Η Ελλάδα θα πληρώνει δισεκατομμύρια ευρώ για την Ουκρανία
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να απορρίψει τα ελληνικά αιτήματα για τη σύνταξη ειδικής μελέτης δημοσιονομικού κόστους και για τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) στη διαχείριση των «παγωμένων» ρωσικών κεφαλαίων, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις υπέρ της Ουκρανίας και προμηνύει σημαντική επιβάρυνση για την Ελλάδα. Παρότι οι οριστικές αποφάσεις αναμένονται στις αρχές του 2026, η στάση των Βρυξελλών ουσιαστικά προδικάζει ότι η χώρα μας –όπως και οι υπόλοιποι εταίροι– θα συμμετάσχει υποχρεωτικά και χωρίς καμία δημοσιονομική εξαίρεση στη δαπανηρή αυτή διαδικασία.
Η σχεδιαζόμενη ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική προβλέπει τέσσερα στάδια. Πρώτον, η ΕΕ θα εκδώσει ένα ιδιότυπο «δάνειο πολεμικών επανορθώσεων» για να στηρίξει οικονομικά το Κίεβο, με εξόφληση που θα αρχίσει όταν και εφόσον η Ρωσία τερματίσει τις εχθροπραξίες και καταβάλει αποζημιώσεις. Δεύτερον, τα δάνεια αυτά θα χρηματοδοτηθούν από τους τόκους των ρωσικών κεφαλαίων που παραμένουν παγωμένα στο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα Euroclear, στο Βέλγιο. Τρίτον, τα κράτη-μέλη θα εγγυηθούν τα δάνεια. Και τέταρτον, κάθε κυβέρνηση θα μπορεί να επιλέξει αν η εθνική εγγύηση θα δοθεί σε ρευστό ή με άλλες μορφές κάλυψης.
Κατά το πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 23ης Οκτωβρίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επανέφερε διακριτικά το αίτημα για εκπόνηση μελέτης δημοσιονομικού κόστους, χωρίς όμως να επιμείνει ιδιαίτερα, καθώς η Κομισιόν είχε ήδη απορρίψει το αίτημα. Δεν προώθησε επίσης την ιδέα εμπλοκής του ESM, παρότι θα μπορούσε να μειώσει το βάρος για τα κράτη-μέλη μέσω κοινής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Το θέμα παραπέμφθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται προοπτική αλλαγής στάσης από την Επιτροπή.
Για την Ελλάδα, η βασική εκκρεμότητα αφορά τον συνυπολογισμό ή μη της εθνικής εγγύησης στο δημόσιο χρέος. Προς το παρόν υπάρχουν μόνο προφορικές διαβεβαιώσεις ότι το χρέος δεν θα επηρεαστεί, όμως η οριστική απάντηση θα εξαρτηθεί από την ερμηνεία των λογιστικών κανόνων της Eurostat, η οποία θα συντάξει ειδική έκθεση για κάθε χώρα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η έκθεση αυτή θα ενσωματώσει και τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους μετά το 2031, καθιστώντας κρίσιμη τη νομική διατύπωση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Στο παρασκήνιο, εξετάζεται η παροχή προσωρινής ρευστότητας προς τα κράτη-μέλη, ώστε να μπορέσουν να καταβάλουν τις εγγυήσεις. Ωστόσο, οι όποιες διευκολύνσεις θα είναι βραχυπρόθεσμες, αφού τα σχετικά ποσά θα αφαιρεθούν αργότερα από τα κονδύλια του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2021-2027 και από τα μελλοντικά προγράμματα της περιόδου 2028-2034. Με άλλα λόγια, η «διευκόλυνση» θα είναι λογιστική και όχι πραγματική.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και ο τρόπος επιβολής των εθνικών εγγυήσεων. Αν και αρχικά προτείνεται η συμμετοχή μιας «συμμαχίας των προθύμων», θεωρείται βέβαιο ότι μέσα σε λίγους μήνες η ρύθμιση θα γίνει υποχρεωτική για όλα τα κράτη-μέλη. Παράλληλα, η εξόφληση των δανείων προβλέπεται να γίνεται ετησίως, με επιμερισμό των εισφορών ανάλογα με το ΑΕΠ κάθε χώρας. Αυτό σημαίνει ότι και η ελληνική συμμετοχή θα υπολογίζεται και θα καταβάλλεται κάθε χρόνο, χωρίς σαφή ημερομηνία λήξης της υποχρέωσης.
Η Κομισιόν φρόντισε να αφήσει σκόπιμα ασαφή τη διατύπωση σχετικά με τη λήξη της ευρωπαϊκής στήριξης, αναφερόμενη όχι στο τέλος του πολέμου, αλλά στη λήξη του «πολέμου επιθετικότητας» της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Μια τέτοια «δημιουργική ασάφεια» επιτρέπει την παράταση των πληρωμών επ’ αόριστον, ακόμη και αν υπάρξει εκεχειρία ή παγωμένη σύγκρουση για χρόνια. Επομένως, η οικονομική επιβάρυνση μπορεί να αποδειχθεί μακροχρόνια και απρόβλεπτη.
Η πιθανότητα επιστροφής των χρημάτων των «27» εξαρτάται από το αν και πότε η Ρωσία θα αναγνωρίσει ευθύνες και θα καταβάλει επανορθώσεις στην Ουκρανία. Πρόκειται για εξαιρετικά απίθανο σενάριο, καθώς θα προϋπέθετε πολιτική αλλαγή στη Μόσχα και συμφωνία για αποζημιώσεις, κάτι που δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Στην πράξη, λοιπόν, οι ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αναλαμβάνουν ανοιχτές, πολυετείς και ενδεχομένως μη ανακτήσιμες δεσμεύσεις.
Υπάρχει τέλος και ο νομικός κίνδυνος. Αν και η Κομισιόν θεωρεί ότι πιθανές ρωσικές προσφυγές θα στραφούν μόνο κατά του Βελγίου, ως έδρας του Euroclear, τίποτα δεν αποκλείει η Μόσχα να εγείρει αξιώσεις κατά επενδύσεων ή περιουσιακών στοιχείων κρατών-μελών σε τρίτες δικαιοδοσίες. Ένα τέτοιο σενάριο θα δημιουργούσε νέα αβεβαιότητα, τόσο οικονομική όσο και πολιτική.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σύνθετη και εν δυνάμει δαπανηρή δέσμευση, για μια διαδικασία με ασαφές χρονοδιάγραμμα και απροσδιόριστο οικονομικό βάρος. Η μόνη δυνατότητα άμβλυνσης των επιπτώσεων είναι η προσεκτική διαπραγμάτευση των λεπτομερειών της τελικής συμφωνίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με στόχο τουλάχιστον τη νομική κατοχύρωση ότι οι εγγυήσεις δεν θα συνυπολογιστούν στο δημόσιο χρέος και ότι τυχόν ρευστότητα θα μετατραπεί σε πραγματική, όχι λογιστική, στήριξη. Μέχρι τότε, όμως, η χώρα οφείλει να προετοιμαστεί για μια νέα, μακρά περίοδο ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, που θα απαιτήσουν πολιτική προσοχή, δημοσιονομική ευελιξία και διαρκή διπλωματική επαγρύπνηση.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Η Τουρκία περικυκλώνεται στρατηγικά
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Πιο Πρόσφατα
Πίεση της ΕΕ στην Τεχεράνη: Ζητά την απελευθέρωση της Ναργκίς Μοχαμαντί
Όπλο και πυρομαχικά στο λιμάνι: Συναγερμός στην Ηγουμενίτσα