Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

15 Ιουλίου 2025

Ιατροδικαστική Πάτρας: Πόσοι φόνοι παιδιών παραμένουν κρυφοί και ανεξιχνίαστοι;

Η Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις πιο σοβαρές κρίσεις αξιοπιστίας που έχει γνωρίσει ποτέ το εγχώριο ιατροδικαστικό σύστημα, καθώς αποκαλύφθηκε ότι τουλάχιστον επτά παιδικοί θάνατοι, που αρχικά είχαν καταγραφεί ως παθολογικοί, στην πραγματικότητα αφορούσαν δολοφονίες. Η υπόθεση ήρθε στο φως μετά την ομολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου, μητέρας που παραδέχτηκε πως δολοφόνησε τέσσερα βρέφη, ανάμεσά τους το δικό της παιδί, την αδερφή της αλλά και το παιδί της κουμπάρας της. Αυτή η συγκλονιστική ομολογία αποτέλεσε τον καταλύτη για να ξεσκεπαστεί ένα εκτεταμένο πλέγμα σκανδάλων, το οποίο περιλαμβάνει εσφαλμένες ιατροδικαστικές εκθέσεις, ανεπαρκείς ελέγχους και πιθανά στοιχεία συγκάλυψης.

Οι γνωματεύσεις που υπέγραψε ο ιατροδικαστής Ανδρέας Γκότσης και οι παραλείψεις της γραμματείας υπό τον προϊστάμενο Σταύρο Αρβανιτάκη οδήγησαν στην άμεση αναστολή των καθηκόντων τους, μετά από σχετική απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδη. Ταυτόχρονα, αποφασίστηκε η προσωρινή αναστολή της λειτουργίας ολόκληρης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών μέχρι να ολοκληρωθεί μια πλήρης και ριζική αναδόμηση της υπηρεσίας.

Στις 14 Ιουλίου, κλιμάκιο της Γενικής Διεύθυνσης Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας πραγματοποίησε αιφνιδιαστική έφοδο στα γραφεία της Υπηρεσίας Πατρών, κατασχέθηκαν όλοι οι ιατροδικαστικοί φάκελοι της τελευταίας πενταετίας και ξεκίνησε εξονυχιστικός έλεγχος από ειδικούς επιστήμονες. Μεταξύ των φακέλων που εξετάζονται βρίσκονται περισσότερες από 100 υποθέσεις, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην υπόθεση της Ειρήνης Λαγούδη, η οποία μέχρι πρόσφατα είχε χαρακτηριστεί αυτοκτονία, αλλά πλέον η εγκυρότητα αυτού του πορίσματος αμφισβητείται έντονα.

Ιδιαίτερα σοκαριστική είναι η διαπίστωση ότι σε τρεις ξεχωριστές περιπτώσεις που αφορούν την Ειρήνη Μουρτζούκου, ο ίδιος ιατροδικαστής κατέγραψε ως αιτία θανάτου διάμεση πνευμονίτιδα παιδικής ηλικίας ή επιληπτικό ιστορικό, ενώ τα πραγματικά δεδομένα μαρτυρούσαν σημάδια υποξίας και ασφυκτικού μηχανισμού θανάτου. Αναλυτικά, τον Φεβρουάριο του 2021, το έξι μηνών παιδί της κουμπάρας της Μουρτζούκου πέθανε υπό την επίβλεψή της και η ιατροδικαστική έκθεση απέδωσε τον θάνατο σε παθολογικά αίτια. Ωστόσο, η επανεξέταση της υπόθεσης αποκάλυψε ότι το βρέφος είχε υποστεί ασφυξία.

Αντίστοιχα, τον Ιούνιο του 2022, το 19 ημερών βρέφος της Μουρτζούκου κατέληξε και πάλι η αρχική γνωμάτευση δεν κατέγραψε τα πραγματικά αίτια θανάτου, καθώς το έγκλημα είχε καλυφθεί με λανθασμένη ιατροδικαστική έκθεση. Τέλος, τον Οκτώβριο του 2023, το δύο μηνών βρέφος της Μουρτζούκου πέθανε στο Νοσοκομείο «Αγία Σοφία», όπου η γνωμάτευση απέδωσε τον θάνατο σε επιληπτικό επεισόδιο, το οποίο όμως αργότερα αναιρέθηκε πλήρως από τους ειδικούς, αφού δεν υπήρχε καμία σχετική ιατρική καταγραφή.

Οι αποκαλύψεις αυτές συνδέονται άμεσα με το βαρύ ιστορικό των σοβαρών ελλείψεων που φέρει το ιατροδικαστικό σύστημα στην Πάτρα, το οποίο είχε ήδη δοκιμαστεί από την πολύκροτη υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου. Στην υπόθεση αυτή, η ιατροδικαστής Αγγελική Τσιόλα, πρώην προϊσταμένη της Υπηρεσίας, είχε συντάξει μια αμφιλεγόμενη γνωμάτευση για τον θάνατο της μικρής Ίριδας, αποδίδοντάς τον σε σπάνια καρδιολογική πάθηση, την αγενεσία φλεβοκόμβου, η οποία όμως καταρρίφθηκε ως αβάσιμη από τις εισαγγελικές έρευνες και τους πραγματογνώμονες. Παρά τις αντιφάσεις και την αμφισβήτηση της γνωμάτευσης αυτής, η ίδια ιατροδικαστής αρνήθηκε να αναθεωρήσει πλήρως τη θέση της, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ασφυξίας, αλλά υπερασπιζόμενη το αρχικό πόρισμα. Η εισαγγελική έρευνα διερευνά πλέον εάν υπήρξε ψευδής κατάθεση εκ μέρους της.

Το πόρισμα των ιατροδικαστών Καρακούκη και Καλόγρηα ανέτρεψε τη μέχρι τότε εικόνα και οδήγησε στη δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου για τους θανάτους της Μαλένας και της Ίριδας. Η εισαγγελέας κυρία Δημοπούλου, η οποία έχει αναλάβει σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη των παθογενειών του κρατικού ιατροδικαστικού μηχανισμού, αναφέρθηκε με σκληρή γλώσσα σε εκείνους τους ιατροδικαστές που, όπως τόνισε, δεν έχουν συναίσθηση της ευθύνης τους.

Μίλησε για «ωχαδελφισμό», «αντιεπιστημονικότητα», «επιπολαιότητα», «αναξιοπιστία» και «σκοπιμότητες», ενώ έκανε λόγο και για «επιχειρούμενη συγκάλυψη της αλήθειας» γύρω από τους θανάτους των παιδιών της οικογένειας Δασκαλάκη. Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι η κατηγορούμενη, προκειμένου να καλύψει τα εγκλήματά της, βρήκε πρόσφορο έδαφος στον κύκλο συγκεκριμένων ιατροδικαστών, οι οποίοι μάλιστα αναθεώρησαν δημόσια και αντιφατικά τις απόψεις τους, γεγονός που προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση και οδήγησε σε καθυστερήσεις στην αποκάλυψη της αλήθειας. Η εισαγγελέας υπογράμμισε επίσης πόσο καταστροφικές υπήρξαν οι καθυστερήσεις αυτές, καθώς αν η εγκληματική φύση των θανάτων της Ίριδας και της Μαλένας είχε αναγνωριστεί εγκαίρως, η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, η Τζωρτζίνα, θα είχε γλιτώσει από τη δολοφονία που ακολούθησε.

Μετά το πέρας της δεύτερης δίκης της Ρούλας Πισπιρίγκου, και με την πρόταση της εισαγγελέως Δημοπούλου, τέσσερις ιατροδικαστές και ένας παθολογοανατόμος θα βρεθούν υπό διερεύνηση για το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης. Το δικαστήριο υιοθέτησε ομόφωνα την εισαγγελική πρόταση, ενώ ήδη, με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης, οι ιατροδικαστές Αγγελική Τσιόλα και Χριστίνα Τσάκωνα έχουν τεθεί σε αναστολή καθηκόντων για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Παράλληλα, στο φως των εξελίξεων τίθεται και η υπόθεση της Ειρήνης Λαγούδη, η οποία είχε αρχικά κλείσει ως αυτοκτονία, παρά τις πολλές αναπάντητες απορίες και αντιφάσεις σχετικά με τον τρόπο που βρέθηκε η σορός και τα ίχνη καύσης που δεν συνάδουν με το αρχικό πόρισμα. Η οικογένεια της Λαγούδη συνεχίζει να ζητά την επανεξέταση της υπόθεσης, επιμένοντας ότι ορισμένες πρακτικές και πορίσματα συγκεκριμένων ιατροδικαστών πρέπει να διερευνηθούν σε βάθος, ώστε να αποτραπούν στο μέλλον παρόμοια τραγικά λάθη ή σκοπιμότητες.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης, υπό το βάρος του σκανδάλου που έχει ξεσπάσει, έχει αναλάβει δράση για πλήρη εκκαθάριση του συστήματος. Η αναστολή λειτουργίας της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών συνοδεύεται από τη δέσμευση για ριζική αναδιοργάνωση και αυστηρούς ελέγχους, ώστε να αποδοθούν ευθύνες σε όλους τους υπεύθυνους. Οι φάκελοι που έχουν κατασχεθεί θα ελεγχθούν λεπτομερώς και για κάθε ύποπτη έκθεση θα κληθούν οι υπεύθυνοι να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Το «πρόσωπο-κλειδί», οι στοχευμένες δολοφονίες και η σιωπή των media

Η πρόσφατη απολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου στη δικαστική έρευνα για τον θάνατο του μικρού Παναγιωτάκη αποκαλύπτει σοβαρά και ανησυχητικά στοιχεία, τα οποία θέτουν υπό αμφισβήτηση τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η υπόθεση από τον δημόσιο λόγο και κυρίως από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης.

Στην απολογία της, η κατηγορούμενη προχωρά σε έναν αξιοσημείωτο διαχωρισμό: «Τα βρέφη ήταν ηλικίας έως έξι (6) μηνών, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν μεγάλο παιδί, ηλικίας δεκαπέντε (15) μηνών· τα υπόλοιπα βρέφη ήταν κορίτσια, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν αγόρι». Η επισήμανση αυτή δεν γίνεται τυχαία. Παραπέμπει σε προφίλ-στόχευση, σε μοτίβο επιλογής θυμάτων. Υπονοεί ότι η συγκεκριμένη πράξη δεν ήταν απομονωμένο ξέσπασμα ή αποτέλεσμα ψυχικής νόσου, αλλά μέρος μιας επαναλαμβανόμενης τακτικής με χαρακτηριστικά εγκληματικής διάκρισης.

Αυτό, σε συνδυασμό με την αναφορά σε «άλλο πρόσωπο» που έχει διαδραματίσει «καταλυτικό ρόλο» και με τη ρητή δήλωση ότι η ίδια δέχεται «συνεχείς και έντονες απειλές για τη ζωή της», θα έπρεπε να έχει κινητοποιήσει ευρύτερη θεσμική και δημοσιογραφική διερεύνηση. Αντιθέτως, ο δημόσιος διάλογος εξακολουθεί να παρουσιάζει την υπόθεση με όρους μεμονωμένου εγκλήματος, σχεδόν οικογενειακής τραγωδίας, ενώ οι καταγγελίες για δομή και ιεραρχία πίσω από τις δολοφονίες παραπέμπονται στο περιθώριο.

Η δημόσια παραδοχή γνωριμίας της Μουρτζούκου με την οικογένεια Πισπιρίγκου —και συγκεκριμένα με την αδερφή της Ρούλας, Δήμητρα— είτε μέσω συγκατοίκησης είτε μέσω κοινωνικών συναναστροφών, παρουσιάστηκε φευγαλέα από κάποια μέσα, αλλά σχεδόν καθόλου από τα μεγάλα, κεντρικά δελτία ή τους μεγάλους δημοσιογραφικούς οργανισμούς. Η αντίδραση της ίδιας ότι αυτό «δεν σχετίζεται με την υπόθεση» δεν αναιρεί τη σημασία της διασύνδεσης: ο ρόλος των δημοσιογράφων είναι να διερευνούν και όχι να υιοθετούν την υπερασπιστική γραμμή των υπόπτων.

Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι όσα περιγράφονται δεν αποτελούν θεωρητικές υποθέσεις ή “σενάρια συνωμοσίας”, αλλά καταγεγραμμένα σημεία απολογίας. Εφόσον υπάρχουν σαφείς νύξεις για ύπαρξη τρίτου προσώπου που καθοδηγεί ή καλύπτει εγκληματικές πράξεις, τότε μιλάμε για οργανωμένη δράση. Και αν σε αυτή τη δράση προσθέσουμε τις φήμες περί διακίνησης κακοποιητικού υλικού ανηλίκων με σκοπό την ηλεκτρονική του εκμετάλλευση —και αν αναλογιστούμε τη σύνδεση με προηγούμενες υποθέσεις που προκάλεσαν δημόσια κατακραυγή και ποινικές διώξεις—, τότε το ερώτημα είναι ένα:

Γιατί τα media σιωπούν;

Ποιοι λόγοι επιβάλλουν αυτή την αποστειρωμένη προσέγγιση; Φόβος διάψευσης; Νομικός αυτοπεριορισμός; Ή απλώς μια πολιτική απόφαση να μην «ανοίξει» ένα θέμα που θα μπορούσε να φέρει στην επιφάνεια διασυνδέσεις με υψηλά πρόσωπα ή ανεξέλεγκτους μηχανισμούς;

Η ελληνική κοινωνία έχει δικαίωμα να γνωρίζει. Και η Δικαιοσύνη οφείλει να ερευνήσει πλήρως κάθε νύξη περί εγκληματικής οργάνωσης με αντικείμενο την κακοποίηση παιδιών — ακόμη και αν αυτή εμπλέκει πρόσωπα υπεράνω υποψίας. Το ίδιο ισχύει και για την τέταρτη εξουσία: αν τα μέσα δεν ανοίξουν τον φάκελο αυτών των αποκαλύψεων, τότε απλώς συναινούν στη συγκάλυψη.

Η σιωπή των δημοσιογράφων είναι πλέον ηχηρή. Το ερώτημα είναι πόσο ακόμα θα κρατήσει. Γιατί αν η απολογία Μουρτζούκου επιβεβαιωθεί από στοιχεία, τότε μιλάμε για υπόθεση που μπορεί να επαναπροσδιορίσει το ίδιο το αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς.

Ετικέτες: