Η άνοδος του αντισυστημισμού και το αδιέξοδο του πολιτικού συστήματος
Ένα διαρκώς ενισχυόμενο ρεύμα αμφισβήτησης διαμορφώνεται στο πολιτικό σκηνικό και αγγίζει πλέον τον πυρήνα της κυβερνητικής εξουσίας. Δεν σχετίζεται με την επιστροφή προσώπων ή με σενάρια ανακύκλωσης παλαιών ηγεσιών, αλλά με την εδραίωση του αντισυστημισμού, όπως αυτός αποτυπώνεται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων του τελευταίου έτους. Πρόκειται για μια τάση με σταθερά γνωρίσματα, η οποία εκφράζει τη συσσωρευμένη δυσπιστία απέναντι στο πολιτικό σύστημα συνολικά.
Το πρώτο σαφές σήμα καταγράφηκε με τις μαζικές συγκεντρώσεις για το έγκλημα των Τεμπών. Η κυβερνητική διαχείριση αιφνιδιάστηκε και η κοινωνική κινητοποίηση έλαβε διαστάσεις που ξεπέρασαν κατά πολύ τη θεσμική αντιπολίτευση, η οποία εμφανίστηκε αμήχανη και αδύναμη να εκφράσει το κοινωνικό φορτίο της περιόδου. Από τις κινητοποιήσεις αυτές αναδείχθηκε ο όρος «κοινωνική αντιπολίτευση», ως περιγραφή ενός ευρέος κοινωνικού σώματος που βρέθηκε απέναντι στο επικοινωνιακό και πολιτικό σύστημα εξουσίας και κατέγραψε σαφή υπεροχή στη δημόσια σφαίρα.
Οι πολίτες που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις δεν εντάχθηκαν σε κομματικούς σχηματισμούς και δεν αναζήτησαν εκπροσώπηση στα υφιστάμενα πολιτικά σχήματα. Αντιθέτως, κατέστησαν σαφές ότι αποστασιοποιούνται οριστικά από τα κόμματα εξουσίας και διακυβέρνησης των τελευταίων δεκαετιών. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη δυναμική διαδραμάτισε η νεολαία, η οποία βιώνει συνθήκες χειρότερες από εκείνες των προηγούμενων γενεών και δεν αναγνωρίζει προοπτική εντός του ισχύοντος συστήματος.
Η αρχική εκτίμηση του κυβερνητικού επιτελείου ότι η κοινωνική κινητοποίηση θα υποχωρούσε σταδιακά και θα απορροφούνταν από την πολιτική κανονικότητα αποδείχθηκε εσφαλμένη. Λίγους μήνες αργότερα κατέστη σαφές ότι η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν εκτονώθηκε. Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ λειτούργησε ως νέος επιταχυντής. Η επιλογή της σύστασης εξεταστικής επιτροπής και η διαχείριση των πολιτικών ευθυνών ενίσχυσαν την εντύπωση συγκάλυψης και αναζωπύρωσαν την κοινωνική δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς.
Στη συνέχεια, οι κινητοποιήσεις των αγροτών προστέθηκαν στο ήδη φορτισμένο περιβάλλον. Οι αγροτικές διαμαρτυρίες διατηρήθηκαν με σταθερότητα και προσαρμοσμένη στρατηγική, ασκώντας ουσιαστική πίεση στην κυβέρνηση. Παράλληλα, η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση παρέμεινε χωρίς σαφή πολιτική πρόταση και εγκλωβίστηκε σε προσδοκίες επιστροφής παλαιών πολιτικών σχημάτων, τις οποίες η κοινωνία δεν υιοθέτησε.
Η κοινωνική στάση απέναντι στην αντιπολίτευση αποτυπώνει μια γενικευμένη αντίληψη ότι τα κόμματα που εναλλάχθηκαν στη διακυβέρνηση αποτελούν μέρος του προβλήματος. Σε αυτό το περιβάλλον, ενισχύεται η αναζήτηση πολιτικής διεξόδου εκτός του υφιστάμενου πλαισίου. Οι δημοσκοπικές μετρήσεις καταγράφουν την προσδοκία για έναν νέο φορέα ή πρόσωπο που θα εκφράσει τιμωρητικά τη συσσωρευμένη οργή απέναντι στο πολιτικό σύστημα, με ανοιχτό το ερώτημα της συγκρότησης και της φυσιογνωμίας του.
Η αντισυστημική ψήφος εμφανίζεται πλέον ως σταθερό και διευρυνόμενο πολιτικό μέγεθος, με κύριο φορέα τη νεολαία και με χαρακτηριστικά που καθιστούν το πολιτικό τοπίο αβέβαιο. Η προσπάθεια ενσωμάτωσης ή εξουδετέρωσης αυτής της δυναμικής δεν αποδίδει, ενώ η χρονιά που έρχεται προδιαγράφεται κρίσιμη για τις πολιτικές ισορροπίες και τα πρόσωπα που τις διαχειρίζονται.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Πιο Πρόσφατα
Παγωμένο χαμόγελο στα crypto: Από την ευφορία στο ψυχρό ξύπνημα
Σφαίρες και καραμπίνα στο φονικό των Βοριζίων: Τι «μαρτυρά» το αυτοκίνητο