Ερωτήματα για τη στάση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο ζήτημα του Σινά
Σοβαρές αντιδράσεις και ερωτήματα έχει προκαλέσει η απόφαση της αιγυπτιακής κυβέρνησης να προχωρήσει στη δήμευση της περιουσίας της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, μιας από τις αρχαιότερες χριστιανικές μονές παγκοσμίως. Η κίνηση αυτή έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά εξελίξεων που εκλαμβάνονται από εκκλησιαστικούς κύκλους ως πλήγματα κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τόσο σε συμβολικό όσο και σε ουσιαστικό επίπεδο.
Ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, που κατά ορισμένους παρατηρητές διατηρεί διαύλους επικοινωνίας με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, κατηγορείται ότι προχώρησε στην εν λόγω απόφαση εκμεταλλευόμενος την απουσία ισχυρών αντιδράσεων από την πλευρά των Ορθοδόξων ηγετών σε ανάλογες περιπτώσεις, όπως η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί από την Τουρκία.
Η διστακτικότητα, η έλλειψη συντονισμένης αντίδρασης και οι περιορισμένες πρωτοβουλίες από κορυφαίους εκκλησιαστικούς παράγοντες, όπως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, εγείρουν ερωτήματα εντός και εκτός Εκκλησίας για τη συνολική στάση της Ορθοδοξίας σε ζητήματα που αγγίζουν τον πυρήνα της πίστης και της ιστορικής της παρουσίας.
Αν και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος εξέφρασε δημόσια την «απέραντη θλίψη» και την «εύλογη οργή» του για την ενέργεια της αιγυπτιακής κυβέρνησης, δεν αναλήφθηκε κάποια οργανωμένη προσπάθεια κινητοποίησης των πιστών ή εκκλησιαστικής διπλωματίας για την προστασία της μονής. Παρόμοια στάση διατηρούν και άλλα μεγάλα κέντρα της Ορθοδοξίας, όπως το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Αρχιεπισκοπή Αμερικής.
Η απουσία ισχυρών φωνών και ενεργών πρωτοβουλιών από τους ηγέτες της Ορθόδοξης Εκκλησίας τροφοδοτεί τον προβληματισμό για την ικανότητα της Εκκλησίας να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής και να διατηρήσει το κύρος και την επιρροή της στη διεθνή σκηνή.
Παρατηρητές σημειώνουν ότι τέτοιες εξελίξεις ενισχύουν τις επιδιώξεις γεωπολιτικών παικτών που δεν διστάζουν να παραγκωνίσουν την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων.
Το περιστατικό της Μονής Σινά επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για τον ρόλο της Εκκλησίας και των ηγετών της, σε μια περίοδο όπου η παρουσία και η φωνή της Ορθοδοξίας φαίνεται να δοκιμάζεται σοβαρά σε πολλά μέτωπα.
Καχυποψία
Ανώτατος αξιωματούχος που υπηρετεί σε διεθνή οργανισμό και παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, χαρακτήρισε την υπόθεση ως μέρος ενός μεγαλύτερου σχεδίου με ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, που εκτείνεται, όπως αναφέρει, ακόμη και σε κύκλους εντός Ελλάδας. Ο ίδιος κάνει λόγο για «ανεύθυνη κυβέρνηση», υποστηρίζοντας πως για την πολιτική ηγεσία τα θέματα της πνευματικής και θρησκευτικής κληρονομιάς αποτελούν «βαρίδια» που προτιμούν να αγνοούν ή να παρακάμπτουν.
Στο επίκεντρο της κριτικής βρίσκεται και η στάση κυβερνητικών στελεχών, οι οποίοι, όπως αναφέρεται, απέφυγαν να θέσουν το κρίσιμο ζήτημα της ιδιοκτησίας της Μονής. Παρά την ύπαρξη ιστορικών τεκμηρίων – μεταξύ αυτών το κείμενο που κατέθεσε η Αίγυπτος στην UNESCO το 2002 και αναγνώριζε την ιδιοκτησία της Μονής – η ελληνική κυβέρνηση περιορίστηκε σε δηλώσεις περί διατήρησης του λατρευτικού της χαρακτήρα. Για πολλούς, αυτό μεταφράζεται ως αποδοχή τετελεσμένων ή ακόμη και προετοιμασμένη στάση.
Ενδεικτική είναι και η αντίδραση των μοναχών της Μονής, οι οποίοι, σύμφωνα με πληροφορίες, φέρεται να έκλεισαν τις πύλες της σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Μεταξύ αυτών και Έλληνες μοναχοί, οι οποίοι εκφράζουν ανοιχτά την αγωνία τους για το μέλλον του μοναστηριού αλλά και την απουσία ουσιαστικής στήριξης από την ελληνική πλευρά.
Κριτική ασκείται επίσης στη στάση της υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, που αναμένεται να μεταβεί στο Κάιρο για συνομιλίες. Παρά το γεγονός ότι θεωρείται πως δεν συμμετείχε στους αρχικούς χειρισμούς, καλείται τώρα να διαχειριστεί μια υπόθεση που – κατά ορισμένους – έχει ήδη προδιαγεγραμμένη τροπή.
Οι ενστάσεις, ωστόσο, δεν σταματούν στην πολιτική. Πολλοί ερμηνεύουν τη δήμευση ως ένδειξη της σταδιακής αποδυνάμωσης της Ορθόδοξης παρουσίας στην Ανατολή, με αναφορές και σε άλλα πνευματικά κέντρα, όπως το Άγιον Όρος, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τα οποία – σύμφωνα με επικριτές – αντιμετωπίζονται πλέον ως περιττά ιστορικά κατάλοιπα από τη σημερινή ελίτ εξουσίας.
Η υπόθεση της Μονής Σινά εξελίσσεται, για πολλούς, σε συμβολικό σταθμό για τον ρόλο της Ελλάδας στην προστασία της πνευματικής της κληρονομιάς. Οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας και στους κόλπους της Εκκλησίας συνεχίζονται, ενώ η κυβερνητική στάση τίθεται υπό διαρκή αμφισβήτηση.
Για τους επικριτές, η υπόθεση αποκαλύπτει βαθύτερα προβλήματα σε επίπεδο πολιτικής βούλησης και εθνικής στρατηγικής. Όπως επισημαίνουν, η υπεράσπιση των «πνευματικών συνόρων» ενός έθνους είναι προϋπόθεση για την προστασία των «φυσικών» του ορίων.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
Πίεση της ΕΕ στην Τεχεράνη: Ζητά την απελευθέρωση της Ναργκίς Μοχαμαντί