Σε μια περίοδο αυξανόμενης κοινωνικής κόπωσης και πολιτικής απονομιμοποίησης, η κυβέρνηση φαίνεται να αναζητεί διέξοδο μέσω μιας επικοινωνιακής αντεπίθεσης, η οποία –αν και καλυμμένη με φιλελεύθερο προσωπείο– χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, από χαρακτηριστικά παλαιοκομμουνιστικής πολιτικής πρακτικής. Η στρατηγική αυτή φαίνεται να αποσκοπεί στο να προσεγγίσει ένα κοινό εξαντλημένο από την κρίση, προσφέροντας οικονομικά επιδόματα ως «ελεημοσύνη» και υποσχέσεις για μελλοντικές παροχές, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της σχέσης εμπιστοσύνης με τον λαό ενόψει πιθανών –πρόωρων ή όχι– εκλογών.
Η αντίδραση των πολιτών ωστόσο δεν φαίνεται να συμβαδίζει με τους σχεδιασμούς του Μεγάρου Μαξίμου. Η συσσωρευμένη δυσαρέσκεια από τη σκληρή φορολόγηση, τη συνεχιζόμενη ακρίβεια και τη δυσκολία κάλυψης βασικών αναγκών μετά τα μέσα κάθε μήνα, πυροδοτεί οργή και απογοήτευση. «Δεν έχουμε να ζήσουμε, τα παιδιά μας είναι σε απόγνωση, και τώρα μας θυμούνται;», αναφέρει χαρακτηριστικά αγανακτισμένος πολίτης, εκφράζοντας μια οργή που –όπως όλα δείχνουν– είναι ευρέως διαδεδομένη.
Μετά τη σαρωτική ήττα σε πρόσφατη εκλογική διαδικασία, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του, αποπειρώνται, μέσω μίας επιθετικής επικοινωνιακής στρατηγικής, να μεταστρέψουν το κλίμα. Με επιλεκτικές διαρροές, υποσχέσεις περί «αντίστασης» σε εθνικά ζητήματα και ένα διαρκές σφυροκόπημα μέσω φιλικών προς την κυβέρνηση μέσων ενημέρωσης, προσπαθούν να δώσουν την εντύπωση πως λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους το «μήνυμα της κάλπης».
Ωστόσο, οι πολίτες φαίνεται να διατηρούν βαθύ σκεπτικισμό απέναντι σε αυτές τις κινήσεις. Όπως αναφέρουν πηγές με γνώση των κοινωνικών διεργασιών, το αφήγημα της «επανεκκίνησης» δεν πείθει, ενώ τα «επιδόματα της τελευταίας στιγμής» εκλαμβάνονται περισσότερο ως απόπειρα εξαγοράς ψήφων παρά ως ουσιαστική κοινωνική πολιτική.
Παράλληλα, οι συνεχείς επιθέσεις μέσω φιλικών μέσων σε όσους εκφράζουν δημόσια διαφωνίες με την κυβερνητική γραμμή –χαρακτηρίζοντάς τους περίπου ως «εχθρούς του κράτους»– δημιουργούν ένα τοξικό κλίμα πόλωσης και απαξίωσης του δημοσίου διαλόγου.
Η κυβέρνηση, μετά από έξι χρόνια σκληρής λιτότητας, συγκρούσεων σε θεσμικό και εθνικό επίπεδο και έντονης κοινωνικής αναταραχής, βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με μια πολιτική πραγματικότητα από την οποία δύσκολα θα εξέλθει αλώβητη. Τα ζητήματα της φτωχοποίησης, της διαφθοράς, της υποβάθμισης θεσμών, αλλά και οι επικείμενες εθνικές προκλήσεις –όπως οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά– συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα.
Κι ενώ η αντιπολίτευση εμφανίζεται είτε αποδυναμωμένη είτε διστακτική να αναλάβει πρωτοβουλίες, οι πολίτες δείχνουν πως αναζητούν μια νέα πολιτική αφήγηση. Στο παρασκήνιο, κύκλοι της διεθνούς σκακιέρας –με πρώτους τους παραδοσιακούς “συμμάχους”– φέρονται να έχουν αντιληφθεί την κόπωση του υφιστάμενου πολιτικού προσωπικού και να κινούνται ήδη προς την κατεύθυνση της ανάδειξης νέων, πιο «διαχειρίσιμων» παικτών για το μέλλον της χώρας.
Το πολιτικό σύστημα μοιάζει εγκλωβισμένο σε μια φάση μετάβασης. Και η Ελλάδα, σε μια κρίσιμη συγκυρία, φαίνεται να ετοιμάζεται για μια νέα πολιτική σελίδα – όχι απαραίτητα φωτεινότερη, αλλά σίγουρα διαφορετική.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Πιο Πρόσφατα
«Καποδίστριας»: Η ταινία που ξυπνά την αλήθεια πίσω από τον θρύλο
Η Προεδρία της Δημοκρατίας ως διακοσμητικός θεσμός