Σημίτης: Ο αρχιτέκτονας μιας πολιτικής που οδήγησε σε διάβρωση και καταστροφή
Ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών, υπήρξε ο πιο επιδραστικός Έλληνας πρωθυπουργός από το 1974 και μετά, και μάλιστα με έναν τρόπο που ενδεχομένως να μην τον είχε προβλέψει κανείς. Παρά το γεγονός ότι ο χαρακτήρας του και το πολιτικό του στυλ χαρακτηρίζονταν από μετριοπάθεια και μια αίσθηση αποστασιοποίησης από τα μεγάλα πάθη και τις πολιτικές εντάσεις που σημάδεψαν άλλους ηγέτες της μεταπολίτευσης, η πολιτική του κληρονομιά έχει αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη της στη σύγχρονη Ελλάδα.
Ο Σημίτης και οι διεθνείς επιρροές της δεκαετίας του ’90
Η πολιτική του Σημίτη επηρεάστηκε καθοριστικά από τα ιδεολογικά ρεύματα της δεκαετίας του ’90, μια περίοδο κατά την οποία οι διεθνείς πολιτικές συνθήκες άλλαξαν ριζικά. Η άνοδος του Τόνι Μπλαιρ στη Βρετανία και του Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ, οι οποίοι υιοθέτησαν πολιτικές συνδυάζοντας φιλελεύθερη οικονομία και κοινωνική πολιτική, είχε έναν έντονο αντίκτυπο και στην Ελλάδα. Ο Σημίτης, αντί να επιμείνει στις παραδοσιακές σοσιαλιστικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ, υιοθέτησε έναν μοντέρνο, φιλελεύθερο προσανατολισμό και προώθησε την πολιτική της συναίνεσης, μετατρέποντας την Ελλάδα σε έναν από τους πιο πιστούς συμμάχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αυτό το πλαίσιο, ωστόσο, οδήγησε και στην υιοθέτηση μιας στρατηγικής που για πολλούς υπήρξε καταστροφική για την ελληνική οικονομία και κοινωνία μακροπρόθεσμα. Στηρίχθηκε στην προσδοκία ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτυχθεί μέσω της ένταξής της στην Ευρωζώνη και της συνεχιζόμενης χρηματοδότησης από την ΕΕ, ενώ παράλληλα παραμελήθηκαν αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα επέτρεπαν στην οικονομία να γίνει πιο ανταγωνιστική και βιώσιμη.
Σημίτης και το μοντέλο της «φιλελέφτ συναίνεσης»
Η έννοια της “φιλελεύθερης συναίνεσης” που εισήγαγε ο Σημίτης στην Ελλάδα είναι ένα από τα κεντρικά σημεία της πολιτικής του κληρονομιάς. Αυτή η πολιτική εδραζόταν στην ιδέα ότι η χώρα θα έπρεπε να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, αλλά χωρίς να θίγονται οι μεγάλοι πυλώνες του κράτους πρόνοιας, παράλληλα με τη διαρκή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και στήριξη. Αυτό το μοντέλο δημιούργησε ένα σύστημα που διατηρούσε την κοινωνική ηρεμία και εξασφάλιζε την υποστήριξη των ελίτ, οι οποίες απολάμβαναν από τη μία πλευρά τα πλεονεκτήματα της ενσωμάτωσης στην ΕΕ και από την άλλη πλευρά τις εύκολες λύσεις που προσέφερε το μεγάλο και αναποτελεσματικό κράτος.
Οι επόμενες κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως κόμματος, συνέχισαν την πολιτική αυτή με διάφορους τρόπους, παραμένοντας σε γενικές γραμμές πιστές στο “μοντέλο Σημίτη”, χωρίς όμως να καταφέρουν να επιλύσουν τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Όπως και στην περίπτωση του “εκσυγχρονισμού”, η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να περάσει σε μια αναπτυξιακή πορεία που θα της επέτρεπε να ανταγωνιστεί πραγματικά τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η Ελλάδα του Σημίτη: Προτεκτοράτο των Βρυξελλών
Η εποχή Σημίτη και η πολιτική που εφάρμοσε υπήρξε καθοριστική για τη μετατροπή της Ελλάδας σε ένα είδος «προτεκτοράτου» των Βρυξελλών. Η ένταξη στην Ευρωζώνη και η συνεχής εξάρτηση από την ΕΕ για οικονομική στήριξη δημιούργησαν ένα πλαίσιο στο οποίο η ελληνική οικονομία βασιζόταν κυρίως στα ευρωπαϊκά κονδύλια και στις δανειοδοτήσεις, χωρίς να αναπτύσσεται πραγματικά μια αυτοδύναμη και ανταγωνιστική παραγωγική βάση.
Η «δημιουργική λογιστική», όπως αποκαλούνταν οι μέθοδοι χειρισμού των δημοσιονομικών στοιχείων που ακολουθήθηκαν επί Σημίτη, βοήθησε τη χώρα να διατηρήσει μια εικόνα οικονομικής ευρωστίας, αλλά στην πραγματικότητα απέκρυπτε τις αδυναμίες του συστήματος και τις βαθύτερες δημοσιονομικές ανισορροπίες. Παράλληλα, το σύστημα αυτό ενίσχυσε τη διαπλοκή και την εξάρτηση των μεγάλων επιχειρηματιών από το κράτος, διατηρώντας παράλληλα την αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα και τις στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς.
Οι αποτυχίες του «μοντέλου Σημίτη»
Ο Σημίτης είχε επανειλημμένα υποστηρίξει ότι η Ελλάδα δεν θα ακολουθήσει το μοντέλο των χαμηλών φόρων και κρατικών δαπανών που ακολούθησε η Ιρλανδία, τη γνωστή “κελτική τίγρη”. Είχε απορρίψει τη δυνατότητα να γίνουμε «Ιρλανδία», μια χώρα με μικρό κράτος και υψηλή ανάπτυξη μέσω της ελεύθερης αγοράς και των διεθνών επενδύσεων. Ωστόσο, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιρλανδίας έχει φτάσει στο 212% του μέσου όρου της ΕΕ, το αντίστοιχο της Ελλάδας παραμένει μόλις στο 67%, και αυτό παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα ακολούθησε πιστά τη «συνταγή» Σημίτη.
Αυτό δείχνει με τραγικό τρόπο ότι η επιλογή του Σημίτη για μια οικονομία βασισμένη στην κρατική χρηματοδότηση και τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, χωρίς να καταβάλλει τις αναγκαίες προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας, οδήγησε σε μια «ανεπιτυχή ανάπτυξη», η οποία δεν έφερε την πραγματική ευημερία για την πλειονότητα του πληθυσμού.
Η πολιτική κληρονομιά και οι συνέπειες για τη χώρα
Τα επόμενα χρόνια, οι εγχώριες ελίτ και τα φερέφωνά τους θα συνεχίσουν να εξυμνούν τον Κώστα Σημίτη και το έργο του, όπως κάνουν ήδη για πολλά χρόνια. Για αυτούς, ο Σημίτης ήταν ο άνθρωπος που έφερε την πολιτική σταθερότητα, εξασφάλισε την ένταξη στην Ευρωζώνη και δημιούργησε ένα πολιτικό και οικονομικό σύστημα που τους ευνοούσε.
Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως οι πολιτικές του Σημίτη είχαν ολέθριες συνέπειες για τη χώρα. Η Ελλάδα, αντί να προχωρήσει σε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, παρέμεινε εγκλωβισμένη σε ένα μοντέλο εξάρτησης και αναποτελεσματικότητας. Οι πληγές που άφησε αυτό το μοντέλο στην ελληνική οικονομία και κοινωνία θα χρειαστούν δεκαετίες για να επουλωθούν, και οι επιπτώσεις αυτών των πολιτικών θα γίνονται αισθητές για πολλές γενιές ακόμα.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Πιο Πρόσφατα