Σε οξεία σύγκρουση έχει εξελιχθεί η πολιτική αντιπαράθεση με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών, καθώς η κυβέρνηση κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι επιχειρεί να μετατρέψει ένα εθνικό πένθος σε εργαλείο πολιτικής εκμετάλλευσης. Με τις πολιτικές εντάσεις να κλιμακώνονται, κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή εκμετάλλευσης του δράματος με στόχο τη συγκέντρωση μικροκομματικών οφελών. Εν μέσω πυκνών δηλώσεων και ανταλλαγής ανακοινώσεων μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, καθίσταται σαφές πως η υπόθεση των Τεμπών δεν εξελίσσεται μόνο σε αντικείμενο διερεύνησης και απονομής ευθυνών, αλλά και σε εστία έντονης πολιτικής σύγκρουσης. Το κλίμα αναμένεται να βαρύνει ακόμη περισσότερο, καθώς το ΠΑΣΟΚ αναμένεται να καταθέσει σήμερα πρόταση για σύσταση προανακριτικής επιτροπής, γεγονός που προσδίδει νέα διάσταση στην αντιπαράθεση.
Σε υψηλούς τόνους συνεχίζεται η πολιτική αντιπαράθεση με φόντο την τραγωδία των Τεμπών, καθώς κυβερνητικές πηγές εξαπολύουν σφοδρή κριτική κατά της αντιπολίτευσης. Όπως τονίζουν, τίθεται πλέον μείζον πολιτικό ζήτημα για τα κόμματα που έχουν καταθέσει δύο προτάσεις μομφής, υποστηρίζοντας ότι βασίζονται σε θεωρίες συνωμοσίας οι οποίες, όπως υποστηρίζουν, καταρρίπτονται συνεχώς το τελευταίο διάστημα. Οι ίδιες πηγές αναγνωρίζουν την τραγική διάσταση της υπόθεσης και επισημαίνουν ότι οι ευθύνες υπάρχουν και πρέπει να αποδοθούν, ειδικά απέναντι στους συγγενείς των θυμάτων που βιώνουν την απώλεια με τον πιο σκληρό τρόπο. Ωστόσο, τονίζουν πως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η εργαλειοποίηση της τραγωδίας για πολιτική εκμετάλλευση. Κατηγορούν ευθέως την αντιπολίτευση ότι κατασκεύασε αφηγήματα και προώθησε συνωμοσιολογικές θεωρίες πάνω στα συντρίμμια μιας εθνικής συμφοράς, λειτουργώντας αποκλειστικά με όρους μικροπολιτικού συμφέροντος και χωρίς κανένα ενδιαφέρον για την ουσιαστική αναζήτηση της αλήθειας.
Σε μια ακόμα αιχμηρή τοποθέτηση εν μέσω της πολιτικής θύελλας γύρω από την τραγωδία των Τεμπών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης τόνισε ότι η κυβέρνηση δεν επιδιώκει ρεβάνς, παρά το γεγονός ότι, όπως είπε, τα τελευταία δύο χρόνια βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα ανίερο και μεθοδευμένο αντικυβερνητικό μέτωπο, το οποίο εκμεταλλεύτηκε τον πόνο των 57 οικογενειών των θυμάτων. Ο ίδιος κατήγγειλε ότι η κριτική που δέχθηκε η κυβέρνηση ξεπέρασε κάθε όριο ηθικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, με ψευδείς αφηγήσεις, επινοημένες επιθέσεις κατά υπουργών και δημόσια διαπόμπευση χωρίς αποδείξεις. «Μας κρέμασαν στα μανταλάκια χωρίς κανόνες, με λαϊκά δικαστήρια και καταδίκες προτού ολοκληρωθεί η ανάκριση», ανέφερε χαρακτηριστικά. Υποστήριξε ότι κατασκευάστηκαν ένοχοι και δολοφονήθηκαν χαρακτήρες, ενώ τώρα που, κατά τον ίδιο, οι θεωρίες συνωμοσίας καταρρίπτονται μία προς μία, κάλεσε να επικρατήσει σεβασμός στον πόνο των οικογενειών και να αφεθεί η Δικαιοσύνη να επιτελέσει απερίσπαστη το έργο της.
Η πολιτική ένταση γύρω από την υπόθεση των Τεμπών κλιμακώνεται μετωπικά, με την κυβέρνηση να στρέφει τα πυρά της κατά της Χαριλάου Τρικούπη. Κυβερνητικά στελέχη κατηγορούν ανοιχτά το ΠΑΣΟΚ ότι συμμετείχε επί τρεις μήνες σε μια «άθλια εργαλειοποίηση του ανθρώπινου πόνου», όπως τη χαρακτηρίζουν, για να αντλήσει μικροπολιτικά οφέλη από μια εθνική τραγωδία που ερευνάται με σοβαρές ποινικές προεκτάσεις από τη Δικαιοσύνη — και όχι, όπως υπογραμμίζουν, από αυτόκλητους δικαστές ή πολιτικούς. Ιδιαίτερα στο στόχαστρο βρίσκεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, με σειρά αιχμηρών ερωτημάτων από «γαλάζια» στελέχη: «Αν ήταν πραγματικά θεσμικός, όπως διατείνεται, γιατί δεν περίμενε το επίσημο πόρισμα του Πολυτεχνείου; Γιατί δεν σεβάστηκε τη διαδικασία και τα πορίσματα των ανακριτικών αρχών πριν καταθέσει πρόταση δυσπιστίας και ζητήσει την πτώση της κυβέρνησης;». Η κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να φέρει την αντιπολίτευση προ των ευθυνών της, κατηγορώντας την ότι παραβίασε κάθε θεσμικό και ηθικό όριο, επιλέγοντας να χτίσει αντιπολιτευτικό αφήγημα πάνω στην οδύνη.
Η πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ αναμένεται να ενταθεί τις επόμενες εβδομάδες, με την κυβέρνηση να στοχεύει ευθέως στο μετριοπαθές, κεντρώο κοινό. Το κοινό αυτό θεωρείται κρίσιμο και για τα δύο κόμματα, γεγονός που αναζωπυρώνει τη μεταξύ τους αντιπαράθεση. Στελέχη της Νέας Δημοκρατίας εκτιμούν ότι το ΠΑΣΟΚ υιοθετεί ολοένα και πιο ακραία ρητορική, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια γύρω από την υπόθεση των Τεμπών, και σχεδιάζουν κλιμάκωση των επιθέσεων προς τη Χαριλάου Τρικούπη. Στόχος είναι να πλήξουν την εικόνα θεσμικότητας και μετριοπάθειας που επιχειρεί να διατηρήσει ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρουσιάζοντας το κόμμα του ως δύναμη όξυνσης και όχι υπευθυνότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ν.Δ. προβάλλει ως βασικό μήνυμα την ανάγκη σεβασμού των θεσμών και της Δικαιοσύνης, καταγγέλλοντας το ΠΑΣΟΚ για εργαλειοποίηση της τραγωδίας και διχαστική τακτική.
Σήμερα αναμένεται να κατατεθεί από το ΠΑΣΟΚ η πρόταση για σύσταση προανακριτικής επιτροπής με επίκεντρο την υπόθεση των Τεμπών, μια κίνηση που κλιμακώνει την πολιτική πίεση προς την κυβέρνηση και φέρνει στο προσκήνιο κρίσιμες αποφάσεις για τη Νέα Δημοκρατία. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο κυβερνών κόμμα εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο να κατατεθεί χωριστή πρόταση για την παραπομπή του πρώην υπουργού Κώστα Καραμανλή με βάση πλημμεληματικές κατηγορίες, χωρίς να περιλαμβάνονται οι τότε υφυπουργοί. Η επιλογή αυτή θα συνιστούσε μια κίνηση στρατηγικής εξισορρόπησης, με στόχο να αποτραπεί η εντύπωση συγκάλυψης, την οποία η αντιπολίτευση επιχειρεί να ενισχύσει.
Στο «γαλάζιο» στρατόπεδο γνωρίζουν ότι το ΠΑΣΟΚ θα επιχειρήσει να καρπωθεί πολιτικά οφέλη από την πρωτοβουλία του και επιδιώκουν να μην του αφήσουν περιθώρια να εμφανιστεί ως μοναδικός εκφραστής της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Σε αυτή τη λογική, θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως θα υπάρξει δημόσια δέσμευση από τη Ν.Δ. ότι θα σεβαστεί οποιοδήποτε μεταγενέστερο αίτημα του δικαστικού συμβουλίου για ενδεχόμενη αναβάθμιση του κατηγορητηρίου, μετά την ολοκλήρωση της ανακριτικής διαδικασίας. Ωστόσο, πριν προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση, η κυβερνητική ηγεσία προτιμά να περιμένει πρώτα να δει το περιεχόμενο και την εμβέλεια της πρότασης της Χαριλάου Τρικούπη, ώστε να αποφασίσει την τελική της στάση με βάση το πολιτικό και θεσμικό πεδίο που θα διαμορφωθεί.
Η Νέα Δημοκρατία χαράσσει γραμμή θεσμικής άμυνας και επιλεκτικής ανοικτότητας ενόψει της πρότασης προανακριτικής που καταθέτει το ΠΑΣΟΚ, με κυβερνητικές πηγές να επισημαίνουν πως οι αποφάσεις θα βασιστούν αποκλειστικά σε πραγματικά δεδομένα και όχι σε πολιτικές σκοπιμότητες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, «ήδη έχει παραπεμφθεί στο Δικαστικό Συμβούλιο ένας άνθρωπος, ο κ. Τριαντόπουλος, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία ή μαρτυρίες σε βάρος του, ακριβώς επειδή δεν θέλαμε να υπάρχει καμία σκιά». Το μήνυμα είναι σαφές: καμία απόκλιση από την αρχή «όλα στη Δικαιοσύνη».
Στο ίδιο πλαίσιο, τονίζουν ότι οποιαδήποτε μελλοντική στάση θα εξαρτηθεί από τη φύση της πρότασης που θα κατατεθεί, από το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου και από την ύπαρξη ουσιαστικών τεκμηρίων. «Αν υπάρχουν δεδομένα βασισμένα στη Δικαιοσύνη και όχι σε ιδεοληψίες και φαντασιώσεις της αντιπολίτευσης, τότε δεν έχουμε κανέναν λόγο να πούμε όχι», σημειώνουν με νόημα. Το κυβερνητικό μήνυμα είναι πως δεν πρόκειται να λειτουργήσουν ούτε με όρους συγκάλυψης ούτε με πολιτικές σκοπιμότητες – αλλά με θεσμική συνέπεια και σεβασμό στη δικαστική διαδικασία.
Η κυβέρνηση εντείνει τη ρητορική της απέναντι στην αντιπολίτευση, επιμένοντας ότι επιχειρείται η μετατροπή μιας ποινικής υπόθεσης σε πολιτικό όπλο. Κυβερνητικές πηγές υπογραμμίζουν πως υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα σε όσα εξετάζει η Δικαιοσύνη και σε αυτά που υπαγορεύονται από πολιτικές σκοπιμότητες, κατηγορώντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης ότι «μέχρι τώρα έχουν δείξει πως θέλουν να μετατρέψουν τη χώρα σε ένα απέραντο δικαστήριο». Τονίζουν πως τα επιχειρήματα που έχουν ακουστεί δημοσίως είναι απολύτως ενδεικτικά αυτής της πρόθεσης και στερούνται νομικής και λογικής βάσης.
Ειδικά στο επιχείρημα ότι «αφού ο υφιστάμενος κατηγορείται για κακούργημα, τότε πρέπει να κατηγορηθεί και ο προϊστάμενος για το ίδιο αδίκημα», οι ίδιες πηγές απαντούν ότι πρόκειται για προσέγγιση που δεν στέκει ούτε νομικά ούτε λογικά. Η θέση της Νέας Δημοκρατίας, όπως διαμορφώνεται, είναι πως η Δικαιοσύνη πρέπει να λειτουργήσει απερίσπαστη, χωρίς να φορτώνεται με πολιτικά υπονοούμενα, και ότι η εργαλειοποίηση ποινικών διαδικασιών για πολιτικά οφέλη είναι επικίνδυνη για τη θεσμική ισορροπία.
Αποφασισμένη να μην παγιδευτεί σε μια μονοθεματική πολιτική ατζέντα γύρω από την υπόθεση των Τεμπών, η κυβέρνηση σχεδιάζει σταδιακή μετατόπιση του δημόσιου διαλόγου σε πεδία που θεωρεί ότι διαθέτει πλεονέκτημα και απήχηση στο εκλογικό σώμα. Στόχος είναι να ανακτηθεί ο έλεγχος της πολιτικής συζήτησης, με έμφαση στην οικονομία, ενόψει και του πακέτου μέτρων που θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ, με βασικούς άξονες τις φοροαπαλλαγές και τη στήριξη της μεσαίας τάξης.
Παράλληλα, στο κυβερνητικό επιτελείο δίνουν βάρος σε ζητήματα που αγγίζουν την καθημερινότητα των πολιτών, όπως η παιδεία, η υγεία και ο εκσυγχρονισμός του δημοσίου τομέα. Η στρατηγική είναι σαφής: πολιτική αντεπίθεση μέσω θετικής ατζέντας, με πρωτοβουλίες που μπορούν να επαναφέρουν την πολιτική σταθερότητα και να αποτρέψουν τη διολίσθηση σε ένα τοξικό περιβάλλον διαρκούς αντιπαράθεσης. Με αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση επιχειρεί να στείλει μήνυμα διακυβέρνησης και όχι απλώς διαχείρισης κρίσεων.
Με σαφές μήνυμα μηδενικής ανοχής απέναντι στην ανομία στα πανεπιστήμια, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε σήμα συνέχισης της επιχείρησης αποκατάστασης της νομιμότητας στον ακαδημαϊκό χώρο. Στην καθιερωμένη εβδομαδιαία ανάρτησή του, τόνισε ότι η μάχη κατά της ανομίας στα ΑΕΙ είναι διαρκής και πως «έχουμε πολλή δουλειά ακόμα».
Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι τα πανεπιστήμια ανήκουν στους φοιτητές και τους καθηγητές και όχι σε μειοψηφίες που επιχειρούν να καλύψουν εγκληματικές πρακτικές πίσω από ιδεολογικά προσχήματα άλλων εποχών. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «αυτή η κατάσταση δεν μπορεί, δεν πρέπει και δεν θα γίνεται ανεκτή από κανέναν». Με τη δήλωση αυτή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επαναφέρει ψηλά στην ατζέντα το ζήτημα της ασφάλειας στα πανεπιστήμια, στέλνοντας παράλληλα μήνυμα σε όσους επιχειρούν να διατηρήσουν εστίες έντασης υπό τον μανδύα πολιτικής δράσης.
Στο επίκεντρο της κυβερνητικής ατζέντας επανέρχονται ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία του δημόσιου τομέα, με έμφαση στην εφαρμογή της αξιολόγησης, την οποία η κυβέρνηση παρουσιάζει ως κρίσιμο εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση των υπηρεσιών προς τον πολίτη. Η επιλογή αυτή ενισχύεται και από την κοινωνική αποδοχή που φαίνεται να συγκεντρώνει η συγκεκριμένη πολιτική: σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Marc, η οποία δημοσιεύθηκε σε κυριακάτικη εφημερίδα, το 88% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι «συμφωνεί» ή «μάλλον συμφωνεί» με την αξιολόγηση στο Δημόσιο.
Το εύρημα αυτό θεωρείται ενδεικτικό της ώριμης στάσης της κοινωνίας απέναντι στην ανάγκη για αλλαγές στη δημόσια διοίκηση και δίνει στην κυβέρνηση πολιτική ώθηση να προχωρήσει πιο δυναμικά στην υλοποίηση της σχετικής μεταρρύθμισης. Στόχος είναι να εμπεδωθεί η λογική της αποτελεσματικότητας και της λογοδοσίας, περιορίζοντας τις παθογένειες και τον εφησυχασμό που συχνά χαρακτηρίζουν τον κρατικό μηχανισμό.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»
Σαμαράς: «Το 2026 απαιτεί αλήθεια και ευθύνη»