Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

4 Σεπτεμβρίου 2025

Η ΔΕΘ και το διαχρονικό έλλειμμα ουσιαστικής πολιτικής για τη Θεσσαλονίκη

Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, θεσμός ιστορικός και κάποτε ζωντανός δείκτης της οικονομικής δυναμικής της χώρας, έχει μετατραπεί σταδιακά σε μια θλιβερή απομίμηση αυτού που θα μπορούσε –και θα όφειλε– να είναι. Η σημερινή της εικόνα περισσότερο θυμίζει ένα παρακμιακό υπαίθριο πανηγύρι παρά ένα διεθνές οικονομικό και εμπορικό γεγονός. Από τα παιδικά μας χρόνια, όσοι μεγαλώσαμε στη Θεσσαλονίκη, έχουμε τις ίδιες αναμνήσεις: μια βόλτα στα περίπτερα για μαύρη μπίρα, σουβλάκι και αδιάφορες περιηγήσεις ανάμεσα σε τρακτέρ γερμανικής προέλευσης. Στο μυαλό πολλών, η πιο έντονη ανάμνηση δεν είναι κάποιο καινοτόμο προϊόν, αλλά ο «Γύρος του Θανάτου», που λειτουργούσε περισσότερο ως αξιοθέατο από τα πραγματικά εκθέματα.

Η αδυναμία του κράτους να επανακαθορίσει το ρόλο της ΔΕΘ είναι ενδεικτική της συνολικής αποτυχίας του να διαμορφώσει ένα στρατηγικό σχέδιο για την οικονομία. Η υποτιθέμενη ένταξη της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας συνοδεύτηκε από την πλήρη παράδοση στις επιταγές των πολυεθνικών. Με τη συγκατάθεση πολιτικών τύπου Γεραπετρίτη, η Ελλάδα εγκλωβίστηκε σε ένα μοντέλο οικονομίας βασισμένο σε φτηνό εργατικό δυναμικό, τουριστικές υπηρεσίες χαμηλής παραγωγικότητας και κυρίως στην κατανάλωση προϊόντων που παράγονται εκτός συνόρων.

Την ίδια στιγμή, η χώρα αποτυγχάνει να προβάλλει τις δικές της δυνατότητες. Στη ΔΕΘ δεν διαφημίζουμε ούτε το κατίκι Δομοκού, πόσο μάλλον κάποιο υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόν. Τα υπουργεία με έδρα την Αθήνα ερχόντουσαν μέχρι πρότινος και πλήρωναν υπέρογκα ποσά για ενοικίαση περιπτέρων, τα οποία εξερευνούσαν επιφανειακά οι υπουργοί, συνοδευόμενοι από γραφικούς τοπικούς παράγοντες και δήμαρχους με στιλ δεκαετίας ’80. Η «παρέλαση» των πολιτικών κατέληγε συχνά σε φθηνού τύπου δημόσιες σχέσεις σε νυχτερινά μαγαζιά της πόλης, όπου γινόταν επίδειξη ισχύος και επίπλαστης οικειότητας, μπροστά στα βλέμματα των ντόπιων που έβλεπαν για άλλη μια φορά τις υποσχέσεις να ξεφουσκώνουν πριν καν οι αξιωματούχοι επιβιβαστούν στο αεροπλάνο της επιστροφής.

Οι πολιτικοί λόγοι στη ΔΕΘ διαχρονικά κατακλύζονται από φανφάρες περί του ρόλου της Θεσσαλονίκης ως «πύλης των Βαλκανίων». Από τον Καραμανλή τον πρεσβύτερο και τον Ανδρέα Παπανδρέου, μέχρι τον Σημίτη –και μετά, πολλοί σταμάτησαν να ασχολούνται καν με τις εξαγγελίες– η φράση αυτή επαναλαμβανόταν με τέτοια επιμονή που κατέληξε ανούσια. Η πραγματικότητα είναι ότι η Θεσσαλονίκη παραμένει μια πόλη χωρίς βασικές υποδομές: χωρίς σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο, με το έργο του μετρό ακόμα να μην έχει ολοκληρωθεί και με το λιμάνι της να μην έχει εξελιχθεί στο κομβικό κέντρο που κατά καιρούς υπόσχονται οι κυβερνήσεις.

Οι σκηνές εγκατάλειψης και αδιαφορίας αποτυπώνονται και στις αφηγήσεις της καθημερινότητας: γονείς που αποχαιρετούν τα παιδιά τους στον σταθμό Λαρίσης, φορτωμένα με σπιτικά μαγειρευτά για να αντέξουν οικονομικά τις σπουδές, ενώ το ταξίδι τους για τη Θεσσαλονίκη περιλαμβάνει ακόμα και στάσεις σε χωράφια, σε συνθήκες που απέχουν πολύ από εκείνες που υπόσχεται ένα σύγχρονο κράτος. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι ίδιοι οι πολιτικοί δεν φαίνεται να έχουν πραγματική αντίληψη της καθημερινής ζωής των πολιτών. Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προ ολίγων ετών, ανακοίνωνε χαμογελαστός την «εγκατάσταση» της κόρης του για σπουδές στη Νέα Υόρκη, πόσοι από τους γονείς που πασχίζουν να «συντηρήσουν» τα παιδιά τους σε ελληνικές πόλεις ένιωσαν ότι ο Πρωθυπουργός έχει επαφή με την πραγματικότητα;

Ως κάτοικος της Μακεδονίας, η αγανάκτηση δεν μπορεί παρά να γίνει φωνή. Από τη μεταπολίτευση και μετά, εκτός από διαψευσμένες υποσχέσεις, ελάχιστα ουσιαστικά έργα έχουν μείνει ως παρακαταθήκη στη Θεσσαλονίκη. Πού βρίσκονται τα μεγάλα έργα υποδομής, η αξιοποίηση της Σίνδου, η δημιουργία κόμβων τεχνολογίας, η αναβάθμιση των μεταφορών; Ακόμα και το μετρό, σύμβολο αστικής εξέλιξης, έχει μετατραπεί σε ανέκδοτο.

Η ΔΕΘ, όπως είναι σήμερα, δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό εργαλείο εθνικής οικονομικής πολιτικής. Δεν αποτελεί πλατφόρμα για την παρουσίαση μιας συγκροτημένης, φιλόδοξης στρατηγικής ανάπτυξης. Δεν είναι τόπος όπου εκφράζονται εθνικές προοπτικές. Είναι, πλέον, η βιτρίνα μιας κρατικοδίαιτης, ασθμαίνουσας οικονομίας που στερείται στόχευσης και φαντασίας. Αντί να παρουσιάζει με περηφάνια την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, περιορίζεται στο να επιδεικνύει τη διανομή επιδομάτων και κρατικών χρηματοδοτήσεων με αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα.

Η ετήσια αυτή διοργάνωση θα όφειλε να αποτελεί σύμβολο μιας Ελλάδας που εξελίσσεται, που σχεδιάζει το μέλλον με βάση την καινοτομία, τις επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Όχι ένας τόπος εξαγγελιών από πολιτικούς που αδυνατούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και των προσδοκιών των πολιτών. Μια χώρα δεν προοδεύει με χάρτινα λόγια, αλλά με πράξεις. Και η Θεσσαλονίκη, μετά από δεκαετίες λόγων, δικαιούται επιτέλους έργα.

Του Γιώργου Χατζηδημητρίου

Ετικέτες: