Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

13 Νοεμβρίου 2025

Καταρρέει το ολοήμερο σχολείο: Η χειρότερη χρονιά της δεκαετίας για τη δημόσια εκπαίδευση

Η φετινή σχολική χρονιά καταγράφεται από εκπαιδευτικούς και γονείς ως η χειρότερη της τελευταίας δεκαετίας σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του ολοήμερου σχολείου. Μειωμένα τμήματα, ελλείψεις εκπαιδευτικών, καθυστερήσεις στις προσλήψεις και συγχωνεύσεις τάξεων συνθέτουν ένα τοπίο απογοήτευσης και ανασφάλειας. Την ίδια ώρα, το κενό που αφήνει το δημόσιο σύστημα καλύπτεται, σχεδόν «επίσημα» πλέον, από ιδιωτικά κέντρα μελέτης, τα οποία φτάνουν στο σημείο να παραλαμβάνουν παιδιά μέσα από τα δημόσια σχολεία.

Η ένταση ξεκίνησε λίγο μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, όταν εστάλη προς τα σχολεία η λεγόμενη «εγκύκλιος Παπαδομαρκάκη», η οποία εισήγαγε νέα κριτήρια για την αποδοχή μαθητών στο ολοήμερο πρόγραμμα. Ενώ ο νόμος προβλέπει καθολική πρόσβαση χωρίς προϋποθέσεις, η εγκύκλιος καθόριζε προτεραιότητα σε οικογένειες με δύο εργαζόμενους γονείς, σε μονογονεϊκές οικογένειες και σε παιδιά από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Η ρύθμιση αυτή, αν και παρουσιάστηκε ως μέτρο «ορθολογικής διαχείρισης», προκάλεσε αντιδράσεις από νομικούς και εκπαιδευτικούς κύκλους, οι οποίοι τόνισαν ότι μια εγκύκλιος δεν μπορεί να αναιρεί νόμο. Παρότι η εφαρμογή της σε ορισμένες περιοχές ήταν περιορισμένη, το μήνυμα που έστειλε ήταν ξεκάθαρο: τα τμήματα δεν φτάνουν για όλους.

Οι πραγματικές αιτίες της κατάρρευσης

Πέρα από την επίμαχη εγκύκλιο, η φετινή κρίση του ολοήμερου σχολείου αναδεικνύει βαθύτερα και πιο συστημικά προβλήματα του δημόσιου εκπαιδευτικού μηχανισμού.

Πρώτον, οι ελλείψεις εκπαιδευτικών είναι δραματικές. Το τρίτο κύμα προσλήψεων καθυστέρησε για εβδομάδες, αφήνοντας πολλά ολοήμερα σχολεία να λειτουργούν μόνο μέχρι συγκεκριμένη ώρα ή, σε αρκετές περιπτώσεις, να μη λειτουργούν καθόλου. Σε σχολεία της Αττικής, οι διευθυντές περιγράφουν μια κατάσταση όπου τμήματα μένουν χωρίς δάσκαλο έως και τον Νοέμβριο, ενώ συγχωνεύσεις μαθητών γίνονται απλώς για να «κλείσουν» οι ώρες.

Δεύτερον, η αύξηση του κόστους ζωής και η δυσκολία εξεύρεσης στέγης, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, οδηγούν πολλές οικογένειες σε μετακινήσεις εκτός πόλης. Το αποτέλεσμα είναι η αποδυνάμωση ολόκληρων σχολικών κοινοτήτων, η μείωση των εγγραφών και η τεχνητή συρρίκνωση των ολοήμερων τμημάτων — όχι γιατί μειώθηκε η ανάγκη, αλλά γιατί λιγότερα παιδιά παραμένουν στις γειτονιές τους.

Τρίτον, το εκπαιδευτικό σύστημα φαίνεται να λειτουργεί με «λογιστική» λογική και όχι παιδαγωγική. Αναπληρωτές τοποθετούνται την ημέρα του αγιασμού αντί για την 1η Σεπτεμβρίου, τμήματα που χρειάζονται παράλληλη στήριξη μένουν χωρίς, ενώ εκπαιδευτικοί μετακινούνται συνεχώς για να καλυφθούν κενά. Οι αριθμοί φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις ανάγκες των παιδιών.

Η πιο ανησυχητική εξέλιξη, σύμφωνα με μαρτυρίες γονέων και δασκάλων, είναι η διείσδυση των ιδιωτικών κέντρων μελέτης στη λειτουργία των δημόσιων σχολείων. Όπως καταγγέλλουν εκπαιδευτικοί, ιδιωτικοί φορείς στέλνουν λεωφορεία στα σχολεία για να παραλαμβάνουν μαθητές αμέσως μετά τη λήξη των μαθημάτων, αναλαμβάνοντας ρόλο που ανήκει στο ολοήμερο πρόγραμμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η διαδικασία αυτή γίνεται με την ανοχή ή την αδυναμία αντίδρασης της διοίκησης, καθώς δεν υπάρχει θεσμικός μηχανισμός ελέγχου.

Τα ιδιωτικά αυτά κέντρα λειτουργούν εκτός κάθε παιδαγωγικού ή κρατικού ελέγχου: δεν ελέγχονται για την εκπαίδευση του προσωπικού, τις συνθήκες μεταφοράς, ούτε για την ποιότητα του περιεχομένου τους. Παρότι προσφέρουν λύση για τους εργαζόμενους γονείς, ουσιαστικά καλύπτουν το κενό που αφήνει το κράτος, δημιουργώντας μια άτυπη αλλά υπαρκτή εκχώρηση του δημόσιου σχολείου στην ιδιωτική αγορά.

Εκπαιδευτικοί που υπηρετούν σε δημόσια σχολεία κάνουν λόγο για συστηματική αποδυνάμωση του ολοήμερου. Το πρόγραμμα «γυμνώνεται» από ειδικότητες, λείπουν αίθουσες σίτισης και μελέτης, οι υποδομές απαξιώνονται και ο χαρακτήρας του μετατρέπεται από εκπαιδευτικό σε απλή φύλαξη.

Η απώλεια εμπιστοσύνης των γονέων ενισχύει τον φαύλο κύκλο: όσο μειώνεται η συμμετοχή, τόσο περισσότερο συρρικνώνεται ο θεσμός, ανοίγοντας ακόμη περισσότερο τον δρόμο στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Στην πράξη, το δημόσιο σχολείο χάνει τον κοινωνικό του ρόλο, ενώ η αγορά εξωσχολικών σπουδών —παρότι απαγορεύεται ρητά στο δημοτικό επίπεδο— επεκτείνεται ανεξέλεγκτα.

Οι επιπτώσεις για οικογένειες και κοινωνία

Η αποδυνάμωση του ολοήμερου έχει βαθιές κοινωνικές επιπτώσεις. Οι οικογένειες επιβαρύνονται οικονομικά, ο προγραμματισμός της καθημερινότητας γίνεται δυσκολότερος και τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα πλήττονται δυσανάλογα. Γονείς που δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος των ιδιωτικών δομών αναγκάζονται να προσαρμόσουν τα ωράρια εργασίας τους ή να αφήνουν τα παιδιά χωρίς εποπτεία για ώρες.

Σε ευρύτερο επίπεδο, το φαινόμενο υπονομεύει το ίδιο το θεμέλιο της δημόσιας εκπαίδευσης. Αντί το κράτος να ενισχύει τον πιο σημαντικό θεσμό στήριξης της οικογένειας, επιτρέπει τη σταδιακή του αποδόμηση. Στη θέση ενός καθολικού, παιδαγωγικού μηχανισμού δημιουργείται ένα παράλληλο, ιδιωτικό, ανεξέλεγκτο σύστημα που διαιωνίζει τις κοινωνικές ανισότητες.

Το ολοήμερο, που σχεδιάστηκε για να λειτουργεί ως ασπίδα κοινωνικής ισότητας και στήριξης, μετατρέπεται σταδιακά σε προνόμιο όσων μπορούν να το πληρώσουν. Και σε αυτή την εξέλιξη, οι συνέπειες δεν περιορίζονται στο παρόν: διαμορφώνουν το μέλλον της εκπαίδευσης και της κοινωνικής συνοχής στη χώρα.

Ετικέτες: