Την ενοχή των δύο κατηγορουμένων για τη δολοφονία του τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη τον Ιούλιο του 2024 εισηγήθηκε η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, κάνοντας λόγο για μία «κατά παραγγελία» εκτέλεση, προμελετημένη και άρτια σχεδιασμένη. Η εισαγγελική αρχή δεν περιορίστηκε στους δύο κατηγορούμενους, αλλά έβαλε στο κάδρο και τρίτο πρόσωπο, ζητώντας να διερευνηθεί αν είχε ρόλο ηθικού αυτουργού.
Κατά την εισήγησή της, η εισαγγελέας εμφανίστηκε βέβαιη ότι ο 45χρονος κατηγορούμενος ήταν ο εκτελεστής που πυροβόλησε το θύμα με δύο όπλα, ενώ απέδωσε στον συγκατηγορούμενό του τον ρόλο του συνεργού. Μίλησε για «ακλόνητες αποδείξεις και αδιάσειστα στοιχεία», τονίζοντας ότι οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων έχουν πλήρως καταρριφθεί.
Όπως υποστήριξε, ενισχύθηκαν οι υποψίες για εμπλοκή μεσίτη της Μυκόνου, με τον οποίο το θύμα είχε αντιδικία και τον οποίο ο εκτελεστής είχε συναντήσει δύο φορές πριν από το έγκλημα. Η ίδια ζήτησε να ερευνηθεί ο ρόλος του, εκτιμώντας ότι «είχε και το κίνητρο και τα οικονομικά μέσα», ενώ επικαλέστηκε και email προς το θύμα που, όπως είπε, μαρτυρούσε «βαθιά οργή».

Στην αγόρευσή της ανέλυσε σειρά στοιχείων που «δένουν» το κατηγορητήριο: τις κινήσεις του μαύρου σκούτερ και του λευκού Peugeot, την απόκρυψη των οχημάτων στο πάρκινγκ του συγκροτήματος όπου διέμενε η αδελφή του 45χρονου, τα βιντεοληπτικά ντοκουμέντα και την άρση απορρήτου. Όπως είπε, ο κατηγορούμενος επιθεώρησε τον χώρο την προηγούμενη ημέρα και την ημέρα της δολοφονίας πλησίασε το όχημα του θύματος και πυροβόλησε εξ επαφής. Απέρριψε δε τον ισχυρισμό του ότι είναι αριστερόχειρας, σημειώνοντας ότι η απόσταση ήταν τόσο μικρή ώστε η πλευρά δεν είχε σημασία.
Η εισαγγελέας στάθηκε και στο προφίλ του 45χρονου, υποστηρίζοντας ότι «η επιχειρηματική του δράση θα ήταν εντυπωσιακή, αν δεν ήταν παράνομη», ότι αναζητούσε «γρήγορο και εύκολο χρήμα» και πως εκεί πρέπει να αναζητηθεί το κίνητρο. Τόνισε επίσης ότι οι δύο κατηγορούμενοι δεν γνώριζαν το θύμα και πως ο σχεδιασμός του εγκλήματος κατέρρευσε επειδή «υποτίμησαν τις τεχνικές δυνατότητες της αστυνομίας ή υπερεκτίμησαν τις δικές τους».
Κλείνοντας, επανέλαβε ότι η υπόθεση φέρει όλα τα χαρακτηριστικά δολοφονίας κατ’ εντολήν, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο εμπλοκής ηθικού αυτουργού που, όπως είπε, «απομένει να αποκαλυφθεί».