περιθωριοποιημένο στον σύγχρονο εορταστικό λόγο. Η αναφορά στα Χριστούγεννα ως περίοδο αγάπης και χαράς αποσυνδέεται συχνά από το θεολογικό της υπόβαθρο και μετατρέπεται σε γενικευμένη ρητορική, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο και αναφορά στην εκκλησιαστική εμπειρία. Η παρατήρηση αυτή αποτέλεσε αφετηρία για τη συνολική ανάπτυξη της συζήτησης, η οποία επιδίωξε να επαναφέρει τη θεολογική και πολιτισμική πυκνότητα της εορτής στο προσκήνιο.

Το Άγιο Δωδεκαήμερο, η λαϊκή μνήμη και η παράδοση που δεν ήταν ποτέ «παλιά»

Στο δεύτερο μέρος της συζήτησης, το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε στο Άγιο Δωδεκαήμερο, την περίοδο από την 25η Δεκεμβρίου έως την 6η Ιανουαρίου, η οποία παρουσιάστηκε ως ενιαίος λειτουργικός και θεολογικός χρόνος. Το Δωδεκαήμερο περιγράφηκε ως μια πορεία αποκάλυψης, κατά την οποία το γεγονός της Γεννήσεως οδηγεί σταδιακά στη φανέρωση της Αγίας Τριάδας στα Θεοφάνεια. Η Εκκλησία, μέσα από αυτή την αλληλουχία εορτών, δεν ανακαλεί απλώς γεγονότα του παρελθόντος, αλλά καλεί τους πιστούς σε ενεργό συμμετοχή στο μυστήριο της σωτηρίας.

Η μνήμη του Αγίου Στεφάνου, Πρωτομάρτυρα της Εκκλησίας, εντάχθηκε σε αυτό το θεολογικό πλαίσιο ως υπενθύμιση ότι η ενανθρώπηση δεν συναντά έναν κόσμο έτοιμο να τη δεχθεί χωρίς αντιστάσεις. Η παρουσία του Χριστού συνδέεται από τις πρώτες ημέρες με τη θυσία, τον διωγμό και την αδικία, στοιχεία που υπογραμμίζουν τη δραματική διάσταση της ανθρώπινης ιστορίας μέσα στην οποία εισέρχεται το θείο. Η πορεία του Δωδεκαημέρου από τη νύχτα της Γεννήσεως προς το φως των Θεοφανείων αποδόθηκε ως μετάβαση από το σκοτάδι προς τη φανέρωση, από την προσδοκία προς την πλήρη αποκάλυψη.

Σημαντικό μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στη λαϊκή παράδοση και στα έθιμα που συνοδεύουν την περίοδο των Χριστουγέννων. Το Χριστόψωμο, τα παραδοσιακά κάλαντα, οι οικογενειακές και κοινοτικές πρακτικές παρουσιάστηκαν ως φορείς θεολογικού και παιδαγωγικού νοήματος. Η παράδοση αυτή δεν λειτουργούσε αποσπασματικά, αλλά ενσωμάτωνε την πίστη στην καθημερινή ζωή, δημιουργώντας ένα πλαίσιο κοινής εμπειρίας και συλλογικής μνήμης.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στον λαϊκό μύθο των καλικάντζαρων, ο οποίος ερμηνεύθηκε ως συμβολική αποτύπωση της πνευματικής αταξίας που χαρακτηρίζει τον κόσμο μέχρι τη φανέρωση του φωτός στα Θεοφάνεια. Η εξαφάνισή τους με τον αγιασμό των υδάτων αποδόθηκε ως εικόνα της αποκατάστασης της τάξης μέσω της θείας χάρης. Η λαϊκή αυτή αφήγηση παρουσιάστηκε ως μέσο κατανόησης σύνθετων θεολογικών εννοιών μέσα από απλές εικόνες, προσβάσιμες σε όλες τις ηλικίες.

Παράλληλα, αναδείχθηκε η σταδιακή αποδυνάμωση αυτής της βιωματικής σχέσης με την παράδοση στη σύγχρονη κοινωνία. Η εορταστική περίοδος χαρακτηρίζεται από έντονη καταναλωτική δραστηριότητα, μαζική ψυχαγωγία και αποσύνδεση από τις πρακτικές νηστείας, εκκλησιασμού και συλλογικής προετοιμασίας. Η απουσία κατανυκτικού κλίματος και η μετατροπή των Χριστουγέννων σε θεματικό γεγονός επισημάνθηκαν ως ενδείξεις μιας ευρύτερης πολιτισμικής μετατόπισης, όπου το θρησκευτικό περιεχόμενο υποχωρεί μπροστά σε μια ουδέτερη και αποϊεροποιημένη εμπειρία.

Η παιδαγωγική διάσταση αυτής της μεταβολής αποτέλεσε αντικείμενο προβληματισμού, ιδίως σε σχέση με τις νεότερες γενιές. Η απομάκρυνση από τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και τα έθιμα που διαμόρφωσαν τη συλλογική μνήμη δημιουργεί ένα κενό, το οποίο δεν καλύπτεται από τις σύγχρονες μορφές εορτασμού. Η συζήτηση κατέγραψε αυτή την πραγματικότητα χωρίς αποσπασματικές διαπιστώσεις, επιδιώκοντας να την εντάξει σε ένα ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο.

Παπαδιαμάντης, Κόντογλου και η σκληρή αλήθεια των Χριστουγέννων

Το τρίτο μέρος της εκπομπής επικεντρώθηκε στη νεοελληνική λογοτεχνία ως πεδίο στο οποίο αποτυπώνεται με ιδιαίτερη καθαρότητα το πνευματικό βάθος των Χριστουγέννων. Κεντρική θέση κατέλαβε το διήγημα «Το Χριστόψωμο» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, το οποίο παρουσιάστηκε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της παπαδιαμαντικής σύλληψης της εορτής. Στο έργο αυτό, το χριστουγεννιάτικο πλαίσιο δεν οδηγεί σε εξιδανίκευση των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά λειτουργεί ως φακός που φωτίζει τις σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής και των κοινωνικών προκαταλήψεων.

Το Χριστόψωμο, σύμβολο ευλογίας, ευχαριστίας και οικογενειακής ενότητας, μετατρέπεται σε όργανο τραγωδίας, αποκαλύπτοντας τη δύναμη του κακού όταν αυτό ενσωματώνεται σε στρεβλές αντιλήψεις περί τιμής, δικαιοσύνης και κοινωνικού ρόλου. Η ανάλυση του διηγήματος ανέδειξε τη βαθιά ειρωνεία της αφήγησης, μέσα από την οποία το ιερό δεν ακυρώνεται, αλλά καθίσταται το πεδίο όπου αποκαλύπτεται με οδυνηρό τρόπο η ανθρώπινη ευθύνη.

Η προσέγγιση αυτή συνδέθηκε με τη γενικότερη παπαδιαμαντική θεώρηση της ζωής, όπου η λύτρωση δεν εμφανίζεται ως εύκολη ή αυτόματη διαδικασία, αλλά ως αποτέλεσμα εσωτερικής κάθαρσης και συνειδητοποίησης. Η χριστουγεννιάτικη νύχτα, στο συγκεκριμένο έργο, δεν αίρει το κακό, αλλά το φανερώνει, επιτρέποντας τη δυνατότητα μεταστροφής και εσωτερικής αλλαγής. Η λογοτεχνία, με τον τρόπο αυτό, λειτουργεί ως θεολογικός και ηθικός λόγος, χωρίς να μετατρέπεται σε διδακτισμό.

Η αναφορά στον Φώτη Κόντογλου συμπλήρωσε την εικόνα της νεοελληνικής πνευματικής παράδοσης. Η θεολογική του ματιά στην ενανθρώπηση, η έμφαση στη βιωματική πίστη και η κριτική του απέναντι στην επιφανειακή θρησκευτικότητα αναδείχθηκαν ως στοιχεία που συνομιλούν άμεσα με το πνεύμα της παπαδιαμαντικής γραφής. Η λογοτεχνία παρουσιάστηκε ως φορέας πνευματικής εμπειρίας και όχι ως απλό αισθητικό επίτευγμα.

Η εκπομπή ολοκληρώθηκε με τη διαπίστωση ότι η επαναπροσέγγιση των Χριστουγέννων προϋποθέτει επαφή με τη θεολογία, την παράδοση, τη γλώσσα και τη συλλογική μνήμη. Τα στοιχεία αυτά συγκροτούν ένα ενιαίο πολιτισμικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο η εορτή της Γεννήσεως αποκτά νόημα που υπερβαίνει την εποχική της διάσταση. Η συζήτηση κατέγραψε με πληρότητα αυτή την προοπτική, αναδεικνύοντας τα Χριστούγεννα ως γεγονός μνήμης και ευθύνης, ενταγμένο στον ιστορικό χρόνο και στην καθημερινή ζωή της κοινότητας.

Ακούστε ολόκληρη την εκπομπή:

Ετικέτες: