Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Ο ανόητος φανατισμός των οπαδών

Ο ανόητος φανατισμός των οπαδών: Στο ελληνικό αθλητικό τοπίο, ακριβοπληρωμένοι επαγγελματίες παίκτες του ποδοσφαίρου και του μπάσκετ αγωνίζονται εκπροσωπώντας ομάδες που ανήκουν σε οικονομικά πανίσχυρους επιχειρηματίες. Οι ομάδες αυτές λειτουργούν υπό τη μορφή ανωνύμων εταιριών, με στόχο την εμπορική εκμετάλλευση του αθλητικού θεάματος.

Το κοινό των αγώνων, σε μεγάλο ποσοστό, αποτελείται από πολίτες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος. Μέρος των φιλάθλων αυτών εκδηλώνει έντονα συναισθήματα και συχνά ξεπερνά τα όρια της φίλαθλης συμπεριφοράς, φτάνοντας σε φραστικές και σωματικές επιθέσεις με υβριστικό και προσβλητικό περιεχόμενο. Η ακραία αυτή έκφραση πάθους από τους οπαδούς συνοδεύεται, ενίοτε, από δημόσιες αντιδράσεις των ιδιοκτητών των ομάδων, οι οποίες προσλαμβάνουν χαρακτηριστικά θεατρικότητας και εντυπωσιασμού.

Οι αρμόδιες αρχές και η πολιτεία, αν και είναι ενήμερες για τα φαινόμενα αυτά, συχνά επιδεικνύουν ανοχή. Το οικονομικό βάρος και η επιρροή που ασκούν οι εμπλεκόμενοι στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού φαίνεται να λειτουργούν αποτρεπτικά στην άμεση και ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Όταν η ένταση κλιμακώνεται και τα επεισόδια αποκτούν μεγάλη δημοσιότητα, τότε η κρατική αντίδραση περιορίζεται σε προσωρινά μέτρα, όπως η αναβολή αγωνιστικών, οι συσκέψεις μεταξύ κυβερνητικών αξιωματούχων και ιδιοκτητών ΠΑΕ ή ΚΑΕ και άλλα παρόμοια διοικητικά μέτρα.

Υπάρχουν γνωστές, αποτελεσματικές λύσεις, οι οποίες όμως δεν εφαρμόζονται. Ανάμεσα σε αυτές συγκαταλέγονται ο υποβιβασμός ομάδων που συνδέονται με επεισόδια, ο αποκλεισμός τους από διεθνείς διοργανώσεις και η αυστηρή τιμωρία των διοικήσεων που υποδαυλίζουν ή δεν αποτρέπουν τη βία. Παρά την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων, δεν εφαρμόζονται λόγω πολιτικού κόστους και οικονομικών συμφερόντων. Ωστόσο, μια πιθανή απουσία ιστορικών σωματείων από ευρωπαϊκές διοργανώσεις ή η συμμετοχή τους σε χαμηλότερες κατηγορίες δεν θα σήμαινε απαραίτητα την απώλεια της οπαδικής τους βάσης, η οποία δηλώνει συχνά πίστη “μέχρι τέλους”.

Η επιλογή αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αποτρεπτικό παράδειγμα, όμως φαίνεται να απορρίπτεται από το υπάρχον πολιτικό σύστημα, το οποίο αντιμετωπίζει ευρύτερα προβλήματα αξιοπιστίας και λειτουργικής αποτελεσματικότητας.

Σε πιο μακροπρόθεσμο επίπεδο, τίθεται το ζήτημα της παιδείας. Η δημιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θα προάγει την κριτική σκέψη και θα ενισχύει την πολιτισμένη συμμετοχή στα κοινά θεωρείται από πολλούς θεμελιώδης προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας. Ωστόσο, η υλοποίηση μιας τέτοιας μεταρρύθμισης θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς απαιτεί πολιτική βούληση, μακροχρόνιο σχεδιασμό και κοινωνική συναίνεση – στοιχεία που, σύμφωνα με τους επικριτές του πολιτικού συστήματος, δεν υφίστανται επαρκώς στην παρούσα φάση.

Η σύνδεση της εκλογικής επιρροής με τη διατήρηση φανατισμένων εκλογικών σωμάτων εγείρει επιπλέον ερωτήματα σχετικά με τη δυνατότητα των πολιτικών φορέων να δρομολογήσουν βαθιές και ουσιαστικές αλλαγές στον αθλητισμό και την κοινωνία.

Ετικέτες: