Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Το μέγα σκάνδαλο του ισλαμικού εποικισμού της Ελλάδας

Η πραγματικότητα που εκτυλίσσεται στα μεγάλα αστικά κέντρα θυμίζει κράτος σε παρατεταμένη αφασία: σύνορα διάτρητα, μηχανισμοί ελέγχου υπολειτουργικοί, ένα σύστημα ασύλου που σέρνεται ανάμεσα σε πρόχειρες διαδικασίες και πολιτική δειλία, και μια καθημερινότητα που για χιλιάδες ανθρώπους μεταφράζεται σε φόβο. Το αφήγημα της «ευνομίας» καταρρέει όταν η εγκληματικότητα με αλλοδαπούς δράστες παρελαύνει στα δελτία συμβάντων, ενώ οι κυβερνήσεις εναλλάσσονται σαν να μην τρέχει τίποτα. Η χώρα μοιάζει αφύλακτη και οι πολίτες εγκαταλειμμένοι να πληρώνουν—με φόρους, με ανασφάλεια, με αίμα.

Οι προειδοποιήσεις για τη ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης δεν είναι πια ρητορική. Η αναφορά του Τραμπ από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ότι οι αλλοδαποί αποτελούν πάνω από τους μισούς κρατούμενους στις ελληνικές φυλακές λειτούργησε σαν καμπανάκι που κανείς δεν μπορεί να προσποιηθεί ότι δεν άκουσε. Το σοκ ακολούθησαν οι συνήθεις διαρροές «κύκλων» και «πηγών», όμως τα περιστατικά στον δρόμο δεν είναι κύκλοι· είναι μαχαίρια, σπασμένα μπουκάλια, ληστείες, τραυματισμένοι περαστικοί και αστυνομικοί. Και, κυρίως, είναι ένα διοικητικό χάος: άνθρωποι που μπήκαν παράνομα, έλαβαν άδεια, συνελήφθησαν ξανά και ξανά, έμειναν με ληγμένα έγγραφα και—ωστόσο—παρέμειναν εδώ, ανεμπόδιστοι.

Το πολιτικό ερώτημα είναι αμείλικτο: γιατί το κράτος, το οποίο συντηρούν από το υστέρημά τους οι πολίτες, αδυνατεί να εφαρμόσει τα στοιχειώδη; Γιατί δεν κινεί άμεσα διαδικασίες απέλασης όπου προβλέπεται; Πόσο κοστίζει πραγματικά ο μηχανισμός διαμονής, σίτισης, υγειονομικής φροντίδας και διαχείρισης αιτημάτων ασύλου; Ποιος ελέγχει, με ονόματα και αρμοδιότητες, τις υπηρεσίες που εγκρίνουν καθεστώς προστασίας χωρίς επαρκείς δικλίδες; Και γιατί μέρος της Δικαιοσύνης αφήνει να επιστρέφουν στον δρόμο πρόσωπα με βαρύ ποινικό φορτίο, μετατρέποντας την πρόληψη σε ευχολόγιο;

Η εικόνα περιγράφεται με αριθμούς που δεν σηκώνουν ωραιοποιήσεις: τρίτη ταχύτερη δημογραφική απώλεια παγκοσμίως, σενάριο πληθυσμού έως τα 7 εκατ. μέχρι το 2030, πάνω από 750 σχολεία κλειστά — με αιχμή την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η χώρα μικραίνει, γερνά και αδειάζει, ενώ η διοίκηση επιμένει σε μπαλώματα.

Στον οικονομικό άξονα, το αφήγημα της «φθηνής εργασίας» ως πανάκεια έχει μετατραπεί σε βολικό άλλοθι. Μελέτες που δίνουν οριακή συνεισφορά της μαζικής μετανάστευσης στο ΑΕΠ έως το 2030 αντιμετωπίζονται σαν υποσημειώσεις, την ώρα που οι χαμηλότερες αμοιβές των μεταναστών παγιώνουν μισθολογικό ντάμπινγκ και αφαιρούν κάθε κίνητρο για σοβαρές επενδύσεις σε αυτοματισμούς και ρομποτική. Η επιλογή «φθηνοί άνθρωποι αντί ακριβή τεχνολογία» είναι πολιτική απόφαση — και κοστίζει σε παραγωγικότητα, καινοτομία και εισόδημα.

Στην κοινωνική–πολιτισμική διάσταση, η πραγματικότητα αποφεύγεται με ευφημισμούς. Πληθυσμοί με αισθητά υψηλότερη γονιμότητα εγκαθίστανται σε μια χώρα υπογεννητική· το αποτέλεσμα είναι προβλέψιμο: δημογραφικός ανταγωνισμός και εντεινόμενες τριβές στις πιο ευάλωτες γειτονιές. Τα παραδείγματα από βορειοευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν είναι «σενάρια τρόμου», είναι προειδοποιήσεις για το τι συμβαίνει όταν η ένταξη μένει στα χαρτιά και η τάξη εκχωρείται στην τύχη.

Στη διαχείριση πολιτικής, ο απολογισμός είναι διαβρωτικός. Μαζικές τακτοποιήσεις, χαλαρά πρωτόκολλα, ελάχιστες επιστροφές σε σχέση με τις αφίξεις, και μόνιμη δημοσιονομική αιμορραγία για επιδόματα και δομές χωρίς μετρήσιμα αποτελέσματα. Όταν η εφαρμογή του νόμου γίνεται «ευελιξία» και οι αποφάσεις απέλασης δεν εκτελούνται, το μήνυμα είναι σαφές: οι κανόνες είναι προαιρετικοί.

Η γεωπολιτική διάσταση προσθέτει κίνδυνο που κανείς δεν δικαιούται να υποτιμήσει. Η Τουρκία αξιοποιεί τις ροές ως εργαλείο πίεσης εδώ και χρόνια· όποιος κάνει ότι δεν καταλαβαίνει, απλώς μεταθέτει τον λογαριασμό για αργότερα — σε σύνορα, νησιά, κρίσιμες υποδομές και κοινωνική συνοχή.

Το δράμα στα κέντρα των πόλεων δεν είναι στατιστική· είναι ηθικό και κοινωνικό σοκ: γειτονιές που αλλάζουν βίαια όψη, μικροεπαγγελματίες που κλείνουν νωρίς τα ρολά, οικογένειες που αλλάζουν διαδρομές, αστυνομικά τμήματα που επιχειρούν με προσωπικό στα όρια. Όσο η κυβέρνηση «επικοινωνεί» αντί να κυβερνά, τόσο διογκώνεται μια εκρηκτική συνθήκη—και κανείς δεν έχει κοστολογήσει τις συνέπειες αν η χώρα βρεθεί σε σοβαρή κρίση ασφαλείας. Τι θα σημάνει για την εσωτερική τάξη ένα θερμό επεισόδιο; Πόσο εκτεθειμένοι είμαστε όταν οι μηχανισμοί ελέγχου έχουν παραδοθεί στη ρουτίνα και τα προσχήματα;

Η απαίτηση είναι απλή, σκληρή και άμεση: πλήρη στοιχεία, διάφανα πρωτόκολλα, μετρήσιμες δεσμεύσεις. Ποιοι μπαίνουν, με ποια τεκμήρια, ποιοι μένουν και γιατί. Πόσες απελάσεις εκτελέστηκαν, πόσες εκκρεμούν, πόσες άδειες ανανεώθηκαν παρά παραβιάσεις του νόμου. Πόσοι κρατούνται, πόσοι αφήνονται ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους, πόσοι τους παραβιάζουν. Χωρίς αυτά, ό,τι αποκαλείται «πολιτική» είναι απλώς μια κουρτίνα καπνού πάνω από μια πραγματικότητα που μυρίζει μπαρούτι.

Η Ελλάδα δεν αντέχει άλλο την αισθητική του προσχήματος. Χρειάζεται σύνορα που φυλάσσονται, νόμους που εφαρμόζονται, διαδικασίες που ελέγχονται. Χρειάζεται κράτος. Μέχρι να υπάρξει, οι πολίτες θα συνεχίσουν να ζουν σε ένα θέατρο παραλόγου όπου το έγκλημα προηγείται και η πολιτεία ακολουθεί, λαχανιασμένη—όταν δεν κοιτάζει αλλού.

Ετικέτες: